Την εβδομάδα που το FTX κατέρρευσε το 2022, ο πατέρας του Nισάντ Σινχ, ενός εκ των διοικητικών στελεχών του ανταλλακτηρίου κρυπτονομισμάτων, τον πήρε από το αεροδρόμιο.
Ο γιος του, που μόλις είχε γίνει 27 ετών, φαινόταν σαν να είχε αυτοκτονικές τάσεις. Για τους επόμενους πέντε μήνες, ο πατέρας του, ο πλέον 63χρονος Γκουρουράτζ Σινχ, βετεράνος του κλάδου της τεχνολογίας, έβαλε την καριέρα του στην άκρη, ώστε να επικεντρωθεί στην ψυχική υγεία του γιου του, σημειώνουν οι New York Times.
Επίσης, συμφιλιώθηκε με το γεγονός ότι ο γιος του, προγραμματιστής και αριστούχος απόφοιτος του Μπέρκλεϊ, ήταν εγκληματίας. Ο Nισάντ Σινχ συνέβαλε στην επίβλεψη μιας συνωμοσίας για την εξαφάνιση 8 δισ. δολαρίων από τα λογιστικά βιβλία της FTX, με αποτέλεσμα τη χρεοκοπία της εταιρείας, την εξάντληση των καταθέσεων των πελατών και την έναρξη ερευνών γύρω από τον ιδρυτή της, Σαμ Μπάνκμαν-Φριντ.
Πέρυσι, ο νεότερος Σινχ δήλωσε ένοχος για απάτη. Στις 30 Οκτωβρίου, ένας δικαστής του επέβαλε τρία χρόνια ελευθερίας με περιοριστικούς όρους. Ηταν το τρίτο διοικητικό στέλεχος της FTX στο οποίο επιβλήθηκαν ποινές.
Η κάθε μία από αυτές τις περιπτώσεις ανέδειξε μια παράλληλη συναισθηματική πλοκή στο δράμα του FTX: τον Γολγοθά των γονιών των συνωμοτών, μιας ομάδας εύπορων ακαδημαϊκών και επιτυχημένων μεταναστών. Πριν καταρρεύσει το ανταλλακτήριο, είχαν όλοι βιώσει σε κάποιο επίπεδο το όνειρο της ανώτερης μεσαίας τάξης, μεγαλώνοντας παιδιά που πέρασαν από επίλεκτα πανεπιστήμια σε υψηλά αμειβόμενες δουλειές. Τώρα, κατακλύζονται από θλίψη και δυσπιστία, καθώς δυσκολεύονται να καταλάβουν πώς κατέληξαν σε αυτή την κατάσταση.
Η μητέρα της Καρολάιν Eλισον, ενός ακόμη στελέχους στην επιχείρηση, δήλωσε ότι δυσκολευόταν να αποδεχθεί αυτό που είχε κάνει η κόρη της. «Θα περάσω το υπόλοιπο της ζωής μου προσπαθώντας να καταλάβω πώς κάποια τόσο καλή και τόσο ανιδιοτελής θα μπορούσε να καταλήξει σε αυτή την κατάσταση», κατέθεσε η Σάρα Φίσερ Eλισον τον Σεπτέμβριο.
Οι εμπλεκόμενοι στην υπόθεση του FTX ήταν ασυνήθιστα νέοι, 25 με 30 χρόνων, όταν έκαναν τα εγκλήματα.
Οι ζωές των γονιών τους γκρεμίστηκαν. Ορισμένοι από αυτούς αντιμετώπισαν τεράστιους δικαστικούς λογαριασμούς ή υπέστησαν πλήγματα στη φήμη τους. Οι γονείς του Μπάνκμαν-Φριντ, καθηγητές Νομικής στο Στάνφορντ, δέχθηκαν αγωγή από τον διαχειριστή της χρεοκοπημένης εταιρείας για την οικονομική τους ανάμειξη με την εταιρεία. Οι γονείς της Eλισον, οι οποίοι διδάσκουν οικονομικά στο MIT, δέχθηκαν επιθετικά μηνύματα online και κυνηγήθηκαν από τα μέσα ενημέρωσης.
Στον Μπάνκμαν-Φριντ επιβλήθηκε τον Μάρτιο ποινή 25 ετών στη φυλακή και στην Eλισον επιβλήθηκε τον Σεπτέμβριο φυλάκιση δύο ετών.

