Σε γενικές γραμμές ο Ντόναλντ Τραμπ ανταποκρίνεται στις προσδοκίες που δημιούργησε. Από τη νίκη του στις εκλογές της 5ης Νοεμβρίου προχωρεί με γοργό βηματισμό για να καλύψει καίριες θέσεις στην κυβέρνησή του και να θέσει τις βάσεις για την εφαρμογή της ατζέντας του. Σε πολλές περιπτώσεις η επιλογή των υποψηφίων υποδηλώνει ότι εκτιμά την αφοσίωσή τους περισσότερο από τις ικανότητές τους, κάτι που ίσως μακροπρόθεσμα υπονομεύσει την αποτελεσματικότητα των θεσμών. Σημαίνει, επίσης, ότι θα αντιμετωπίσει πολύ λιγότερη πίεση από το εσωτερικό της κυβέρνησής του ενάντια στις όποιες πολιτικές του σε σύγκριση με την πρώτη θητεία του. Μερικές από τις επιλογές του για κορυφαίες θέσεις είναι απρόβλεπτες. Σκεφθείτε έναν αμφισβητία των εμβολιασμών να ηγηθεί του υπουργείου Υγείας ή έναν τηλεοπτικό παρουσιαστή ως υπουργό Αμυνας. Αλλες επιλογές, όπως ο Μάρκο Ρούμπιο στο υπουργείο Εξωτερικών, ο Μάικλ Γουάλτς ως σύμβουλος Εθνικής Ασφαλείας και ο Σκοτ Μπέσεντ ως υπουργός Οικονομικών, είναι πιο καθησυχαστικές.
Τι μας λένε οι αποφάσεις και οι δηλώσεις του μέχρι στιγμής για τις προοπτικές της αμερικανικής οικονομίας, τους κινδύνους εμπορικού πολέμου και την Ουκρανία; Ας διακινδυνεύσω μερικές εικασίες. Ο Τραμπ δείχνει σοβαρός στις τρεις εγχώριες οικονομικές προτεραιότητές του: την απορρύθμιση, τις φορολογικές περικοπές και τους σκληρούς ελέγχους της μετανάστευσης, πιθανώς με ορισμένες πολύ ορατές απελάσεις για να ευχαριστήσει τους ψηφοφόρους του. Αρχικά, οι φορολογικές περικοπές και η απορρύθμιση θα τονώσουν την ανάπτυξη των ΗΠΑ το 2025 και το 2026, ενώ η τάση της μετά θα εξασθενήσει. Η Fed θα κληθεί να σταματήσει τις μειώσεις των επιτοκίων πολύ νωρίτερα, πιθανότατα μετά από ακόμη μία κίνηση 25 μ.β., ενώ το δολάριο ΗΠΑ θα παραμείνει σημαντικά ισχυρότερο. Αν ο Ντόναλντ Τραμπ περικόψει κάποιες κρατικές δαπάνες, π.χ. μειώσει τον αριθμό των υπαλλήλων, πιθανότατα θα αποφύγει τις γενικότερες μειώσεις για να τεθεί η δημοσιονομική πολιτική των ΗΠΑ σε βιώσιμο δρόμο. Με μεγάλα ελλείμματα και μικρότερη τάση ανάπτυξης, τα δημοσιονομικά προβλήματα θα εντείνονται.
Μετά από πολλές ακραίες και αντιφατικές δηλώσεις της προεκλογικής εκστρατείας, ο Τραμπ ανακοίνωσε δασμούς 25% σε όλες τις εισαγωγές από το Μεξικό και τον Καναδά και έναν επιπλέον δασμό 10% σε όλες τις κινεζικές εισαγωγές την πρώτη ημέρα της προεδρίας του. Λαμβάνοντας υπόψη την ονομαστική αξία τους, τέτοιοι δασμοί θα αύξαναν το επίπεδο των τιμών καταναλωτή στις ΗΠΑ κατά 1% εντός ενός έτους.
* Ο κ. Χόλγκερ Σμίεντινγκ είναι οικονομολόγος της Berenberg Bank.

