Hξερα καλά το όνομά του στον χώρο και, μπαίνοντας στα σόσιαλ, η φωτογραφία του μου φάνηκε πολύ γνώριμη από το παρελθόν. Τελικά δεν είχαμε βρεθεί ποτέ από κοντά, αλλά δεν έπεσα έξω για την οικειότητα που μου εξέπεμψε, καθώς μέσα από τις πρώτες μας κουβέντες τηλεφωνικά συνειδητοποίησα ότι είμαστε συνομήλικοι.
Eτσι του ζήτησα να μου παραχωρήσει μια συνέντευξη, καθώς τόσο η μέχρι τώρα επαγγελματική διαδρομή του, όσο και η τωρινή του ενασχόληση με την πολυαναμενόμενη δραματική σειρά του ΑΝΤ1 «Ο δικαστής» έχουν πολύ μεγάλο ενδιαφέρον.
Ποιος είναι όμως ο Νίκος Απειρανθίτης…
Γεννήθηκε το 1966 στην Αθήνα. Σπούδασε σκηνοθεσία στη Σχολή Λυκούργου Σταυράκου, αλλά από πολύ νωρίς στράφηκε στο σενάριο, δουλεύοντας ως επαγγελματίας σεναριογράφος από 26 ετών.
Το όνομά του μπορεί να μη σας θυμίζει κάτι συγκεκριμένο, αλλά οι τίτλοι των σειρών που έχει υπογράψει όλα αυτά τα χρόνια είναι κορυφαίοι. «Η αγάπη άργησε μια μέρα», «Ο μεγάλος θυμός, «Ματωμένα χώματα», «Το κόκκινο ποτάμι, «Δούρειος ίππος, «Το προξενιό της Ιουλίας», «Καρτ ποστάλ», «Το βραχιόλι της φωτιάς», «Τα καλύτερά μας χρόνια» είναι ορισμένα από τα πολλά γραπτά του που έγιναν μεγάλες επιτυχίες στην τηλεόραση. Παραμένοντας πάντα μάχιμος, γράφει για τη φετινή σεζόν την τηλεοπτική σειρά «Ο δικαστής», που θα προβληθεί στον ΑΝΤ1.
Πώς ξεκίνησαν όλα;
Στο πλαίσιο μιας οικογενειακής γιορτής στα τέλη της δεκαετίας του ’70, μια ξαδέλφη μου, η Ιωάννα, για να μην κάνουμε φασαρία, μας έβαλε να γράψουμε μια έκθεση. Αδιάφορος μάλλον ως προς την τήρηση των κανόνων –ή για να κάνω τον έξυπνο;– έγραψα ένα ποίημα. Μάλλον η εντύπωση που έκανε ήταν για μένα η αφορμή, το κίνητρο για να το επαναλάβω. Και η διέξοδος για να εκφραστώ, που μου έδωσε το γράψιμο, ήταν καταλυτική για τη συνέχεια. Κατέληξα πολύ γρήγορα πως μου άρεσε να γράφω με εικόνες, να περιγράφω συναισθήματα, όνειρα, δράσεις με ήρωες που ξεπερνούσαν το μέτρο. Το να σπουδάσω κινηματογράφο στα μέσα της δεκαετίας του ’80 ήταν αναπόφευκτο. Αποφασιστικό ρόλο για τη συνέχεια έπαιξε η συνεργασία μου με τον Κώστα Κουτσομύτη, δίπλα στον οποίο δούλεψα στα πρώτα –και καθοριστικά για την εξέλιξή μου– χρόνια της επαγγελματικής μου πορείας. Εκεί, το γράψιμο για μένα έγινε από τρόπος έκφρασης, δουλειά. Και –κατά κάποιον τρόπο– σκοπός ζωής.
Το πρόγραμμα μιας εργάσιμης μέρας σου;
Σε αντίθεση με το παρελθόν, ζω με πολλούς κανόνες! Και αρκετή πειθαρχία. Η μέρα μου ξεκινάει από νωρίς, ειδικά τώρα που γράφω τον «Δικαστή», ένα πολύ απαιτητικό έργο, που χρειάζεται αρκετές ώρες ενασχόλησης ώστε η ελληνική εκδοχή των 60 ωριαίων επεισοδίων να έχει αποτέλεσμα αντάξιο του αρχικού κόνσεπτ. Σε καθημερινή βάση λοιπόν, η δουλειά κρατάει έως το βράδυ και περιλαμβάνει αρκετές σελίδες γράψιμο και διαρκή επικοινωνία με τους ανθρώπους με τους οποίους συνεργάζομαι, τον Βασίλη Σπηλιόπουλο, που είναι ο πολύτιμος σύμβουλός μου σε αυτό το εγχείρημα, και τη Φένη Ψαθά, που γράφει τους διαλόγους. Φυσικά και με τον σκηνοθέτη Κώστα Αναγνωστόπουλο, που είναι ο άνθρωπος-κλειδί για τη μετατροπή του σεναρίου σε τηλεοπτικές εικόνες.
