Ακουσα με ιδιαίτερο ενδιαφέρον τις εξαγγελίες του πρωθυπουργού στην καθιερωμένη ομιλία του στη φετινή ΔΕΘ και ιδιαίτερα εκείνα τα σημεία στα οποία αναφερόταν στην αναπτυξιακή πορεία της χώρας, η οποία προϋποθέτει έναν ριζικό, οικονομικό μετασχηματισμό. Συγκεκριμένα, ο ίδιος συνόψισε τις προτεραιότητες μέχρι το 2027 αναφερόμενος σε μια Ελλάδα «πιο δίκαιη και παραγωγική, πιο κοινωνική, πιο πράσινη, πιο ψηφιακή».
Οι λέξεις που χρησιμοποιήθηκαν δεν ήταν τυχαίες. Πρακτικά υπογραμμίζουν τη σημασία του να επαναπροσδιορίσουμε συλλογικά την έννοια της ανάκαμψης, πάνω στους στρατηγικούς πυλώνες της βιωσιμότητας και της τεχνολογίας. Αν η οικονομική ύφεση των ετών 2010-2018 δεν στάθηκε επαρκής αφορμή για την εξέλιξη του παραγωγικού μοντέλου της οικονομίας μας, οι ραγδαίες παγκόσμιες εξελίξεις το επιβάλλουν.
Η μετάβαση στην ψηφιακή οικονομία σε συνδυασμό με τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει σήμερα ο πλανήτης (κλιματική και ενεργειακή κρίση, διεθνής αστάθεια, πόλεμος στην Ουκρανία, έκρυθμη κατάσταση στη Μέση Ανατολή) αναδεικνύουν το προφανές: πλέον δεν μπορούμε να πορευόμαστε στο άγνωστο χωρίς στρατηγικό σχέδιο. Το νέο αναπτυξιακό μοντέλο πάνω στο οποίο θα θεμελιώσουμε το μέλλον μας οφείλει να περιλαμβάνει αυξανόμενη ενσωμάτωση καινοτομίας, υψηλότερη συμμετοχή εξαγωγών και επενδύσεων, ενισχυμένη ανθεκτικότητα απέναντι στην κλιματική κρίση και στις γεωοικονομικές προκλήσεις, και παράλληλα να εξασφαλίζει την κοινωνική συνοχή. Τα μέτωπα είναι πολλά και για τον λόγο αυτόν οφείλουμε να ιεραρχήσουμε καλύτερα τους στρατηγικούς στόχους μας.
Ο πρώτος στόχος είναι η εμβάθυνση των μεταρρυθμίσεων και ο ταχύτερος τεχνολογικός μετασχηματισμός, με δεδομένο ότι πρόκειται για δύο νευραλγικούς παράγοντες άμεσα συνυφασμένους με την παραγωγικότητα της χώρας μας. Ενισχυμένη παραγωγικότητα συνεπάγεται και ενισχυμένη ανταγωνιστικότητα. Στο πλαίσιο αυτό γίνεται συντονισμένη προσπάθεια τα τελευταία χρόνια για τον περιορισμό της γραφειοκρατίας. Ο δείκτης ψηφιακών δημόσιων υπηρεσιών για πολίτες βελτιώνεται το 2023 προσεγγίζοντας τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, ενώ όσον αφορά την ψηφιοποίηση των υπηρεσιών για επιχειρήσεις ο σχετικός δείκτης ξεπερνάει τον ευρωπαϊκό. Ωστόσο, ο δημόσιος τομέας αποτελεί διαχρονικά το προφανές πρόβλημα, που δεν προσπαθήσαμε αποφασιστικά να αντιμετωπίσουμε. Η πολυπλοκότητα των διαδικασιών συνεχίζει να αποθαρρύνει τις επενδύσεις και να δυσχεραίνει την επιχειρηματική δραστηριότητα. Ας περιορίσουμε τις συνεχείς τροποποιήσεις του θεσμικού πλαισίου και ας απλοποιήσουμε δραστικά τις διαδικασίες αδειοδοτήσεων. Παράλληλα πρέπει να ανασυντάξουμε το Δημόσιο ώστε να αποκτήσει μεγαλύτερη ευελιξία και, τολμώ να πω, πελατοκεντρική αντίληψη. Αυτή θα επιτευχθεί μέσω της προσέλκυσης νέων ταλέντων και της ανταμοιβής βάσει απόδοσης, που δεν θα επιτευχθεί χωρίς ουσιαστική αξιολόγηση. Παράλληλα χρειάζεται να δοθούν σοβαρά κίνητρα στους δημόσιους λειτουργούς ώστε να στελεχωθούν επαρκώς οι υπηρεσίες που στηρίζουν τις επενδύσεις και το κοινωνικό κράτος, ειδικά στην περιφέρεια, αλλά και για την απαραίτητη επανεκπαίδευσή τους.
