Σπασμένη φλέβα ★★★
ΔΡΑΜΑ (2025), 127΄
Σκηνοθεσία: Γιάννης Οικονομίδης
Ερμηνείες: Βασίλης Μπισμπίκης, Μαρία Κεχαγιόγλου
Πέντε χρόνια μετά την (μάλλον υποτιμημένη) «Μπαλάντα της τρύπιας καρδιάς», ο Γιάννης Οικονομίδης επιστρέφει για να μας συστήσει έναν ακόμη χαρακτηριστικά «οικονομιδικό» ήρωα. Ο Θωμάς Αλεξόπουλος (Βασίλης Μπισμπίκης) είναι ένας μεσήλικας επιχειρηματίας, ο οποίος έχει βρεθεί πνιγμένος στα χρέη, κυρίως εξαιτίας των δικών του επιπόλαιων επιλογών. Οταν ένας αδίστακτος τοκογλύφος θα του δώσει τελεσίγραφο πριν του πάρει το σπίτι, εκείνος θα ξεκινήσει έναν απελπισμένο αγώνα ενάντια στον χρόνο προκειμένου να σώσει τόσο την οικογενειακή εστία όσο και την υπόληψή του.
Ο Οικονομίδης –και ο συν-σεναριογράφος, Βαγγέλης Μουρίκης– τοποθετεί τον ήρωά του μέσα σε έναν κόσμο βουτηγμένο στη διαφθορά και στον κυνισμό, με τις όποιες ανθρώπινες αξίες να έχουν καταλυθεί και με μοναδικό θεό το χρήμα. Ο Αλεξόπουλος μοιάζει να μην έχει δίπλα του ούτε έναν αληθινό φίλο, παρά μόνον ανθρώπους με τους οποίους συναλλάσσεται. Είναι και ο ίδιος προφανώς παράγωγο μιας εποχής αφθονίας, η οποία έχει παρέλθει οριστικά, ωστόσο αρνείται να το παραδεχτεί – μέχρι την τελευταία στιγμή θα ψάξει το τρελό σχέδιο που θα τον λυτρώσει, με αποτέλεσμα να οδηγηθούμε στο βγαλμένο από αρχαία τραγωδία φινάλε. Με μεγαλύτερο δραματικό βάθος, αλλά λιγότερη εφευρετικότητα σε σχέση με προηγούμενα έργα του, ο Οικονομίδης παραδίδει άλλο ένα στιβαρό φιλμ, που διακρίνεται για την ένταση, τον ρυθμό του, καθώς και τη σπουδαία ερμηνεία του Βασίλη Μπισμπίκη –και της πλειονότητας του καστ– στον πρωταγωνιστικό ρόλο.
Για πάντα; ★★½
ΚΟΜΕΝΤΙ (2025), 110΄
Σκηνοθεσία: Ντέιβιντ Φρέιν
Ερμηνείες: Ελίζαμπεθ Ολσεν, Μάιλς Τέλερ
Η τυπική ρομαντική κομεντί συναντά τις υπαρξιακές ανησυχίες, σε ένα φιλμ που επωφελείται και από τη λάμψη των πρωταγωνιστών του. Εδώ βρισκόμαστε βασικά στη μετά θάνατον ύπαρξη, όπου οι ψυχές έχουν στη διάθεσή τους μία εβδομάδα ώστε να αποφασίσουν πού και –το σημαντικότερο– με ποιον θέλουν να περάσουν την αιωνιότητα. Για την Τζόαν (Ελίζαμπεθ Ολσεν) αυτό σημαίνει να επιλέξει ανάμεσα στον άνδρα με τον οποίο πέρασε μαζί μια ολόκληρη ζωή (Μάιλς Τέλερ) και στον πρώτο της μεγάλο έρωτα (Κάλουμ Τέρνερ), που σκοτώθηκε νέος στον πόλεμο και περίμενε 67 χρόνια για να ξανασμίξουν. Το αρκούντως σπιρτόζικο σενάριο των Πατ Κουνέιν και Ντέιβιντ Φρέιν κάνει περισσότερο ενδιαφέρον και αστείο ένα κατά τα άλλα μάλλον προβλέψιμο φιλμ, που χρησιμοποιεί το «όχημα» της μετά θάνατον μετάβασης για να τραβήξει την προσοχή του θεατή. Πράγματι, οι περισσότερο φιλοσοφημένες παρατηρήσεις και οι στοχασμοί δεν αφθονούν ακριβώς εδώ, σε αντίθεση με τους χαρισματικούς ηθοποιούς, ακόμη και σε δεύτερους ρόλους, όπως αυτός της βραβευμένης με Οσκαρ, Ντα’Βάιν Τζόι Ράντολφ («Τα παιδιά του χειμώνα»).
