Ιχνηλάτης της παλιάς Αθήνας, με τρόπο μεθοδικό και συστηματικό, ο Κώστας Χρ. Χατζιώτης μας έχει παραδώσει ένα ακόμη πόνημα, προϊόν της ερευνητικής εργασίας του, με θέμα την οδό Σταδίου. Τόμος που αποτελεί ενότητα με το προ ολίγων ετών βιβλίο του για τη Βασιλίσσης Σοφίας, η νέα έκδοση (από τις εκδόσεις Παρισιάνου) αποτελεί μια ιστορική τομή για έναν από τους πιο ονομαστούς δρόμους της χώρας.
Με δελεαστικό υπότιτλο «Η ρεματιά που έγινε ο κεντρικότερος δρόμος της Αθήνας», η «Οδός Σταδίου» προσφέρει πλήθος από πληροφορίες και εικονογραφικό υλικό: παλιές φωτογραφίες και διαφημίσεις οργανωμένες σε θεματικές ενότητες.
Ο Κώστας Χρ. Χατζιώτης, παλιός Αθηναίος, ερευνητής, ιστοριοδίφης και γλαφυρός αφηγητής, αποτελεί με τα γραπτά του μέρος μιας μακράς αθηναιογραφικής παράδοσης. Ανάμεσα στα πολλά έργα του ξεχωρίζει το βιωματικό αφήγημά του «Η παλιά γειτονιά: Πλατεία Βάθης – Αγιος Παύλος – Σιδηροδρομικοί σταθμοί» (εκδ. Παρισιάνου, 2018), στο οποίο καταθέτει τις δικές του αναμνήσεις, αλλά και μια πολύτιμη ανθρωπογεωγραφία της γειτονιάς.
Αλλά στην «Οδό Σταδίου», ο κ. Χατζιώτης μεταγγίζει τις αφηγήσεις, τα βιώματα και τις παρατηρήσεις δεκαετιών, δικές του και τρίτων, και οργανώνει ένα δημόσιο βλέμμα στην αστική παρακαταθήκη της Αθήνας. Με την πολύτιμη προσωπική πείρα, ακτινογραφεί την εξέλιξη της οδού Σταδίου από τα πρώτα χρόνια της οθωνικής περιόδου, όταν ήταν ακόμη ρέμα με αδιαμόρφωτη επιφάνεια, έως την εμπορική και κοινωνική της συγκρότηση, εξέλιξη που συνέβη με ταχείς ρυθμούς μετά το 1860. Η επίγευση από την αναπαράσταση της οδού Σταδίου στον ιστορικό χρόνο είναι μια αίσθηση γλυκιά και πικρή, που προκαλεί ευχαρίστηση, στοχασμό, αναπόληση, όραμα για το μέλλον. Καθώς η οδός Σταδίου ταυτίστηκε, όσο κανένας άλλος κεντρικός δρόμος, με την οικονομική κατάρρευση της δεκαετίας του 2010, η ιστορική της ανασύσταση αλλά και η σύγχρονη σταδιακή ανάρρωσή της οργανώνουν ένα ψυχικό υπόβαθρο απολογισμού και προσδοκίας.
Ως δρόμος δημόσιας ζωής, περιπάτου και εμπορίου, η οδός Σταδίου ζωντανεύει μέσα από την έρευνα του συγγραφέα ως ο απόλυτος πυκνωτής της αστικοποίησης της Αθήνας στα τέλη του 19ου αιώνα, όταν είχε πλέον συγκροτηθεί μια κοινωνική κινητικότητα και ένας αστικός τρόπος ζωής. Με τα μεγάλα κτίρια-εμβλήματα όπως η Παλαιά Βουλή, το Τυπογραφείο, το Αρσάκειο, το Μετοχικό Ταμείο Στρατού, η Εθνική Ασφαλιστική, τα τραπεζικά ιδρύματα, που συνέθεταν τους βασικούς πόλους σε διάρκεια ενός αιώνα, αλλά και με τα ιδιωτικά μέγαρα όπως το Μέγαρο Αθηνογένους, το Μέγαρο Δεκόζη-Βούρου ή το Μέγαρο Βουγά, τα καφενεία, τα ζαχαροπλαστεία, τα βιβλιοπωλεία, τα ξενοδοχεία, τους κινηματογράφους, τα θέατρα, τις στοές, τα πολυκαταστήματα και τα μικρότερα μαγαζιά, η οδός Σταδίου συναιρεί τον αστικό αθηναϊκό βίο κατά τρόπο απολύτως συμβολικό. Σε ένα από τα κεφάλαια του βιβλίου, ο Κώστας Χρ. Χατζιώτης ονομάζει την οδό Σταδίου ως τον «ομφαλό της επιχειρηματικής ζωής της Αθήνας».
Αν και απουσιάζει η μεγαλοπρέπεια της αθηναϊκής τριλογίας, αν και το πλάτος της είναι στενό και οι πλατείες της μάλλον ατύχησαν ως προς την εξέλιξή τους (όπως η Κλαυθμώνος), η Σταδίου παραμένει ωστόσο ως ο δρόμος με τον οποίο οι Αθηναίοι συνέδεσαν την αστική τους διαπαιδαγώγηση.

