Αυξάνονται σταθερά τις τελευταίες δύο δεκαετίες τα εμβάσματα που στέλνουν μετανάστες στις χώρες προέλευσής τους, αλλά την τελευταία πενταετία έχουν κυριολεκτικά εκτοξευθεί. Aιτία της απότομης αύξησής τους ήταν η πανδημία, καθώς και η ύπαρξη των νέων τεχνολογιών που χρησιμοποιούνται στις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες και οι οποίες διευκολύνουν την ταχύτερη και φθηνή μεταφορά των χρημάτων. Σύμφωνα με την Παγκόσμια Τράπεζα, το 2022 σε παγκόσμιο επίπεδο τα εμβάσματα σημείωσαν ρεκόρ, φθάνοντας τα 831 δισ. δολ., από 128 δισ. δολ. που ήταν το 2000. Σε ό,τι αφορά το περασμένο έτος, έφθασαν τα 650 δισ. δολ. μόνον όσα εμβάσματα έστειλαν σε χώρες μεσαίου και χαμηλού εισοδήματος μετανάστες εργαζόμενοι στις ΗΠΑ, στην Ε.Ε. και τις πλούσιες χώρες του Κόλπου, στην Σαουδική Αραβία, στο Κατάρ και τα Αραβικά Εμιράτα. Το ποσό αυτό υπερβαίνει τις άμεσες ξένες επενδύσεις και την αναπτυξιακή βοήθεια που εισέρρευσαν στο ίδιο χρονικό διάστημα στις χώρες προορισμού των εμβασμάτων. Η τάση αναμένεται να συνεχιστεί και εκτιμάται πως στη διάρκεια του 2024 τα εμβάσματα στις χώρες χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος θα αυξηθούν κατά 2,3%. Πρώτη πηγή των εμβασμάτων ήταν οι ΗΠΑ, σύμφωνα με την Παγκόσμια Τράπεζα, που επισημαίνει πως η ισχυρή αγορά εργασίας στην υπερδύναμη ήταν αυτή που προσείλκυσε τον μεγαλύτερο αριθμό μεταναστών. Οι πλούσιες πετρελαιοπαραγωγοί χώρες του Κόλπου κατέγραψαν, αντιθέτως, μικρότερες εκροές εμβασμάτων φέτος εξαιτίας των σχετικών χαμηλών τιμών του πετρελαίου που επηρέασαν την αγορά εργασίας στη Μέση Ανατολή.
Μιλώντας για το θέμα στο δίκτυο Al Jazeera, ο Κίλιαν Κλίφορντ, υπεύθυνος για θέματα οικονομικής και χρηματοπιστωτικής ενίσχυσης των μεταναστών στον Διεθνή Οργανισμό Μετανάστευσης, εξήγησε πως «στη διάρκεια της πανδημίας ήταν κλειστά τα σύνορα και οι ανεπίσημοι δίαυλοι μεταφοράς χρημάτων δεν λειτουργούσαν. Ως εκ τούτου, τα εμβάσματα μεταφέρονταν αναγκαστικά μέσω των επίσημων διαύλων –τραπεζών ή οργανισμών μεταφοράς χρημάτων– και έτσι κατέστη δυνατόν να καταγραφεί η αύξησή τους με ακρίβεια». Ο ίδιος τόνισε πως οι νέες τεχνολογίες χρηματοπιστωτικών, όπως και οι πλατφόρμες ψηφιακών πληρωμών, έχουν διεισδύσει στην αγορά των εμβασμάτων και μέσα στα τελευταία 10 χρόνια έχουν μειώσει το κόστος μεταφοράς χρημάτων κατά 30%. Εχουν έτσι συνεισφέρει στην αύξηση των χρημάτων που στέλνουν οι μετανάστες στις οικογένειές τους. Εξάλλου, κυβερνήσεις και ρυθμιστικές αρχές χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών ανά τον κόσμο έχουν διαμορφώσει το κατάλληλο περιβάλλον που διευκολύνει τις ροές των εμβασμάτων και έχουν βοηθήσει όσους αποκλείονταν άλλοτε από τα χρηματοπιστωτικά συστήματα να διατηρούν τώρα τραπεζικούς λογαριασμούς και να μπορούν να στέλνουν χρήματα πολύ πιο εύκολα.
Αιτία της αύξησής τους ήταν εν μέρει η ανάπτυξη νέων τεχνολογιών που χρησιμοποιούνται στις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες.
Ανάμεσα στις χώρες στις οποίες εισέρρευσαν πέρυσι εμβάσματα ξεχωρίζει η Ινδία, που έλαβε ποσά ύψους 125 δισ. δολ. και ακολουθεί η Κίνα με εισροές ύψους 50 δισ. δολ., αλλά και οι χώρες της Νότιας Ασίας όπου οι εισροές εμβασμάτων αυξήθηκαν κατά 5,2%, φθάνοντας συνολικά στα 186 δισ. δολ.
Τα εμβάσματα στις χώρες της Μέσης Ανατολής και της Βόρειας Αφρικής μειώθηκαν στα 55 δισ. δολ. συνολικά, ενώ μειώθηκαν επίσης και στις χώρες της υποσαχάριας Αφρικής και της Λατινικής Αμερικής, όπου περιορίστηκαν στα 54 δισ. δολ. και 156 δισ. δολ. αντιστοίχως. Στις χώρες της Ευρώπης και της Κεντρικής Ασίας μειώθηκαν κατά 10,3%, στα 71 δισ. δολάρια.