Ο δεύτερος στόχος να είναι ο τεχνολογικός μετασχηματισμός. Η τεχνητή νοημοσύνη (Τ.Ν.) έχει ήδη αρχίσει να αποτελεί καταλύτη για το αυριανό οικονομικό σκηνικό και αναμένεται να ενισχύσει τη λειτουργία των επιμέρους αγορών υπηρεσιών και προϊόντων, αυξάνοντας τη συνολική παραγωγικότητα και διαμορφώνοντας νέους όρους στην οικονομική δραστηριότητα. Προς αυτή την κατεύθυνση απαιτείται η διασφάλιση της συνδεσιμότητας και των επικοινωνιών παγκόσμιας κλάσης, καθώς και η ταχύτερη αξιοποίηση τεχνολογιών και συστημάτων που ενσωματώνουν λειτουργίες Τ.Ν. Η Ελλάδα έχει ήδη καταστήσει σαφή την πρόθεσή της να προσελκύσει επενδύσεις σε κρίσιμες τεχνολογικές υποδομές και παρατηρείται μεγάλη ανάπτυξη νεοφυών εταιρειών υπηρεσιών και προϊόντων Τ.Ν. Είναι ενδεικτικό ότι το ήμισυ των εγγεγραμμένων εταιρειών στο Elevate Greece κινείται σε αυτόν τον χώρο. Εξυπηρετώντας αυτόν τον σκοπό οφείλουμε να εξοπλίσουμε και τους πολίτες με τις απαραίτητες δεξιότητες για να αντεπεξέλθουν σε αυτό που αναφέρεται ως η 4η βιομηχανική επανάσταση με την αναβάθμιση του εκπαιδευτικού συστήματος. Παράλληλα θα πρέπει να ενισχυθούν οι θεσμοί της διά βίου μάθησης για την περιοδική επανακατάρτιση του ανθρώπινου δυναμικού.
Ας περιορίσουμε τις συνεχείς τροποποιήσεις του θεσμικού πλαισίου και ας απλοποιήσουμε δραστικά τις διαδικασίες αδειοδοτήσεων.
