Εντυπη έκδοση. Την ένταξη στις στρατηγικές επενδύσεις, και μάλιστα στην κατηγορία των εμβληματικών επενδύσεων εξαιρετικής σημασίας που αφορούν σε κρίσιμες πρώτες ύλες, στην κυκλική οικονομία και στη ναυπηγική βιομηχανία, προβλέπει νομοσχέδιο του υπουργείου Ανάπτυξης που τέθηκε σε δημόσια διαβούλευση μέχρι τις 28 Νοεμβρίου 2024. Αξίζει δε να σημειωθεί ότι στις επενδύσεις αυτές θα επιτρέπεται να χορηγούνται και τα δύο προβλεπόμενα κίνητρα, φοροαπαλλαγή και ταχεία αδειοδότηση σωρευτικά και όχι διαζευκτικά, ενώ μπορεί να λαμβάνουν και επιδότηση-χρηματοδότηση από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθετικότητας, καθώς και από άλλα χρηματοδοτικά εργαλεία.
Ειδικότερα, με το άρθρο 61 του υπό διαβούλευση νομοσχεδίου η κυβέρνηση επιχειρεί να δώσει το στίγμα της σχετικά με τους τομείς στους οποίους απαιτούνται επενδύσεις, αλλά και τα κίνητρα που μπορεί να παράσχει. Η προσθήκη στις εμβληματικές των επενδύσεων που σχετίζονται με τις κρίσιμες πρώτες ύλες (π.χ. λίθιο, νικέλιο, κοβάλτιο, μαγνήσιο) σχετίζεται άμεσα και με τη στρατηγική των Βρυξελλών για μείωση της εξάρτησης της Ευρωπαϊκής Ενωσης από τρίτες χώρες σε ό,τι αφορά την προμήθεια των υλών αυτών. Η ένταξη της ναυπηγικής βιομηχανίας, από την άλλη, θεωρείται απαραίτητη μετά την «αναγέννηση» των ναυπηγείων στην Ελλάδα, ενώ η κυκλική οικονομία αφορά την «πράσινη» μετάβαση. Σημειώνεται ότι στην περίπτωση που οι επενδύσεις αυτές χρηματοδοτηθούν από το Ταμείο Ανάκαμψης ή από άλλα Ταμεία, όπως το ΕΣΠΑ ή το Εθνικό Πρόγραμμα Ανάπτυξης, θα πρέπει να έχουν ολοκληρωθεί εντός των ημερομηνιών που ορίζουν τα εν λόγω Ταμεία.
Με το ίδιο νομοσχέδιο, εξάλλου, ορίζεται με σαφήνεια ποιες επιχειρήσεις και πότε υποχρεούνται να υποβάλλουν εκθέσεις βιωσιμότητας (δηλαδή εκθέσεων με πληροφορίες για περιβαλλοντικά και κοινωνικά θέματα, θέματα σχετικά με τους εργαζομένους, τον σεβασμό των δικαιωμάτων του ανθρώπου, την καταπολέμηση της διαφθοράς και της δωροδοκίας) και μάλιστα βάσει ενιαίου προτύπου. Ειδικότερα, με το άρθρο 15 του νομοσχεδίου προβλέπεται ότι η υποχρέωση υποβολής έκθεσης βιωσιμότητας θα εφαρμοστεί ως εξής:
Στο νομοσχέδιο ορίζεται με σαφήνεια ποιες επιχειρήσεις και πότε υποχρεούνται να υποβάλλουν εκθέσεις βιωσιμότητας.
