Πώς θα ήταν άραγε αν η χαρακτηριστική μελωδία του τραγουδιού «Του Μικρού Βοριά», σε στίχους Οδυσσέα Ελύτη και μουσική του Μίκη Θεοδωράκη, μεταμορφωνόταν σε έναν διαφορετικό ρυθμό, πιο σύγχρονο, που ξεπηδά από τα χείλη ενός νέου καλλιτέχνη, ορμώμενου από μια άλλη ήπειρο; Την απάντηση έρχεται να δώσει στο Kournos Music Festival, που διοργανώνεται για πέμπτη συνεχή χρονιά στη Λήμνο, ο συνθέτης με καταγωγή από την Πορτογαλία και το Πράσινο Ακρωτήρι, γνωστός για το εκρηκτικό beatboxing του, Αρι Τάβαρες.
Για πρώτη φορά, οι «Μικρές Κυκλάδες» του Μίκη Θεοδωράκη παρουσιάζονται μέσα από μια ριζικά διαφορετική μουσική ανάγνωση, όπου ο Τάβαρες, γιος του διάσημου χορογράφου Αντόνιο Τάβαρες, επιστρατεύει το beatboxing και τον ηλεκτρονικό ήχο για να ανασυνθέσει το έργο, φέρνοντάς το σε διάλογο με τη μουσική του σήμερα. Το τολμηρό αυτό εγχείρημα, στο οποίο συνδημιουργός είναι και η ερμηνεύτρια Μάρθα Μαυροειδή, φωτίζει την έννοια του «παράδοξου» που βρίσκεται φέτος στον πυρήνα του φεστιβάλ, τιμώντας παράλληλα τα 100 χρόνια από τη γέννηση του Μίκη Θεοδωράκη.
«Το ίδιο το έργο είναι ένα ζωντανό παράδοξο», λέει ο Αρι Τάβαρες, προσθέτοντας ότι είναι «απλό αλλά παράλληλα βαθύ, τοπικό και παγκόσμιο, πιο προσωπικό και ταυτόχρονα συλλογικό». Για εκείνον ο Μίκης Θεοδωράκης μέσα από τη μελοποίηση των «Μικρών Κυκλάδων» κατάφερε να μετατρέψει τη γεωγραφία των νησιών σε «συναισθηματικά τοπία», εξηγώντας ότι η δική του επανερμηνεία πάνω στο έργο παίζει με το παράδοξο ότι μία σύγχρονη ηλεκτροακουστική φωνή πλαισιώνει τους στίχους του Ελύτη.
Κατά τη διάρκεια της παραμονής του στο νησί, στο πλαίσιο του καλλιτεχνικού residency, όπου μελέτησε τα επτά ποιήματα που συναποτελούν τον εμβληματικό αυτό δίσκο, ο καλλιτέχνης διατηρώντας τον πυρήνα της μελωδίας του Θεοδωράκη, κατέγραψε τους ήχους του νησιού και τους προσέθεσε σαν μουσική στο έργο που θα παρουσιάσει. «Πέρασα πολύ χρόνο γυρίζοντας στη Λήμνο, καταγράφοντας το κελάηδισμα των πουλιών, τους ήχους της θάλασσας, αφουγκραζόμενος το τοπίο. Με πολλούς τρόπους η φύση ήταν το κοινό μου κατά τη διάρκεια της δημιουργίας. Στόχος του πρότζεκτ ήταν άλλωστε να εξερευνήσω, επίσης, το πώς τα στοιχεία της φύσης και η συλλογική μνήμη μπορούν να επανερμηνευθούν μέσω της τεχνολογίας και της περφόρμανς. Θα παρουσιάσω το έργο μου σε μία υπαίθρια συναυλία όπου το ηχητικό τοπίο του νησιού γίνεται και εκεί μέρος της σύνθεσης», αναφέρει.
Αν και τα μουσικά του ακούσματα δεν ταυτίζονται με τη μουσική του Θεοδωράκη, ακούγοντας τις «Μικρές Κυκλάδες», «ήταν σαν να άκουγα το σάουντρακ ενός ξεχασμένου ονείρου. Η αλληλεπίδραση μουσικής, λόγου και σιωπής (όπως υπάρχει σε κάποια σημεία) μού ξύπνησε μνήμες που δεν ήξερα ότι είχα. Ενιωσα έντονα την παρουσία της θάλασσας, κάτι που με γύρισε πίσω στις ρίζες μου, στο Πράσινο Ακρωτήρι της Αφρικής και τη Λισσαβώνα», λέει ο κ. Τάβαρες, παραδεχόμενος ότι η μελωδία από το τραγούδι «Μαρίνα», είναι αυτή που τον συγκλονίζει περισσότερο.
«Κατάφερα να μεταφράσω τον κόσμο του Θεοδωράκη σε μια σύγχρονη και πιο προσωπική διάσταση, σεβόμενος ακόμη και τις σιωπές του έργου, οι οποίες είναι το ίδιο σημαντικές με τις μελωδίες του».
Οσον αφορά την πρακτική σύνδεση μεταξύ δύο τόσο ετερόκλητων στοιχείων –της ελληνικής λυρικής παράδοσης και του ηλεκτρονικού ήχου– ήταν κάτι που ήρθε φυσικά, αναφέρει, με το beatboxing να συνδέεται οργανικά με τον ποιητικό και ρυθμικό παλμό των «Μικρών Κυκλάδων». «Χρησιμοποιώντας το vocal layering, το loopstain, για τον διπλασιασμό της φωνής μου και αναδημιουργώντας μελωδίες που εμπλέκονται μεταξύ τους σαν μια εσωτερική χορωδία, κατάφερα να μεταφράσω τον κόσμο του Θεοδωράκη σε μια σύγχρονη και πιο προσωπική διάσταση, σεβόμενος ακόμη και τις σιωπές του έργου, οι οποίες είναι το ίδιο σημαντικές με τις μελωδίες του», εξηγεί ο Αρι Τάβαρες.
Ρωτώντας τον πώς πιστεύει ότι το ελληνικό κοινό θα ανταποκριθεί σε αυτή την αβανγκάρντ εκτέλεση, ο καλλιτέχνης είναι αισιόδοξος. «Πιστεύω ότι θα νιώσουν σαν να αντικατοπτρίζονται μέσα από μία νέα μουσική γλώσσα. Ελπίζω, επίσης, να αισθανθούν, σε αυτό το ηχητικό ταξίδι, την ατμόσφαιρα της Λήμνου και ίσως αυτό οδηγήσει στο να ακούσουν το πρωτότυπο έργο μέσα από ένα διαφορετικό πρίσμα».
«(Μικρές) Κυκλάδες», 13/8, Δάφνη Λήμνου.