Απαιτητικό και πιεστικό deadline. Τι γίνεται τότε;
Εχουμε φτάσει στην Ελλάδα, τα τελευταία χρόνια ειδικά, τα deadline να οδηγούν σε εξοντωτικά ωράρια και περιορισμένους χρόνους παραγωγής, μέσα στους οποίους δυσκολεύεται να χωρέσει το όραμα, η καινοτομία αλλά ακόμα και η τελειότητα στην εκτέλεση, κάτι που κατά την ταπεινή μου γνώμη είναι και η αιτία που είμαστε στην Ελλάδα καταδικασμένοι να αγοράζουμε περιεχόμενο από το εξωτερικό και όχι να εξάγουμε. Νομίζω πως, αν δινόταν περισσότερος χρόνος στο γράψιμο –δηλαδή οι δουλειές να κλείνονται πιο νωρίς ή να υπάρχουν ρεαλιστικοί χρόνοι παράδοσης–, θα είχαμε καλύτερα αποτελέσματα στην ελληνική μυθοπλασία.
Πώς σε περιγράφουν οι φίλοι σου;
Ρώτησέ τους. Απλώς δεν είμαι σίγουρος ότι θα ’θελα να ακούσω τι σου είπαν!
Η πιο δύσκολη στιγμή της ημέρας;
Οταν ψάχνω τον σκηνοθέτη μας, που είναι στο γύρισμα και τον ζαλίζω με τις δικές μου ανησυχίες. Και φυσικά, όταν βραδιάζει, που ξαναγυρνάω σε όσα γράφτηκαν μέσα στη μέρα και διαρκώς ανακαλύπτω κάτι που δεν έγινε ή που δεν έγινε πολύ σωστά ή όπως πίστευα ότι θα γίνει. Εκεί συνειδητοποιείς πως, όσο και αν στη δουλειά μας με κάποιον τρόπο καταφέρνουμε να εγκλωβίσουμε μέσα στις εικόνες μας τον χρόνο, ο χρόνος δεν είναι ποτέ αρκετός. Κι αυτό, ειδικά όταν μεγαλώνει κανείς, είναι μια οδυνηρή συνειδητοποίηση.
Προγραμματισμός, έμπνευση και φαντασία. Συνδυάζονται εύκολα;
Ισως με κάποια δυσκολία στα πρώτα χρόνια που κάποιος ασχολείται επαγγελματικά, αλλά δεν είναι ένας στόχος ανέφικτος. Ισα ίσα, σε αυτές τις τρεις λέξεις αποτυπώνεται το μέτρο που πρέπει να έχει κάποιος μπαίνοντας στον χώρο. Είναι νομίζω ο χρυσός συνδυασμός για την επιτυχία!
Βιβλία ή κινηματογράφος;
Στο μυαλό μου δεν τα ξεχωρίζω. Αν δεν είχα διαβάσει τόσα βιβλία και αν δεν είχα σπουδάσει και δεν είχα δει τόσο σινεμά, σίγουρα δεν θα είχα ασχοληθεί με το σενάριο. Σκέφτομαι πως, ακόμα και αν σταματήσω να γράφω, δεν θα πάψω να διαβάζω ή να βλέπω ταινίες και σειρές. Θα ήταν για μένα, και συγχωρήστε μου την υπερβολή, ένας μικρός θάνατος.
Αγαπημένη ασχολία;
Η μουσική. Από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου, είμαι wannabe μουσικός και έτσι θα παραμείνω. Αλλά ήμουν τεμπέλης με τις νότες, έτσι περιορίζομαι στο να θαυμάζω τους άλλους να παίζουν – έχω αρκετούς φίλους μουσικούς. Πέρυσι όμως έκανα μια απόπειρα να μάθω ντραμς.
Θα ήθελα το δικό σου στίγμα για τον Νίκο Απειρανθίτη… Τι λέει ο καθρέφτης σου;
Οτι πάχυνα. Και ότι άσπρισαν τα μαλλιά μου. Κατά τα άλλα, μπορώ να κοιτάζω και τον εαυτό μου στον καθρέφτη, αλλά και τους άλλους στα μάτια, γιατί, παρά το δύσκολο περιβάλλον όπου δουλεύω για τριάντα και παραπάνω χρόνια, είμαι καθαρός στις προθέσεις μου και σε αυτό που κάνω. Τις περισσότερες φορές αντιμετωπίζω τη δουλειά μου –αλλά και τη ζωή μου– με σχεδόν παιδικό ενθουσιασμό, σαν να ξεκινάω τώρα! Και την ίδια στιγμή, καταλαβαίνοντας πόσος χρόνος πέρασε, νιώθω ευλογημένος που μπορώ ακόμα και έχω την ευκαιρία να γράφω. Οταν θα σταματήσω, όπως κατάλαβες, δεν πρόκειται να το βάλω κάτω, θα το ρίξω στη μουσική.