Για τα οικονομικά έτη που αρχίζουν από 1/1/2024 σε μεγάλες επιχειρήσεις οι οποίες είναι οντότητες δημοσίου συμφέροντος και υπερβαίνουν κατά την ημερομηνία κλεισίματος του ισολογισμού τους 500 εργαζομένους κατά τη διάρκεια του οικονομικού έτους. Σημειώνεται ότι με το άρθρο 3 του νομοσχεδίου διευρύνεται ο όρος «οντότητες δημοσίου συμφέροντος» και σε αυτόν συμπεριλαμβάνονται πλέον: α) οι ανώνυμες εταιρείες στις οποίες το ελληνικό Δημόσιο κατέχει μετοχές, ανεξαρτήτως του ποσοστού συμμετοχής του στο μετοχικό τους κεφάλαιο, β) οι λοιπές θυγατρικές της Ελληνικής Εταιρείας Συμμετοχών και Περιουσίας Ανώνυμη Εταιρεία, οι οποίες δεν έχουν μετοχές εισηγμένες στο χρηματιστήριο, γ) οι επιχειρήσεις επενδύσεων, οι οργανισμοί συλλογικών επενδύσεων, οι εταιρείες διαχείρισης και δ) τα ιδρύματα μικροχρηματοδοτήσεων. Για το τρέχον οικονομικό έτος έκθεση βιωσιμότητας πρέπει να υποβάλουν και οι οντότητες δημοσίου συμφέροντος με πάνω από 500 εργαζομένους που είναι μητρικές επιχειρήσεις μεγάλου ομίλου. Για τα οικονομικά έτη που αρχίζουν από 1/1/2025 οι μεγάλες επιχειρήσεις και οι μητρικές επιχειρήσεις μεγάλου ομίλου. Για τα οικονομικά έτη που αρχίζουν από 1/1/2026 οι μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, εξαρτημένες ασφαλιστικές και αντασφαλιστικές επιχειρήσεις.
Επιπλέον, προβλέπεται η υποχρέωση και η διαδικασία υποβολής εκθέσεων βιωσιμότητας από επιχειρήσεις που διέπονται από το δίκαιο τρίτης χώρας και έχουν εγκατεστημένα στην Ελλάδα υποκαταστήματα ή θυγατρικές επιχειρήσεις. Ειδικότερα, ορίζεται ότι τα υποκαταστήματα επιχειρήσεων που έχουν την έδρα τους σε τρίτη χώρα με κύκλο εργασιών πάνω από 40 εκατ. ευρώ ευρώ στην Ελλάδα δημοσιεύουν και καθιστούν προσβάσιμη την έκθεση βιωσιμότητας. Επίσης, οι θυγατρικές επιχειρήσεις και τα υποκαταστήματα επιχειρήσεων που έχουν την έδρα τους σε τρίτη χώρα με συνολικό κύκλο εργασιών άνω των 150 εκατ. ευρώ εντός της Ε.Ε. καθιστούν διαθέσιμη την έκθεση βιωσιμότητας.
Ιδιαίτερη σημασία έχει το άρθρο 48 του νομοσχεδίου για την εφαρμογή των ελληνικών λογιστικών προτύπων, καθώς αυξάνονται τα όρια του συνόλου ενεργητικού και καθαρού ύψους κύκλου εργασιών, βάσει των οποίων κατηγοριοποιείται μία οντότητα ως πολύ μικρή, μικρή, μεσαία ή μεγάλη, προκειμένου, όπως αναφέρεται στην ανάλυση των συνεπειών του νομοσχεδίου, η κατηγοριοποίησή τους να αντικατοπτρίζει τα οικονομικά μεγέθη που έχουν προκύψει μετά την αύξηση του σωρευτικού πληθωρισμού σε 24,3 % στην Ευρωζώνη και 27,2% στην Ε.Ε. από την 1η Ιανουαρίου 2013 έως την 31η Μαρτίου 2023. Ετσι, πλέον πολύ μικρές επιχειρήσεις θεωρούνται αυτές που έχουν σύνολο ενεργητικού έως 450.000 ευρώ (από 350.000 που είναι σήμερα) και τζίρο έως 900.000 ευρώ (αντί για 700.000 ευρώ), μικρές με σύνολο ενεργητικού 5 εκατ. ευρώ και τζίρο έως 10 εκατ. ευρώ (από 4 εκατ. ευρώ και 8 εκατ. ευρώ αντιστοίχως), μεσαίες οι επιχειρήσεις με σύνολο ενεργητικού έως 25 εκατ. ευρώ και τζίρο 50 εκατ. ευρώ (από 20 και 40 εκατ. ευρώ αντιστοίχως) και μεγάλες όσες υπερβαίνουν τα παραπάνω όρια. Το κριτήριο των εργαζομένων παραμένει ως έχει: έως 10 άτομα για τις πολύ μικρές, έως 50 για τις μικρές, έως 250 για τις μεσαίες και πάνω από 250 για τις μεγάλες.

