Αποχαιρετισμός στην «ταραγμένη ιδιοφυΐα» των Beach Boys

Αποχαιρετισμός στην «ταραγμένη ιδιοφυΐα» των Beach Boys

Η απώλεια του Μπράιαν Γουίλσον κλείνει ένα τεράστιο κεφάλαιο στον σύγχρονο ήχο. Γράφοντας τραγούδια όπως το «Surfin’ Safari», το «Help Me, Rhonda», το «Surfin’ USA» έδειξε πώς πρέπει να ακούγεται η Καλιφόρνια, και έγινε με το σχήμα του η ηχητική επιτομή της

5' 57" χρόνος ανάγνωσης

Το αμερικανικό όνειρο σε καλεί να γίνεις ό,τι θες, αρκεί να το πιστέψεις –ή να το πιστέψουν άλλοι για σένα. Στις αρχές της δεκαετίας του ’60, τρία αδέρφια, ο Μπράιαν, ο Καρλ και ο Ντένις, σχολιαρόπαιδα ακόμη, με την προτροπή του μεγάλου αδελφού, του Μπράιαν, άρχισαν να τραγουδούν πολυφωνικές μελωδίες, στα πρότυπα σχημάτων όπως οι Four Freshmen. Πήραν παρέα και τον ξάδερφό τους (Μάιλ Λοβ) και έναν ακόμα φίλο (Αλ Τζαρντίν). 

Ο μύθος όμως της ηλιόλουστης Καλιφόρνια ήθελε να τους δει σαν άλλους πρωταγωνιστές των σερφ ταινιών της εποχής και να τους παρατάξει χαμογελαστούς αγκαλιά με μια σανίδα. Ηταν οι Beach Boys και γεννούσαν ασταμάτητα τραγούδια που πάντρευαν την παρακαταθήκη των φωνητικών σχημάτων και τον εξωτισμό της σερφ μουσικής. Κανείς τους δεν ήξερε σερφ, πέρα από τον ατίθασο Ντένις, αλλά τι σημασία είχε;

Σε αυτή τη σύμβαση, ο Μπράιαν Γουίλσον, η απώλεια του οποίου κλείνει ένα τεράστιο κεφάλαιο στον σύγχρονο ήχο, ήταν ο «νους». Γράφοντας τραγούδια όπως το «Surfin’ Safari», το «Help Me, Rhonda», το «Surfin’ USA» έδειξε πώς πρέπει να ακούγεται η Καλιφόρνια, και έγινε με το σχήμα του η ηχητική επιτομή της. Εκανε επίσης τα κορίτσια να τσιρίζουν για τους Beach Boys, πριν οι Beatles καταφθάσουν στις ΗΠΑ και το στούντιο της εκπομπής του Εντ Σάλιβαν.   

Αποχαιρετισμός στην «ταραγμένη ιδιοφυΐα» των Beach Boys-1
Οι Beach Boys, η επιτομή του καλιφορνέζικου σερφ ήχου που… δεν ήξεραν σερφ. [AP Photo]

Πολύ γρήγορα, βέβαια, ο μεγάλος αδερφός άρχισε να ασφυκτιά μέσα στα πουκάμισα Πέντλετον και την κοσμική ζωή που συνόδευε τις ατέλειωτες περιοδείες των Beach Boys. Στα μέσα των 60s θα άφηνε τους υπόλοιπους Beach Boys, στο απόγειο της δόξας τους, να περιοδεύουν ανά τον κόσμο και εκείνος θα κλεινόταν στο στούντιο. Αυτή θα ήταν ουσιαστικά η απαρχή μιας ρήξης με τα υπόλοιπα μέλη αλλά και με τον πατέρα και αδέκαστο μάνατζερ εκείνα τα πρώτα χρόνια, Μάρι Γουίλσον, που θα έφτανε μέχρι και σε μηνύσεις αργότερα από τον ξάδερφό του, Μάικ Λοβ και στη σταδιακή μετατροπή των Beach Boys σε «πεδίο μάχης». 

