Ο πόλεμος μεταμορφώνει την κοινωνία και την οικονομία της Ρωσίας, σχεδόν τρία χρόνια μετά την εισβολή στην Ουκρανία. Αντιμετωπίζοντας βαριές απώλειες στο μέτωπο, το Κρεμλίνο προσφέρει υψηλούς μισθούς και μπόνους για να προσελκύσει νέους στρατιώτες στα πεδία των μαχών. Σε ορισμένες από τις φτωχότερες περιοχές της χώρας μάλιστα, ένας στρατιωτικός μισθός είναι μέχρι και πέντε φορές μεγαλύτερος από τον μέσο μισθό στη χώρα, ενώ οι οικογένειες εκείνων που χάνουν τη ζωή τους στην πρώτη γραμμή λαμβάνουν μεγάλες αποζημιώσεις από το κράτος. Τα ποσά αυτά αλλάζουν τη ζωή όσων μένουν πίσω. Ο Ρώσος οικονομολόγος Βλαντισλάβ Iνοζέμτσεφ υπολογίζει ότι η οικογένεια ενός 35χρονου άνδρα που πολεμά επί ένα χρόνο και στη συνέχεια πέφτει νεκρός στο πεδίο της μάχης θα λάβει περίπου 14,5 εκατ. ρούβλια, που ισοδυναμούν με 150.000 δολάρια από τον μισθό του στρατιώτη και την αποζημίωση θανάτου. Το ποσό αυτό είναι μεγαλύτερο από όσα θα κέρδιζε αθροιστικά αν εργαζόταν μέχρι την ηλικία των 60 ετών. Οι οικογένειες δικαιούνται επίσης μπόνους και αποζημιώσεις από ασφάλειες.
«Το να πας στο μέτωπο και να σκοτωθείς ένα χρόνο αργότερα είναι οικονομικά πιο αποδοτικό από τη… συνέχιση της ζωής», λέει κυνικά ο Ινόζεμτσεφ, σε ένα φαινόμενο που ο ίδιος αποκαλεί «deathnomics» (οικονομία του θανάτου, από την ένωση των αγγλικών λέξεων death που σημαίνει θάνατος και economics). Πλέον έχουν σκοτωθεί τόσο πολλοί στρατιώτες που οι πληρωμές, οι οποίες έφτασαν συνολικά τα 30 δισ. δολάρια από τις αρχές του έτους μέχρι τον Ιούνιο, είναι ένα ξεκάθαρο δείγμα για το πώς ο πόλεμος μεταμορφώνει τη Ρωσία. Από την έναρξη της εισβολής τον Φεβρουάριο του 2022, το Κρεμλίνο έχει αυξήσει τις στρατιωτικές δαπάνες σε επίπεδα που παραπέμπουν σε… Σοβιετική Ενωση, αντισταθμίζοντας μερικώς τον αντίκτυπο των δυτικών κυρώσεων. Τα εργοστάσια όπλων δουλεύουν αδιάκοπα, παρέχοντας εργασία και υψηλούς μισθούς, ενώ οι αυξανόμενες πληρωμές για… μελλοθάνατους μεταμορφώνουν τις φτωχότερες περιοχές της Ρωσίας.
Μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ενωσης, ο στρατός θεωρούνταν από πολλούς Ρώσους ως επιλογή σταδιοδρομίας για ανειδίκευτους. Τώρα τα «deathnomics» παρέχουν ένεση ρευστότητας στις φτωχότερες περιοχές της χώρας. Τα επίπεδα φτώχειας βρίσκονται στο χαμηλότερο επίπεδο από τότε που ξεκίνησε η συλλογή δεδομένων το 1995, ενώ ο πόλεμος αλλάζει τη μοίρα όσων είναι πρόθυμοι να πολεμήσουν, αυξάνοντας όχι μόνο το εισόδημά τους, αλλά και το κύρος τους. Ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν προωθεί μια «νέα ελίτ» στρατιωτών που απολαμβάνουν προνόμια και γρήγορη πολιτική ανέλιξη, χωρίς να γίνεται προσπάθεια μάλιστα να κρυφτεί η ζοφερή οικονομική λογική που κυριαρχεί.
Από την αρχή του πολέμου, η Ρωσία έχει υποστεί πάνω από 600.000 απώλειες, σύμφωνα με δυτικές εκτιμήσεις. Για να αντισταθμίσει αυτές τις απώλειες και να ενισχύσει τη στρατολόγηση, η κυβέρνηση πληρώνει τους στρατιώτες που πολεμούν στην Ουκρανία έναν ελάχιστο μηνιαίο μισθό 210.000 ρούβλια, περίπου 2.140 δολάρια, σημαντικά υψηλότερο από τον εθνικό μέσο μισθό των 760 περίπου δολαρίων. Τα χρήματα που ρέουν άφθονα σε οικογένειες στρατιωτικών όμως εγκυμονούν οικονομικούς κινδύνους. Οι πληρωμές αντιστοιχούσαν περίπου στο 8% των κρατικών δαπανών το έτος έως τον Ιούνιο του 2024, διευρύνοντας το έλλειμμα του προϋπολογισμού, σύμφωνα με ανάλυση της ερευνητικής ομάδας Re: Russia. Οι πληρωμές συνέβαλαν στην αύξηση του πληθωρισμού που μαστίζει τη Ρωσία, αναγκάζοντας την κεντρική τράπεζα να αυξήσει τα επιτόκια στο 21%. Επίσης, η εκτεταμένη στρατολόγηση έχει δημιουργήσει έλλειψη σε συγκολλητές, οδηγούς και οικοδόμους.
Στην ενδοχώρα της Ρωσίας, ωστόσο, τα «deathnomics» κάνουν μεγάλη διαφορά. Στην Τούβα, μια απομακρυσμένη περιοχή όπου το ποσοστό φτώχειας είναι τριπλάσιο του εθνικού μέσου όρου, οι τραπεζικές καταθέσεις έχουν αυξηθεί κατά 151% από τον Ιανουάριο του 2022, τον μήνα πριν από την εισβολή, σύμφωνα με στοιχεία της κεντρικής τράπεζας. Η περιοχή βιώνει επίσης μία κατασκευαστική έκρηξη, με νέα πολυώροφα συγκροτήματα κατοικιών να δημιουργούνται στην περιφερειακή πρωτεύουσα Kιζίλ.