Πέθανε αγάπη μου ★★
ΨΥΧΟΛΟΓΙΚΟ ΘΡΙΛΕΡ (2025), 119΄
Σκηνοθεσία: Λιν Ράμσεϊ
Ερμηνείες: Τζένιφερ Λόρενς, Ρόμπερτ Πάτινσον
Η καταξιωμένη Βρετανίδα δημιουργός Λιν Ράμσεϊ επιστρέφει φιλοδοξώντας να καταγράψει την πολυπλοκότητα και τον συχνά εκρηκτικό χαρακτήρα των ερωτικών σχέσεων, έχοντας στη διάθεσή της δύο από τους κορυφαίους σύγχρονους κινηματογραφικούς αστέρες. Η Τζένιφερ Λόρενς και ο Ρόμπερτ Πάτινσον υποδύονται την Γκρέις και τον Τζάκσον, ένα νεαρό, τρελά ερωτευμένο ζευγάρι, που αφήνει τη Νέα Υόρκη για μια πιο ήσυχη ζωή στην επαρχιακή Μοντάνα. Εκεί, σε ένα απομονωμένο εξοχικό σπίτι, οι δυο τους θα γίνουν γονείς, με την Γκρέις να προσπαθεί να προσαρμοστεί στην καινούργια κατάσταση, νιώθοντας όμως να ασφυκτιά και σταδιακά να οδηγείται στην παράνοια. Αυτή η τελευταία λέξη (παράνοια) λέει αρκετά για το φιλμ της Ράμσεϊ, η οποία ξεκινά με ωραίες ιδέες, ποντάροντας ορθώς στη χημεία των πρωταγωνιστών της, ωστόσο στη συνέχεια παρασύρεται σε έναν κυκεώνα υπερβολών και επιδεικτικά αναπάντεχων επιλογών. Η κατά τα άλλα ευπρόσδεκτη αλληγορία της πάνω στο μοτίβο «γάμος – παιδιά» τραβιέται στα άκρα, ενώ και η αφηγηματική συνοχή της ταινίας, με τα συχνά χρονικά άλματα, δεν είναι ακριβώς ιδανική. Από την άλλη δεν μπορεί να αγνοηθεί η αφοσιωμένη ερμηνεία, ιδίως της Τζένιφερ Λόρενς, σε ένα ρόλο συγγενικό και με εκείνον που υποδύθηκε στο «Mother» του Ντάρεν Αρονόφσκι, με την Αμερικανίδα ηθοποιό να μπολιάζει τον χαρακτήρα και με εμπειρίες από τη δική της πρόσφατη μητρότητα.
Το δάκρυ του διαβόλου ★★½
ΤΡΟΜΟΥ (2024), 98΄
Σκηνοθεσία: Γκονζάλο Οτέρο
Ερμηνείες: Σίντνεϊ Αμανουέλ, Μία Ρόουζ Καβένσκι
Το είδος της λεγόμενης found footage ταινίας τρόμου (κάτι σαν ψευδοντοκιμαντέρ τρόμου) μας φέρνει άλλο ένα δείγμα του, αυτή τη φορά γυρισμένο εξ ολοκλήρου στις εξωτικές Ανδεις. Εκεί, μια παρέα φίλων κινηματογραφιστών ανεβαίνει για να γυρίσει ένα τολμηρό οικολογικό ντοκιμαντέρ με θέμα τις παράνομες μεταλλευτικές εξορύξεις στο περουβιανό δάσος. Καθώς αυτοί ωστόσο αγνοούν τις προειδοποιήσεις των ντόπιων και εισέρχονται στο «απαγορευμένο» περιβάλλον, θα έρθουν αντιμέτωποι με μια αρχαία εκδικητική δύναμη που αρχίζει να τους καταδιώκει ανελέητα. Οι σκοτεινές παραδόσεις της περιοχής των Ανδεων παντρεύονται γοητευτικά με τις οικολογικές ανησυχίες, σε ένα φιλμ που αποπνέει όντως αύρα αυθεντικού ντοκουμέντου. Ο συγκεκριμένος (δύσκολος αφηγηματικά) μηχανισμός δεν λειτουργεί πάντα στην εντέλεια ούτε μοιάζει απολύτως πειστικός, όμως είναι αρκετός ώστε να κρατήσει ζωντανό το ενδιαφέρον του θεατή μέχρι την ανατροπή του καταληκτικού μέρους του φιλμ.