Η τομή του «Pet Sounds»

Αποχαιρετισμός στην «ταραγμένη ιδιοφυΐα» των Beach Boys-2
Ο Μπράιαν Γουίλσον στον φυσικό του χώρο, το στούντιο. [Matt Sayles/Invision for Inside Access from Chase/AP Images via AP, file]

Ο Μπράιαν Γουίλσον δεν μπορούσε να εφησυχάσει, άκουγε ήδη μια μουσική που ακόμη δεν είχε συλλάβει κανείς. Ο ένας πόλος ήταν ο Φιλ Σπέκτορ, ο «πατέρας» του λεγόμενου «wall of sound», που πρέπει να ήταν κάτι σαν θεός τότε για τον Γουίλσον. Οπως εύστοχα όμως ακούγεται σε ένα σημείο του περσινού ντοκιμαντέρ του Disney+, «The Beach Boys», «ήταν σαν ο Φιλ Σπέκτορ να ήταν ασπρόμαυρος και ο Γουίλσον το έκανε αυτό technicolor». Και από την άλλη, το «αντίβαρο» των Beatles, που μόλις είχαν κυκλοφορήσει το «Rubber Soul» και ξεκλείδωσε νοητά στον Γουίλσον τη δυνατότητα ενός άλμπουμ που δεν είναι απλά παράθεση τραγουδιών, αλλά ένα συμπαγές, ολοκληρωμένο έργο. 

Το «Pet Sounds», που κυκλοφόρησε το 1966, δεν ήταν ένα concept άλμπουμ. Ηταν ένας δίσκος που όρισε το concept της ίδιας της ποπ μουσικής έκτοτε. Και μια εντελώς προσωπική υπόθεση για τον Μπράιαν Γουίλσον που ετοίμασε σε κάθε λεπτομέρεια τις συνθέσεις και προσέλαβε τα μέλη του «Wrecking Crew», τους μουσικούς δηλαδή του Φιλ Σπέκτορ, για να ηχογραφήσει. Εχει ειπωθεί πως στο στούντιο, ήταν… κάτι σαν τον Στάλιν, μα όπως φαίνεται, ο σκοπός αγιάζει τα μέσα. Ηχογραφημένο σε τετρακάναλο, το «Pet Sounds» ήταν ποπ, ήταν ροκ, ήταν λυρικό, avant garde αλλά και βατό. Με αρμονίες που ακούγονταν «θεϊκές», τόλμησε να βάλει ακόμα και θέρεμιν στην ποπ εξίσωση και να γίνει δικαιωματικά μία από τις επιδραστικότερες στιγμές της δισκογραφίας. Μαντέψτε ποιον δίσκο έβγαλαν ένα χρόνο αργότερα οι Beatles: το «Sgt. Pepper’s Lonely Hearts Club Band». Καμία κόντρα εδώ, μόνο ένας από τους ωραιότερους «διαλόγους» που ακούσαμε ποτέ στη μουσική. 

Ο Γουίλσον έμοιαζε ασταμάτητος και ήταν έτοιμος για το επόμενο αριστούργημά του, το «Smile». Μόνο που οι υπόλοιποι Beach Boys, που όπως φαίνεται ήταν και αυτοί που ενοχλούνταν περισσότερο από οποιονδήποτε με την ταμπέλα της ιδιοφυΐας που συνόδευε πλέον τον Μπράιαν Γουίλσον, διεκδικούσαν μια μεγαλύτερη μερίδα στην πίτα. Ο Γουίλσον άφησε στην άκρη για εκείνη την ώρα το «Smile», και το γκρουπ κυκλοφόρησε μια απλούστερη εκδοχή του, το «Smiley Smile» (1967). Πλέον δεν ήταν «ο νους», αλλά ένας από όλους τους υπόλοιπους Beach Boys, που επιδόθηκαν μέχρι και σε Motown δοκιμές, στο (αρκετά υποτιμημένο) «Wild Honey» (1967). 

Από τα σκοτεινά 70s στο φως του «Smile»

Αποχαιρετισμός στην «ταραγμένη ιδιοφυΐα» των Beach Boys-3
Το «Smile» ήταν το χαμένο αριστούργημα του Γουίλσον, που κατάφερε τελικά να ολοκληρώσει το 2004. [AP Photo]

Η εκκεντρικότητα άρχισε σταδιακά να δίνει τη θέση της στην τρέλα για τον Γουίλσον. Δεν χωρούσε πια στους Beach Boys. Αφησε τα μούσια του, πήρε κιλά, έπινε, έκανε ναρκωτικά και χανόταν σε παραλίες μαζί με μπουκάλια αλκοόλ. Δεν ήθελε να σηκωθεί από το κρεβάτι και τα μόνα ρούχα που ένιωθε άνετα ήταν οι πυτζάμες του. Πάλεψε για πολλά χρόνια με τη σχιζοσυναισθηματική διαταραχή αλλά και με την ασφυκτική «κηδεμονία» του «mr. Landy», του ψυχίατρου δηλαδή Γιουτζίν Λάντι, που παρακολουθούσε κυριολεκτικά όλο το 24ωρο τον Γουίλσον, στις δεκαετίες του ’70 και του ’80. 