Ο τρίτος στόχος είναι οι επενδύσεις, οι οποίες παραμένουν διαχρονικά κινητήριος δύναμη της ανάπτυξης. Επιδίωξή μας να είναι η μεσοπρόθεσμη σύγκλιση προς το ποσοστό επενδύσεων των προηγμένων χωρών της Ευρώπης. Να μη λησμονούμε ότι εκκρεμεί η κάλυψη του επενδυτικού κενού που δημιουργήθηκε τα χρόνια της δημοσιονομικής κρίσης. Εμφαση πρέπει να δοθεί στην ενίσχυση των εξαγωγικών δραστηριοτήτων και στην παραγωγή σε τομείς προϊόντων και υπηρεσιών που ενσωματώνουν την καινοτομία. Την ανάγκη αυτή επισημαίνει και η Moody’s στην πρόσφατη έκθεσή της για την Ελλάδα. Συγκεκριμένα αναφέρει πως η χώρα μας «έχει δυνατότητες διαφοροποίησης και ανάπτυξης του μεταποιητικού τομέα υψηλότερης τεχνολογίας και των εξαγωγών». Συνεπώς πρέπει να επενδύσουμε στρατηγικά σε έρευνα, καινοτομία και ανθρώπινο κεφάλαιο, δηλαδή στους παράγοντες διαφοροποίησης της παραγωγικής βάσης, οι οποίοι αποτελούν κρίσιμο χαρακτηριστικό στοιχείο των δυναμικών επιχειρήσεων σε κλάδους με υψηλή προστιθέμενη αξία. Ειδικότερα, ο πρωθυπουργός ανέφερε ως στόχο να προστεθούν 15 δισ. στο ετήσιο ΑΕΠ και 150.000 επιπλέον καλά αμειβόμενες θέσεις απασχόλησης εργατών γνώσης σε βάθος πέντε έως δέκα ετών. Προς αυτή την κατεύθυνση οι επιχειρήσεις πρέπει να αξιοποιήσουν ταχύτερα τους διαθέσιμους πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης. Για να έχουν άμεσα αποτελέσματα τα οικονομικά και θεσμικά κίνητρα πρέπει να επικεντρωθούν σε μια μικρή ομάδα κλάδων, οι οποίοι διαθέτουν ισχυρές ερευνητικές βάσεις και έχουν διευρυμένη παρουσία στο οικοσύστημα των νεοφυών επιχειρήσεων. Δηλαδή να δημιουργήσουμε ένα περιβάλλον που ευνοεί τη δημιουργία startups, για τις οποίες η διεθνής αγορά έχει ήδη επιδείξει σημαντικό ενδιαφέρον είτε με τοποθετήσεις κεφαλαίων σε αυτές, είτε με την αγορά των προϊόντων τους. Ως χώρα ξεκινάμε από ένα πολύ ισχυρό εφαλτήριο, που είναι η κομβική μας θέση στην περιοχή της νοτιοανατολικής Ευρώπης, αλλά και το αξιόλογο ανθρώπινο δυναμικό που οφείλουμε να διακρατήσουμε πάσει θυσία. Ως εκ τούτου αρκεί να συγκεντρώσουμε τις δυνάμεις και τις παρεμβάσεις μας εκεί που η παγκοσμιοποιημένη αγορά έχει επιλέξει να επενδύσει.
Από τις αρχές της τρέχουσας δεκαετίας η Ελλάδα έχει αρχίσει να προσελκύει το ενδιαφέρον επενδυτών σε τομείς νέας τεχνολογίας και σε νεοφυείς επιχειρήσεις. Εάν το ενδιαφέρον μετατραπεί σε σημαντικές επενδύσεις, θα αποτελέσει μια ένδειξη πως η χώρα μας έχει δυνατότητες να διαφοροποιήσει και να ενισχύσει το αναπτυξιακό της προφίλ.
Εν κατακλείδι, για να πραγματοποιηθούν οι προαπαιτούμενες βαθιές τομές για την επίτευξη του νέου παραγωγικού μοντέλου δεν φτάνει η πολιτική επιμονή και αποφασιστικότητα. Το εγχείρημα επιτάσσει συνέργεια μεταξύ ενδιαφερόμενων μερών και φορέων της επιχειρηματικότητας, καθώς επίσης σύμπνοια σε επίπεδο οράματος. Η πραγματική επιτυχία της νέας παραγωγικής Ελλάδας θα είναι να μεταδώσουμε στην κοινωνία την πίστη ότι η Ελλάδα μπορεί να γίνει καλύτερη.
*Ο κ. Ιωάννης Δ. Σαρακάκης είναι πρόεδρος του ομίλου επιχειρήσεων Σαρακάκη και αντιπρόεδρος του Ελληνο-Αμερικανικού Εμπορικού Επιμελητηρίου.

