Κατά πολλούς αναμενόμενη, η ανάκαμψη που σημείωσαν χθες τα χρηματιστήρια μετά τις μαζικές πωλήσεις της Δευτέρας ήταν εντυπωσιακή σε ό,τι αφορά τις αγορές της Ασίας, που έφτασαν να σημειώνουν άλμα 10%. Λιγότερο εντυπωσιακή στη Wall Street και στην Ευρώπη αλλά πάντως και πάλι συντονισμένη. Το σημαντικότερο είναι πως κατά γενική εκτίμηση οικονομολόγων και αναλυτών, η ανάκαμψη δεν συνεπάγεται απαραιτήτως λήξη της πτώσης ούτε ότι δεν έπονται άλλου είδους αρνητικές εξελίξεις για την οικονομία. Η αβεβαιότητα παραμένει, όπως και ορισμένα από τα ερωτήματα για το τι προκάλεσε μια τόσο έντονη και συντονισμένη πτώση στις αγορές ανά τον κόσμο, μάλλον δυσανάλογη ως προς την κύρια αρνητική εξέλιξη, την αύξηση της ανεργίας στις ΗΠΑ.
Οπως υπογραμμίζουν οικονομικοί αναλυτές του Bloomberg, το μόνο βέβαιο είναι πως κλονίστηκαν οι τρεις πυλώνες στους οποίους βασίστηκε η άνοδος των αγορών τα τελευταία χρόνια, οι τρεις πεποιθήσεις των επενδυτών που εκ των υστέρων ίσως και να φαίνονται αφελείς: ότι η αμερικανική οικονομία είναι ασταμάτητη, η τεχνητή νοημοσύνη θα φέρει την επανάσταση στις επιχειρήσεις παντού και ότι η Τράπεζα της Ιαπωνίας δεν θα αυξήσει ποτέ τα επιτόκια του γιεν. Και μέσα στις τελευταίες δύο εβδομάδες περίπου υπήρξαν εξελίξεις που κλόνισαν και τις τρεις αυτές πεποιθήσεις καθώς αυξήθηκε η ανεργία στις ΗΠΑ, ήταν μάλλον απογοητευτικά τα αποτελέσματα των τεχνολογικών κολοσσών και όσων είχαν πάρει μεγάλη ώθηση από την τεχνητή νοημοσύνη και η Τράπεζα της Ιαπωνίας αύξησε τα επιτόκια του γιεν για δεύτερη φορά μέσα στους τελευταίους μήνες.
Πληθαίνουν οι φωνές των οικονομολόγων που επιμένουν πως δεν επίκειται ύφεση στην αμερικανική οικονομία.
Πληθαίνουν, άλλωστε, οι φωνές των οικονομολόγων που επιμένουν πως δεν επίκειται ύφεση στην αμερικανική οικονομία αν και πολλοί παραδέχονται πως αυτή καθαυτήν η πτώση των αγορών μπορεί να επιφέρει παρεπόμενα. Ανάμεσά τους και τα ίδια τα στελέχη της Fed που, ωστόσο, αναγνωρίζουν πως η ομοσπονδιακή τράπεζα των ΗΠΑ πρέπει όντως να προχωρήσει το συντομότερο σε μείωση των επιτοκίων του δολαρίου προκειμένου να αποφύγει την ύφεση. Ο Ασταν Γκούλσμπι, επικεφαλής της Federal Reserve του Σικάγου, χαρακτήρισε λάθος να θεωρεί κανείς αποκαλυπτικό σημάδι τις μαζικές πωλήσεις μετοχών και τις απέδωσε εν μέρει στην αύξηση των επιτοκίων από την Τράπεζα της Ιαπωνίας καθώς και στην κλιμακούμενη ένταση στη Μέση Ανατολή. Ομοίως η Μέρι Ντέιλι, πρόεδρος της Fed του Σαν Φρανσίσκο, τονίζει πως «πολλές λεπτομέρειες στα τελευταία στοιχεία για την ανεργία μας δείχνουν ότι επιβραδυνόμαστε αλλά όχι ότι είμαστε στο χείλος του γκρεμού». Και ο Μάθιου Μάρτιν, οικονομολόγος της Oxford Economics, εκτιμά πως τα στοιχεία «επιβεβαιώνουν την εικόνα μιας οικονομίας σε μετάβαση και όχι μιας οικονομίας στα πρόθυρα κατάρρευσης».
Συγκρίνοντας, άλλωστε, με παλαιότερα περιστατικά μαζικών πωλήσεων και συντονισμένης πτώσης στην αγορά, οικονομικοί αναλυτές της Wall Street Journal εκτιμούν πως η πτώση της Δευτέρας μοιάζει περισσότερο με το κραχ του 1987, με εκείνη τη Μαύρη Δευτέρα του Οκτωβρίου όταν ο δείκτης S&P 500 έκανε «βουτιά» 20% αλλά τελικά η κρίση έμεινε περιορισμένη στις αγορές και δεν έπληξε την οικονομία. Προπαντός, και ίσως αυτό ενδιαφέρει περισσότερο, εκτιμούν πως το επεισόδιο της Δευτέρας δεν θυμίζει σε τίποτε το 2008 και θεωρούν μάλλον απίθανο να ακολουθήσει νέα χρηματοπιστωτική κρίση. Ευελπιστούν πως θα εξελιχθεί παρόμοια με εκείνο του 1987 αν, βέβαια, υποχωρήσει ο πανικός, η Fed μειώσει τα επιτόκια και οι επενδυτές προσπαθήσουν να επιδείξουν μεγαλύτερη σύνεση και λιγότερη διάθεση για κερδοσκοπία.