Οι Beach Boys θα κατάφερναν να γράψουν άλλη μία πολύ μεγάλη επιτυχία, χωρίς βέβαια καμία ανάμειξη του Γουίλσον και αυτή ήταν το «Kokomo», το 1988. Ανάμεσα σε σύντομα reunion με την μπάντα και σόλο δουλειές του, ο Μπράιαν Γουίλσον μας χρωστούσε –ή ορθότερα, χρωστούσε στον εαυτό του– το χαμένο του αριστούργημα. Το «Smile» κυκλοφόρησε τελικά από τον ίδιο το 2004. Η ακρόασή του μοιάζει με μια βαθιά βουτιά στο μυαλό του Γουίλσον, χωρίς σωσίβιο, μια αψεγάδιαστη συμπύκνωση της μουσικής του αντίληψης. Είναι όμως και μια φωτεινή χαραμάδα που αφήνει την υπόνοια πως, έστω και τότε, έστω και μετ’ εμποδίων, υπήρξε αδέσμευτος και χαρούμενος φτιάχνοντάς το. 

Είναι από εκείνες τις μορφές που δεν θες να πιστέψεις πως μια μέρα φεύγουν, όπως όλοι. Βλέποντας όμως τον Μπράιαν Γουίλσον πριν από λίγα χρόνια στο ντοκιμαντέρ «Long Promised Road» (2021) να περιπλανιέται σχεδόν άβουλα στην πόλη του με τον συντάκτη του Rolling Stone, Τζέισον Φάιν, ταλαιπωρημένος από τα χρόνια ψυχολογικά προβλήματα, ένιωθες πως αυτή είναι μια προπαρασκευή για το οριστικό αντίο. Που αν και αναντικατάστατο μουσικά, αποπνέει και μια μικρή ανακούφιση για τον άνθρωπο Μπράιαν Γουίλσον. Οσο απλοϊκό και να φαντάζει στην περίπτωσή του, έλεγε πως ήθελε απλά να γράφει χαρούμενη μουσική που θα έκανε τους άλλους να νιώθουν καλά. 

Αποχαιρετισμός στην «ταραγμένη ιδιοφυΐα» των Beach Boys-4
«Love and mercy» για έναν από τους σπουδαίους. [AP Photo/Chris Pizzello]

Είχε πει επίσης κάποτε πως ήθελε να ασχοληθεί είτε με την ψυχολογία είτε να γίνει παίκτης του μπέιζμπολ. Σαν κάποιου είδους ειρωνική «μετάθεση» που μοιάζει βγαλμένη από το σύμπαν του «Twin Peaks», το άθλημα απέκτησε πριν κάποια χρόνια πίτσερ που λέγεται Μπράιαν Γουίλσον. Ο «δικός μας» Μπράιαν Γουίλσον τελικά θα απαρνιόταν να «χωρέσει» κάπου, μα θα κυνηγούσε αιώνια την τέλεια μελωδία. Θα την έβρισκε, θαρρείς απρόσκοπτα, θα την έπλαθε και θα την εξύψωνε σε μια ομορφιά υπερβατική. Ακόμα και αν το τίμημα ήταν να μη βρει ποτέ μια αντίστοιχη ομορφιά για τον ίδιο. Ο Μπράιαν Γουίλσον σύναψε ένα «ειδύλλιο» με το απατηλό όνειρο στο οποίο του ήταν αδύνατο να μείνει πιστός, ακόμα και αν επάνδρωσε πανίσχυρα τον κόσμο των ήχων. Μας το έλεγε από το 1966: «I guess I just wasn’t made for these times». Οχι, εξέπεμπε από αλλού, εκεί που το χάρισμά του ήταν ευχή και κατάρα. 


Κεντρική φωτογραφία: AP Photo/Matt Sayles

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT