Είτε αποτελεί και λίγο… παράδοση, είτε όχι, είναι πάντα ωραίο να βλέπεις ελληνικές ταινίες να βραβεύονται στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης. Ειδικά όταν αυτές διακρίνονται στα διεθνή διαγωνιστικά τμήματα, απέναντι σε παραγωγές από το εξωτερικό, τα βραβεία τους αποκτούν άλλη αξία. Για να είμαστε σωστοί ιεραρχικά πάντως, μια και το 66ο Φεστιβάλ έριξε προχθές, Κυριακή, την αυλαία του, ξεκινάμε με τον Χρυσό Αλέξανδρο για την καλύτερη ταινία του Διεθνούς Διαγωνιστικού, ο οποίος απονεμήθηκε στο «Η βασίλισσα του βαμβακιού» της Σουζάνα Μιργκάνι. «Καθώς ζούμε σε έναν κόσμο που μαστίζεται από γενοκτονίες και πολέμους, αυτή η ταινία μάς θύμισε τι είναι πραγματικά σημαντικό και τι είναι αυτό για το οποίο παλεύουμε: τις οικογένειες και τις κοινότητές μας», ανέφερε η Ελεγκανς Μπράτον εκ μέρους της κριτικής επιτροπής, παραδίδοντας το βραβείο.
Το αμέσως επόμενο, για την καλύτερη σκηνοθεσία, πήγε στον Αριστοτέλη Μαραγκό, ο οποίος προκάλεσε αρκετές συζητήσεις στο φετινό φεστιβάλ με το «Μπιτσκόμπερ», μια ιστορία που αντλεί έμπνευση από τα γραπτά του Νίκου Καββαδία, αλλά όχι μόνο. «Είναι ουσιαστικά η ιστορία ενός πλοίου που δεν θα ταξιδέψει ποτέ. Με τη Χρυσούλα Κοροβέση, που γράψαμε μαζί το σενάριο, είχαμε διαβάσει παλιότερα σε ένα άρθρο για ένα κέντρο αστέγων στη Βαρσοβία, όπου ένας ιερέας παρακίνησε τους τροφίμους να κατασκευάσουν ένα πλοίο. Στη Βαρσοβία βέβαια δεν υπάρχει θάλασσα, οπότε το πλοίο δεν ταξίδεψε – από εκεί μας ήρθε η ιδέα», μας λέει ο Μαραγκός. Στην ταινία του ένας ονειροπόλος άνδρας (Χρήστος Πασσαλής), με λαχτάρα αλλά και φόβο για τη θάλασσα, ξεκινάει να επισκευάσει ένα σαπιοκάραβο. Μαζί του θα βρεθεί μια ομάδα απόκληρων, έχοντας σαν τρελό όνειρο να μπαρκάρουν για ένα καλύτερο αύριο.

Το «Μπιτσκόμπερ» κέρδισε επίσης το βραβείο καλλιτεχνικού επιτεύγματος-διεύθυνσης φωτογραφίας, το οποίο απονεμήθηκε στον διακεκριμένο Ελληνα φωτογράφο Γιώργο Καρβέλα. «Η αισθητική της ταινίας βασίζεται προφανώς στην εκπληκτική δουλειά του Γιώργου και σε κάποιες επιλογές, δεμένες με την ιστορία. Το τοπίο της Λέσβου, όπου γυρίστηκε, σίγουρα επηρέασε πολύ –αρχικά ήταν γραμμένη για κάποιο μεταβιομηχανικό αστικό σκηνικό– όπως και η συναισθηματική ροή του πρωταγωνιστή, που αποτυπώθηκε επίσης οπτικά», συμπληρώνει ο σκηνοθέτης του φιλμ. Το ταξίδι του τελευταίου ξεκίνησε από το Μπουένος Αϊρες και συνεχίζεται προσεχώς στο φεστιβάλ του Καΐρου, ενώ οι βραβεύσεις στη Θεσσαλονίκη θα βοηθήσουν (ελπίζουμε) να βρει και διανομή στις αίθουσες.
