Το 2019 ο Γάλλος Ζερεμί Κλαπέν έγινε διάσημος όταν το ευφάνταστο animation «Εχασα το σώμα μου» έφτασε μέχρι την τελετή απονομής των Οσκαρ. Εκεί, μεταξύ άλλων, ο θεατής παρακολουθούσε την ιστορία ενός… χεριού, το οποίο το σκάει από ένα εργαστήριο ανατομίας, αποφασισμένο να αναζητήσει το σώμα του. Οταν συναντήσαμε τον Γάλλο κινηματογραφιστή στο Φεστιβάλ Βερολίνου, ήταν για την επόμενη ταινία του με τίτλο «Την ίδια ώρα, στη Γη» (κυκλοφορεί από χθες στις αίθουσες), η οποία εξερευνά το θέμα της απώλειας με τη βοήθεια… εξωγήινων.
«Νομίζω ότι έχει να κάνει με τον τρόπο που μου αρέσει να χρησιμοποιώ το φανταστικό στοιχείο. Κατά τη γνώμη μου, το φανταστικό μπορεί να βοηθήσει το κοινό να κάνει ένα βήμα στο πλάι και να παρατηρήσει την πραγματικότητα από διαφορετική σκοπιά. Δεν ανησυχώ ότι όλα αυτά μπορεί να θεωρηθούν υπερβολές. Στο σινεμά όλα είναι πιθανά. Χρησιμοποιούμε τη μεταφορά ώστε να κατανοήσουμε καθαρότερα και σε μεγαλύτερο βάθος κάτι που συνήθως παραβλέπουμε. Ουσιαστικά το φανταστικό βοηθάει ώστε το αόρατο να γίνει ορατό», σημειώνει ο Κλαπέν σχετικά με τους μηχανισμούς που χρησιμοποιεί γύρω από τα κατά τα άλλα πολύ ρεαλιστικά θέματά του.
Στην ταινία του μια νεαρή κοπέλα δυσκολεύεται να ξεπεράσει την απώλεια του αστροναύτη αδελφού της, μέχρι που μια μορφή εξωγήινης ζωής της παρουσιάζεται υποσχόμενη να τον φέρει πίσω. «Η ιδέα ξεκινάει από τον ενθουσιασμό μου για το Διάστημα. Βασικά είναι συλλογικός ενθουσιασμός. Ολοι κοιτάζουμε αυτό το μέρος στο οποίο δεν θα πάμε ποτέ – μάλλον δηλαδή. Κοιτάζουμε ο ένας τον άλλο, οι δύο πλευρές του ποταμού. Το παρόν κοιτάζει το παρελθόν, πάντα προσπαθούμε να επιστρέψουμε στο παρελθόν. Κατά μια έννοια ο κόσμος των ζωντανών παρατηρεί εκείνον των νεκρών. Οπότε σκέφτηκα αυτή την ιστορία, της νεαρής γυναίκας, κολλημένης στη Γη, να κοιτάζει το Διάστημα, θρηνώντας μια απώλεια».
Ηθελα να φέρω το animation στην ταινία σαν αντίβαρο στην πραγματικότητα, εν μέρει για να δείξω και πως αυτή μπορεί να είναι άσχημη και σκληρή.
Ο Κλαπέν επιστρατεύει κι εδώ το αγαπημένο του animation σε κομμάτια του φιλμ, προκειμένου να δώσει εικόνα στη ζωηρή φαντασία της ηρωίδας του: «Οι κόσμοι της πραγματικότητας και της φαντασίας είναι διαρκώς σε διάλογο αλλά και σε σύγκρουση μεταξύ τους. Ηθελα να φέρω το animation στην ταινία σαν αντίβαρο στην πραγματικότητα, εν μέρει για να δείξω και πως αυτή μπορεί να είναι άσχημη και σκληρή. Το φιλμ έχει να κάνει με τον θρήνο. Ο θρήνος είναι κάτι βίαιο και με αυτή την έννοια υπάρχει αρκετή βία στην ταινία».

Οι εξωγήινοι, τους οποίους ουσιαστικά δεν βλέπουμε ποτέ αλλά τους ακούμε, αναθέτουν στην Ελσα κάποιες αποστολές, όμως δεν παραλείπουν να κάνουν και φιλοσοφικές παρατηρήσεις. «Αρχικά οι συγκεκριμένοι εξωγήινοι είναι αθάνατοι. Οπότε η σχέση τους με τη ζωή δεν είναι η ίδια με τη δική μας. Οταν η κουβέντα αρχίζει και γίνεται πιο φιλοσοφική και υπαρξιακή, δεν έχουν την ίδια έννοια σκοπού με τους ανθρώπους, δεν έχουν ακριβώς κάποιο σχέδιο. Απλώς μετακινούνται από το ένα μέρος στο άλλο για να πειραματιστούν. Αφού δεν πεθαίνουν δεν χρειάζεται να θυσιάσουν κάτι· αντιθέτως προσπαθούν να “νιώσουν” τα πράγματα, όμως δεν έχουν μεγάλη εξοικείωση με το ανθρώπινο συναίσθημα».
Τον πρωταγωνιστικό ρόλο στην ταινία έχει η Αγγλογαλλίδα Μέγκαν Νόρθαμ, την οποία γνωρίσαμε μέσα από το γυρισμένο στην Αθήνα «Greek Salad». Εδώ ο ρόλος της είναι αρκετά πιο περίπλοκος, παρ’ όλα αυτά τα καταφέρνει πολύ καλά: «Προερχόμενος από το κινούμενο σχέδιο, όταν γράφω το σενάριο, δημιουργώ έναν χαρακτήρα γνωρίζοντας ότι αυτός θα μείνει σε γενικές γραμμές o ίδιος στην ταινία. Εδώ όμως έπρεπε να τον φέρω στον πραγματικό κόσμο, να συναντήσω ανθρώπους. Η Μέγκαν νομίζω ότι κατάφερε να συγχρονίσει χαρακτήρα και ερμηνεία. Με έκανε κι εμένα να πιστέψω περισσότερο στην ιστορία μου. Ουσιαστικά εγώ την ακολούθησα, την εμπιστεύθηκα. Εφερε ένταση και ευθραυστότητα στον ρόλο. Πιστεύω επίσης ότι δυσκολεύτηκε αρκετά γιατί το γύρισμα είναι μια μακρά διαδικασία κι εκείνη εμφανίζεται σε κάθε σκηνή. Ηταν όμως υπέροχη».

