Κόνι Φράνσις: Μια ζωή γεμάτη επιτυχίες – και ακόμα περισσότερες τραγωδίες

Κόνι Φράνσις: Μια ζωή γεμάτη επιτυχίες – και ακόμα περισσότερες τραγωδίες

Η σκοτεινή πλευρά της βασίλισσας του τραγουδιού Κόνι Φράνσις. Ο,τι άγγιζε γινόταν χρυσός, ώσπου βρέθηκε αίφνης «εκτός μόδας»

5' 15" χρόνος ανάγνωσης

Για τους περισσότερους κάτω των 65 ετών, η Κόνι Φράνσις ήταν μία ηλικιωμένη πρώην σταρ, με εμφανή σημάδια πλαστικών επεμβάσεων και άκομψα βαμμένα μαλλιά, που ανήκε στο μακρινό παρελθόν, αφού ξεκίνησε την καριέρα της στο δεύτερο μισό της δεκαετίας του 1950 και γνώρισε την τελευταία μεγάλη επιτυχία της το 1965. Η ιστορία της, όμως, δεν περιορίζεται στα περισσότερα από… 100 εκατομμύρια(!!!) αντίτυπα σε πωλήσεις δίσκων, ούτε στο γεγονός ότι ήταν από τις πρώτες γυναίκες καλλιτέχνιδες που διεκδίκησαν πλήρη ελευθερία κινήσεων.

Γιατί η Κονσέτα Ρόζα Μαρία Φρανκονέρο, όπως ήταν το αληθινό της όνομα, υπήρξε μια βαριά χτυπημένη από τη μοίρα γυναίκα που, συν τοις άλλοις, είχε και να διαχειρίζεται για δεκαετίες την αίσθηση ότι από εκεί που ήταν η δημοφιλέστερη τραγουδίστρια στον κόσμο βρέθηκε μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα εκτός «μόδας».

Γεννήθηκε το 1937 στο Νιου Τζέρσεϊ, δεύτερη γενιά Ιταλών μεταναστών, και έπειτα από παρότρυνση του πατέρα της ξεκίνησε την καριέρα της στο τραγούδι, αλλά με τον χειρότερο δυνατό τρόπο: τα εννιά πρώτα σινγκλ που ηχογράφησε για λογαριασμό της MGM δεν είχαν προκαλέσει σχεδόν καμία αίσθηση.

Απογοητευμένη, η νεαρή που είχε υιοθετήσει το όνομα Κόνι Φράνσις για να μπορούν πιο εύκολα να το απομνημονεύουν οι ακροατές και να το προφέρουν οι ραδιοφωνικοί παραγωγοί, είχε αρχίσει να σκέφτεται σοβαρά να σπουδάσει ιατρική, όταν τον Οκτώβριο του 1957 ηχογράφησε ένα παλιό βαλς κομμάτι του 1923 με τίτλο «Who’s Sorry Now», επίσης επιλογή του πατέρα της. Η ίδια δεν έβρισκε τίποτα το ενδιαφέρον σε αυτό και προσπάθησε να το αποφύγει, αλλά ο πατέρας της ήταν ανένδοτος. Και αποδείχθηκε ότι… οι γονείς ξέρουν πάντα πιο καλά: τον Ιανουάριο της επόμενης χρονιάς, το τραγούδι ξεκίνησε μία ξέφρενη πορεία στους καταλόγους επιτυχιών σε Αμερική και Αγγλία, σημείωσε επταψήφιες πωλήσεις και έκανε την Κόνι Φράνσις πασίγνωστη.

Από εκεί και πέρα, όλες της οι επιλογές ήταν εύστοχες και ό,τι άγγιζε γινόταν χρυσός. Δεν ήταν η πιο όμορφη από τις σταρ της εποχής: η μέση γυναίκα μπορούσε να ταυτιστεί μαζί της, αλλά ταυτόχρονα διέθετε και μια ιταλιάνικη χάρη. Δεν είχε την καλύτερη φωνή από όλες – οι ερμηνείες της όμως είχαν και νάζι και τρυφερότητα και θλίψη: καμία άλλη λευκή ερμηνεύτρια της εποχής της δεν τραγουδούσε τόσο πειστικά για τις νεανικές σπασμένες καρδιές. Δεν κουβαλούσε μαζί της κάποια μουσική επανάσταση – κι όμως, τα άλμπουμ της περιείχαν ποπ επιτυχίες και ροκ εν ρολ ξεσπάσματα και τζαζ ενορχηστρώσεις και τουίστ και μπαλάντες και τζαζ και κάουντρι και ελαφρά, χιουμοριστικά τραγούδια. Κατάφερνε να απευθύνεται στους εφήβους που είχαν μόλις ανακαλύψει το ροκ εν ρολ, χωρίς όμως να ξενίζει τους γονείς τους.

Είτε από καλλιτεχνική ανησυχία είτε από εμπορικό δαιμόνιο, η Φράνσις δεν αρκέστηκε στην πρωτοφανή επιτυχία της στις αγγλόφωνες χώρες, αλλά σταθερά ηχογραφούσε τραγούδια και δίσκους στα γερμανικά (οι Γερμανοί τη λάτρεψαν όσο ίσως κανένας άλλος λαός), τα εβραϊκά, τα ισπανικά, τα γαλλικά, τα ιαπωνικά, τα ρουμανικά, ασφαλώς στα ιταλικά και σε άλλες επτά γλώσσες! Στα ελληνικά μπορεί να μην τραγούδησε ποτέ, αλλά το 1965 ηχογράφησε το περίφημο «Μισιρλού» και, δύο χρόνια αργότερα, έκανε το ίδιο με το «Illya Darling», τραγούδι του Μάνου Χατζιδάκι που είχε γίνει γνωστό από το μιούζικαλ με τον ίδιο τίτλο και το ντουέτο Μελίνας Μερκούρη – Τίτου Βανδή.