«Είναι ουσιαστικά η ιστορία ενός πλοίου που δεν θα ταξιδέψει ποτέ», αναφέρει ο Αριστοτέλης Μαραγκός για το «Μπιτσκόμπερ», την ταινία που συζητήθηκε πολύ και πήρε το βραβείο καλύτερης σκηνοθεσίας.
Εκεί πάντως –και συγκεκριμένα στα θερινά σινεμά– θα βρεθεί το επόμενο καλοκαίρι η «Αρκουδότρυπα» των Στέργιου Ντινόπουλου και Χρυσιάννας Παπαδάκη. Η ταινία, που συμμετείχε επίσης στο διεθνές διαγωνιστικό, έφυγε από τη Θεσσαλονίκη με επτά βραβεία, ανάμεσα στα οποία εκείνα του ΕΚΚΟΜΕΔ για τους καλύτερους πρωτοεμφανιζόμενους σκηνοθέτες ελληνικής πρεμιέρας και καλύτερης πρωτοεμφανιζόμενης ηθοποιού για τη Χαρά Κυριαζή. «Με τη Χρυσιάννα ξεκινήσαμε να γυρίσουμε μια μικρού μήκους ταινία στο χωριό μου εν μέσω πανδημίας και τελικά φτάσαμε ώς εδώ. Σίγουρα ήμασταν τυχεροί με τη δημιουργική μας ομάδα, αλλά και με την κοινότητα που χτίστηκε από τη μικρού μήκους και συνεχίστηκε στη μεγάλου. Νομίζω ότι μέρος της απήχησης της ταινίας οφείλεται ακριβώς σε αυτό το στοιχείο, τη συλλογικότητα δηλαδή, που φαίνεται και στην οθόνη», μας λέει ο Στέργιος Ντινόπουλος.

Η ιστορία φιλίας-έρωτα δύο νεαρών γυναικών κάπου στα ορεινά της ελληνικής επαρχίας πράγματι εξελίχθηκε στη μεγάλου μήκους «Αρκουδότρυπα», αποτελώντας ίσως και ένα υπόδειγμα για τους νέους Ελληνες κινηματογραφιστές, που κάνουν τα πρώτα τους βήματα στον χώρο. «Πιστεύω ότι βγάζει νόημα η ανάπτυξη ενός κινηματογραφικού πρότζεκτ αρχικά μέσω της μικρού μήκους, ειδικά όταν δεν υπάρχει από πίσω κάποιος παραγωγός και σοβαροί πόροι. Ουσιαστικά με 20 φίλους σου και λίγα χρήματα, μπορείς να κάνεις μια καλλιτεχνική προσπάθεια και να βρεις την ομάδα σου. Επιπλέον, έτσι βρίσκεις καινούργια πρόσωπα, που δεν είναι στην αγορά του σινεμά, σαν τη Χαρά Κυριαζή ή την Αρσινόη Πηλού, που ήταν αληθινή αποκάλυψη στη διεύθυνση φωτογραφίας και τώρα όλοι μιλούν για τη δουλειά της», σημειώνει σχετικά ο Ντινόπουλος.
Στη Θεσσαλονίκη βέβαια διακρίθηκαν και άλλες ελληνικές ταινίες που ήταν εκτός διεθνούς διαγωνιστικού. Πέντε βραβεία, ανάμεσα στα οποία και αυτό της Πανελλήνιας Ενωσης Κριτικών Κινηματογράφου, κέρδισε το «Πολύ κοριτσίστικο όνομα το Πάττυ» του Γιώργου Γεωργόπουλου, ομολογουμένως μία από τις πιο αγαπητές ταινίες του φετινού Φεστιβάλ. Το ίδιο ισχύει και για το «Life in a Beat» της Αμέρισσας Μπάστα, το οποίο μάλιστα απέσπασε και δύο βραβεία κοινού. Από τις υπόλοιπες βραβεύσεις τέλος, λόγος αξίζει να γίνει και για το «Κάρλα», γερμανικό φιλμ της ελληνικής καταγωγής Κριστίνα Τουρνατζή, το οποίο κέρδισε τόσο το βραβείο σεναρίου, όσο και εκείνα της διεθνούς ένωσης κριτικών (FIPRESCI) και του κοινού, στο διεθνές διαγωνιστικό τμήμα.

