Με τη χθεσινή βράβευση της ταινίας «Μια μάχη μετά την άλλη» στη Νέα Υόρκη και τα 35α Γκόθαμ, που τιμούν τις ανεξάρτητες παραγωγές, ξεκίνησε η φετινή σεζόν τελετών απονομής. Το θρίλερ του Πολ Τόμας Αντερσον απέσπασε το βραβείο καλύτερης ταινίας, σηματοδοτώντας την πρώτη μεγάλη στιγμή αυτής της σημαντικής –για τον κινηματογράφο– περιόδου, που κορυφώνεται τον Μάρτιο με τα Οσκαρ.
Το φιλμ, με πρωταγωνιστές τους Λεονάρντο ΝτιΚάπριο, Σον Πεν και Τεγιάνα Τέιλορ, ξεχώρισε για την αγωνία και την ατμόσφαιρά του, αλλά και για τον τρόπο που αντικατοπτρίζει τις κοινωνικές συγκρούσεις και ανισότητες της σύγχρονης Αμερικής, κάτι που εξηγεί σε μεγάλο βαθμό γιατί κέρδισε την προτίμηση των κριτικών στα Γκόθαμ. Η βράβευσή του επαναφέρει την ερώτηση: ποια σχέση έχουν τα Γκόθαμ με τα βραβεία της Αμερικανικής Ακαδημίας Κινηματογραφικών Τεχνών και Επιστημών; Η απάντηση δεν είναι ποτέ άμεση.
Αν και ορισμένες χρονιές νικητές των Γκόθαμ υπήρξαν ταινίες που σημείωσαν μεγάλη επιτυχία στα Οσκαρ –όπως το «The Hurt Locker» (2008), το «Moonlight» (2016) ή το «Τα πάντα όλα» (2022)– δεν είναι ασυνήθιστο οι επιλογές της επιτροπής να μην περιλαμβάνονται στις υποψηφιότητες της Ακαδημίας.
Η διαφορά οφείλεται στον τρόπο ψηφοφορίας. Στα Γκόθαμ, τις αποφάσεις παίρνουν κυρίως κριτικοί, δημοσιογράφοι και ειδικοί του ανεξάρτητου σινεμά. Αντίθετα, στα Οσκαρ, την τελική λέξη έχουν τα μέλη της Ακαδημίας που αριθμούν πάνω από 11.000 επαγγελματίες του κινηματογράφου.
Με διαφορετικά κριτήρια και μια πιο «σινεφιλική» επιτροπή, τα Γκόθαμ συχνά φωτίζουν ταινίες που τραβούν την προσοχή των ειδικών, ενώ η φετινή βράβευση του «Μια μάχη μετά την άλλη» επιβεβαιώνει αυτή τη δυναμική, αναδεικνύοντας ένα έργο με συγκλονιστική αφήγηση και πυκνή ατμόσφαιρα.
Η ανάδειξη της ταινίας του Αντερσον στα Γκόθαμ εντάσσεται σε μια παράδοση που δείχνει πως τα βραβεία αυτά μπορούν να λειτουργήσουν ως «θερμοκοιτίδα» για κινηματογραφικές δουλειές με ιδιαίτερη καλλιτεχνική αξία. Σε αρκετές περιπτώσεις, ταινίες που ξεκίνησαν με αναγνώριση στα βραβεία ανεξάρτητου σινεμά –όπως το «Spotlight» (2015) ή το «Nomadland» (2020)– κατάφεραν στη συνέχεια να ξεχωρίσουν και στα Οσκαρ, ενώ άλλες, παρά τη δημοσιότητα που απέκτησαν, όπως το «A Different Man» (2024), το «Past Lives» (2023) ή το «The Fabelmans» (2022), δεν κατάφεραν να κερδίσουν χρυσά αγαλματίδια ή να βραβευτούν σε σημαντικές κατηγορίες.
Επίσης στα φετινά Γκόθαμ ο Ιρανός σκηνοθέτης Τζαφάρ Παναχί απέσπασε τρία βραβεία (καλύτερης σκηνοθεσίας, πρωτότυπου σεναρίου και διεθνούς ταινίας) για το φιλμ «Ενα απλό ατύχημα». Η διάκριση αυτή δείχνει ότι η συγκεκριμένη τελετή απονομής αναδεικνύει και διεθνείς δημιουργίες με έντονο πολιτικό ή καλλιτεχνικό αποτύπωμα, προσφέροντας πλατφόρμα σε ταινίες που ξεχωρίζουν για τη φωνή και την τόλμη τους.
Παρά τις διαφορές στην ψηφοφορία και τα κριτήρια επιλογής, τα Γκόθαμ παραμένουν σημαντικός σταθμός στην πορεία μιας ταινίας μέσα στη σεζόν των βραβείων. Αναδεικνύουν έργα που κερδίζουν την προσοχή των ειδικών και δημιουργούν συζητήσεις γύρω από νέες τάσεις και ταλέντα στον κινηματογράφο. Συχνά επηρεάζουν την κατεύθυνση των υποψηφιοτήτων στα επόμενα βραβεία, ενώ ταυτόχρονα προσφέρουν αναγνωρισιμότητα σε ταινίες που ίσως δεν είχαν μεγάλη προβολή, ακόμα κι αν δεν διακριθούν περαιτέρω.
Παράλληλα, φωτίζουν καινούργιες τάσεις στον κινηματογράφο και δίνουν την ευκαιρία σε νέα ταλέντα να ξεχωρίσουν, ανεξάρτητα από το αν η Ακαδημία θα τους ακολουθήσει με υποψηφιότητες ή βραβεία. Με αυτόν τον τρόπο, τα Γκόθαμ παραμένουν μια σημαντική πλατφόρμα μέσα στη σεζόν των βραβεύσεων, συνδέοντας κριτικούς, δημιουργούς και κοινό γύρω από τον κινηματογράφο που ξεχωρίζει.
Τελικά, παρότι τα Gotham Awards σηματοδοτούν την αρχή της σεζόν απονομών και πολλές ταινίες ξεκινούν την πορεία τους εκεί, η σύνδεσή τους δεν είναι αυτοματοποιημένη.
Και ενώ η σεζόν των βραβείων τώρα ξεκινά, το ερώτημα παραμένει: θα επαληθευτούν οι επιλογές των Γκόθαμ; Θα καταφέρει το «Μια μάχη μετά την άλλη» να κερδίσει την αναγνώριση και στα Οσκαρ; Η ξεχωριστή δημιουργία του Παναχί θα αφήσει το δικό της στίγμα στη μεγαλύτερη γιορτή του κινηματογράφου;

