Εντυπη έκδοση. Οταν πριν από τέσσερα χρόνια η βίβλος ψηφιακού μετασχηματισμού 2020-2024, με τα περίπου 450 έργα που θα αλλάξουν το κράτος, έβλεπε το φως της δημοσιότητας, λιγοστοί ήταν σε θέση να προβλέψουν όσα θα ακολουθούσαν.
Το μπαράζ εξαγορών και συγχωνεύσεων στην πληροφορική, έναν κλάδο που το 2019 εμφάνιζε χαμηλό βαθμό συγκέντρωσης, σύμφωνα με έρευνα της ICAP. Τη μάχη με τον χρόνο για την έγκαιρη ολοκλήρωση συμβάσεων, αξίας άνω του 1 δισ., που χρηματοδοτούνται από το Ταμείο Ανάκαμψης. Αλλά και την έφοδο της Επιτροπής Ανταγωνισμού, τον περασμένο Μάρτιο, σε εταιρείες που έχουν αναλάβει μεγάλα έργα του Δημοσίου. Πλέον, με την ανατολή του 2025 να πλησιάζει, το ερώτημα που τίθεται είναι εάν οι εταιρείες θα καταφέρουν να ολοκληρώσουν σε περίπου ενάμιση χρόνο τα μεγάλα ψηφιακά έργα. Μέχρι τον Μάρτιο του 2026 θα πρέπει να έχει παραδοθεί το σύνολο των, εν εξελίξει, ψηφιακών έργων ύψους 1 δισ. ευρώ, ενώ έως τον Ιούνιο του 2026 θα πρέπει να έχουν ολοκληρωθεί οι απαιτούμενες διοικητικές ενέργειες για την τιμολόγησή τους. Σε κάθε περίπτωση, όσα έργα δεν καταφέρουν να συμβασιοποιηθούν έως τον Μάρτιο του 2025 δεν θα ενταχθούν στο Ταμείο Ανάκαμψης, όπως ανέφερε, πρόσφατα, σε δημοσιογραφική συνάντηση ο Σταύρος Ασθενίδης, διευθύνων σύμβουλος της Κοινωνίας της Πληροφορίας, του φορέα που σχεδιάζει και υλοποιεί τα ψηφιακά έργα του Δημοσίου. Με τα σημερινά δεδομένα, δέκα έργα, συνολικού προϋπολογισμού 50 εκατ. ευρώ, χάνουν το τρένο της ένταξής τους στο Ταμείο Ανάκαμψης. Ωστόσο, το 90% των έργων ψηφιακού μετασχηματισμού που υλοποιούνται εκτιμάται πως θα ολοκληρωθεί εγκαίρως.
Πώς το μπαράζ νέων συμβάσεων πυροδότησε συμφωνίες εξαγορών, αλλά και την έρευνα της Επιτροπής Ανταγωνισμού.
Την τελευταία τριετία, προκειμένου οι εταιρείες πληροφορικής να αποκτήσουν ισχύ και να διεκδικήσουν έναν όσο το δυνατόν μεγαλύτερο όγκο έργων, πρωταγωνίστησαν στις περισσότερες συγχωνεύσεις και εξαγορές των τελευταίων δεκαετιών. Δύο από τις μεγαλύτερες τέτοιου είδους συναλλαγές περιλαμβάνουν την απόκτηση, προς 235 εκατ. ευρώ, της Intrasoft από τη δανέζικη Netcompany τον Οκτώβριο του 2021. Το συγκεκριμένο ντιλ υπήρξε επιτυχημένο για τους Δανούς λόγω και του μεγέθους του αποτυπώματος της Intrasoft στην Ελλάδα. Κατά το εξάμηνο Απριλίου – Οκτωβρίου της φετινής χρονιάς η Netcompany-Intrasoft έχει αναλάβει έργα 24 εκατ. ευρώ, από τα οποία τα περισσότερα είναι ως κοινοπραξία με άλλες εταιρείες, σύμφωνα με στοιχεία της αγοράς. Ωστόσο, κατά τα ίδια στοιχεία, πολλαπλάσια είναι η αξία των έργων που έχει αναλάβει από το 2020 έως και τον φετινό Οκτώβριο η Netcompany-Intrasoft. Ανέρχεται σε 434 εκατ. ευρώ, με την εταιρεία να κατατάσσεται στην τρίτη θέση μετά τον ΟΤΕ και τη Unisystems του ομίλου Quest, βάσει της αξίας των συμβάσεων. Η δεύτερη μεγάλη συναλλαγή αφορά την εξαγορά της Entersoft, που δραστηριοποιείται στον χώρο του επιχειρηματικού λογισμικού και δεν διεκδικεί έργα του Δημοσίου, από την Olympia Group και το fund Imker προς 240 εκατ. ευρώ. Επίσης, για συμβάσεις αξίας 228,2 εκατ. ευρώ έχει μειοδοτήσει την τελευταία τετραετία ακόμη μία εταιρεία, που άλλαξε ιδιοκτησιακό καθεστώς. Η Byte δηλαδή, που εξαγόρασε η Ideal Holdings πριν από δύο χρόνια προς 55,2 εκατ. ευρώ.
Η δίχως προηγούμενο κινητικότητα που καταγράφεται στο πεδίο των ψηφιακών έργων πυροδότησε, εκτός από ντιλ, και την αυτεπάγγελτη έρευνα, την περασμένη άνοιξη, της Επιτροπής Ανταγωνισμού σε διαγωνισμούς όπου έχουν συμμετάσχει εταιρείες πληροφορικής και παροχής συμβουλευτικών υπηρεσιών. Σε αυτούς ανήκουν, μεταξύ άλλων, οι διαγωνισμοί για την προμήθεια εξοπλισμού ρομποτικής για την εκπαίδευση, για την εγκατάσταση διαδραστικών συστημάτων μάθησης, για τη μεταρρύθμιση του δημοσιονομικού συστήματος στην κεντρική διοίκηση και λοιπή γενική κυβέρνηση, και για τον ψηφιακό εκσυγχρονισμό της Δικαιοσύνης και του συστήματος ηλεκτρονικής συνταγογράφησης. Οπως και για το ηλεκτρονικό πινάκιο δικαστηρίων, την αναβάθμιση του συστήματος «Εργάνη» και τον διαγωνισμό για τη σύναψη συμφωνίας – πλαισίου σχετικά με την προμήθεια ηλεκτρονικών υπολογιστών και οθονών. Το μόνο βέβαιο είναι ότι η συντριπτική πλειονότητα των ελληνικών εταιρειών πληροφορικής έχει καταφέρει να μειοδοτήσει για ένα ή περισσότερα ψηφιακά έργα και αυτή είναι η αιτία για την οποία δεν έχει υπάρξει μπαράζ ενστάσεων και προσφυγών. Εξαίρεση στον κανόνα αποτελεί η ψηφιοποίηση του αρχείου υποθηκοφυλακείων για το Εθνικό Κτηματολόγιο αξίας 245 εκατ. ευρώ (συμπεριλαμβανομένων των δικαιωμάτων προαίρεσης), όπου οι εταιρείες και κοινοπραξίες που έχουν επιλεγεί να υλοποιήσουν επιμέρους τμήματα του έργου έχουν προσφύγει κατά της εταιρείας Ελληνικό Κτηματολόγιο υποστηρίζοντας ότι οι όροι του διαγωνισμού άλλαξαν δίχως ενημέρωση. Η διαδικασία εκτιμάται ότι θα διαρκέσει επί μακρόν.