Το 1963, αμέσως μετά τη δολοφονία του Τζον Κένεντι, μπήκε στο στούντιο για το «In the Summer of His Years» – μία πρωτοβουλία που δεν εκτιμήθηκε σωστά: οι ραδιοφωνικοί σταθμοί αρνούνταν να το μεταδώσουν, θεωρώντας ασεβή την αναφορά στον δολοφονημένο πρόεδρο των ΗΠΑ, παρόλο που όλα τα έσοδα από τις πωλήσεις του αποδίδονταν στην οικογένεια του αστυνομικού Τζέι Ντι Τίπιτ, ο οποίος επίσης είχε σκοτωθεί από τα πυρά.

Κάπου εκεί, εντούτοις, το άστρο της άρχισε να θαμπώνει: εμφανίστηκαν οι Beatles, ξεκίνησε η μουσική Βρετανική Εισβολή και η Κόνι Φράνσις ξαφνικά φάνταζε ξεπερασμένη – η δεκαετία του 1960 δεν έδειχνε πρόθυμη να κρατήσει θέση για μία σταρ με… μπικουτί!

Η σταδιακή πτώση της δημοτικότητάς της, εντούτοις, δεν ήταν σε καμία περίπτωση ό,τι χειρότερο θα της συνέβαινε – στην προσωπική της ζωή, τα πράγματα θα γίνονταν, χωρίς υπερβολή, τραγικά.

Η Κόνι Φράνσις παντρεύτηκε τέσσερις φορές και μόνον ο τρίτος γάμος άντεξε περισσότερο από λίγους μήνες. Με τον σύζυγό της Τζότζεφ Γκαρτζίλι υιοθέτησαν και ένα γιο. Η ίδια απέδιδε την αποτυχία των γάμων της στο γεγονός ότι ο μοναδικός άνδρας που είχε αγαπήσει πολύ, ο τραγουδιστής Μπόμπι Ντάριν, είχε απορριφθεί από τον πατέρα της.

Το γεγονός που θα σημάδευε τη ζωή της έλαβε χώρα στις 8 Νοεμβρίου του 1974: βρισκόταν στη Νέα Υόρκη για μία συναυλία, όταν η αστυνομία τη βρήκε γυμνή, φιμωμένη και δεμένη σε μία καρέκλα σε κατάσταση σοκ: λίγο αργότερα θα ομολογούσε ότι άγνωστος την απείλησε με μαχαίρι, τη χτύπησε, παραλίγο να της προκαλέσει ασφυξία και τη βίασε. Ο ένοχος δεν βρέθηκε ποτέ – η Φράνσις μήνυσε το ξενοδοχείο όπου διέμενε για ελλιπή ασφάλεια και κέρδισε 1,5 εκατ. δολάρια, ποσό-ρεκόρ για την εποχή, που ανάγκασε όλα τα ξενοδοχεία στην Αμερική να αναβαθμίσουν τις υπηρεσίες ασφαλείας τους. Τα χρήματα και η δικαίωση δεν παρηγόρησαν τη Φράνσις, η οποία ουσιαστικά δεν συνήλθε ποτέ από αυτόν τον σκληρό βιασμό: εθίστηκε σε παυσίπονα, έπασχε από αγοραφοβία, διαγνώσθηκε με μανιοκατάθλιψη, κινδύνεψε να χάσει τη φωνή της (χρειάστηκαν τέσσερις επεμβάσεις και τρία χρόνια αφωνίας, για να επιστρέψει στο τραγούδι) και το 1981 χτυπήθηκε –ξανά– από τη μοίρα: ο αδελφός της Τζορτζ, δικηγόρος με έντονη δράση κατά του οργανωμένου εγκλήματος, εκτελέστηκε από μαφιόζους έξω από το σπίτι του. Η Φράνσις άρχισε να μπαινοβγαίνει σε ψυχιατρικές κλινικές μέχρι που το 1984 έκανε απόπειρα αυτοκτονίας και έπεσε σε κώμα. Ηταν μόλις 47 ετών και όλα έμοιαζαν να έχουν τελειώσει…

Μέχρι το 1989, οι μοναδικές δημόσιες εμφανίσεις της ήταν για την προώθηση της αυτοβιογραφίας της, με τίτλο, τι άλλο, «Who’s Sorry Now?». Εκτοτε, πέρα από κάποιες σποραδικές εμφανίσεις στο Λας Βέγκας, επιπρόσθετα προβλήματα υγείας την περιόρισαν ακόμη περισσότερο, με μοναδική αναλαμπή την ανέλπιστη επιτυχία του τραγουδιού της «Pretty Little Baby», ένα ξεχασμένο b-side του 1962 που σημείωσε εκατοντάδες εκατομμύρια views στο TikTok, επειδή διασημότητες των social media το τραγουδούσαν στα παιδιά ή στα κατοικίδιά τους! Στις 16 Ιουλίου πέθανε στη Φλόριντα, αποτραβηγμένη από τα φώτα της δημοσιότητας.

To 2010, σε μία συνέντευξη, ερωτήθηκε τι θα άλλαζε αν γύριζε τον χρόνο πίσω: «Με την εξαίρεση της δολοφονίας του αδελφού μου, θα τα έκανα όλα ξανά από την αρχή. Μπορεί να άγγιξα πολλές φορές το ναδίρ, βίωσα όμως και μερικά συναρπαστικά συναισθήματα που καμία άλλη δουλειά δεν μπορεί να σου εξασφαλίσει».

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT