Ο καιρός στο Βερολίνο την Παρασκευή ήταν κρύος και βροχερός, τυπικά βορειοευρωπαϊκός για αυτήν την περίοδο του χρόνου. Oμως μέσα στην ελληνική πρεσβεία κοντά στον κήπο του Τιργκάρντεν, «στη συνοικία των διπλωματών», έμοιαζε να έχει βγει ένας ήλιος αυγουστιάτικος. Αυτήν την αίσθηση δημιουργούσαν οι δεκάδες φωτογραφίες του Αμερικανού –πολιτογραφημένου τιμητικά Eλληνα το 2020– Ρόμπερτ Μακέιμπ.

Παρουσιασμένες στο κτίριο της διπλωματικής μας αποστολής, έφεραν ένα μικρό θέρος στην καρδιά του φθινοπώρου. Εκείνο το καλοκαίρι των παλιών ετών, όταν στο Αιγαίο οι μεταφορές γίνονταν με καΐκια, τα πιτσιρίκια ήταν κοντοκουρεμένα και ξυπόλυτα, οι νησιώτες θεωρούσαν τα πανηγύρια ιερή υπόθεση, οι άνθρωποι ήταν φτωχοί, όμως γεμάτοι αισιοδοξία, δύναμη και ελπίδα. Η Ελλάδα ξαναέβρισκε τον βηματισμό της μετά την Κατοχή και τον Εμφύλιο, ήταν ανέγγιχτη από τον μαζικό τουρισμό και στα μάτια ενός νέου από τις ΗΠΑ έμοιαζε η πιο μαγική χώρα του κόσμου.

Το αφιέρωμα που έφερε πολύ κόσμο στην πρεσβεία –Ελληνες και Γερμανούς που ήθελαν να δουν αυτές τις εικόνες, αλλά και να γνωρίσουν από κοντά τον Μακέιμπ, ο οποίος έδωσε το «παρών» με την κόρη του Αννα– δεν θα είχε γίνει αν ο πρέσβης μας στο Βερολίνο Αλέξανδρος Παπαϊωάννου δεν το είχε δει ως προσωπικό στοίχημα. Εγκατεστημένος εδώ και εννέα μήνες στο πόστο αυτό, θέλει να δώσει μεγάλη βαρύτητα και στην πολιτιστική διπλωματία, καθώς το κτίριο όπου στεγάζεται η πρεσβεία προσφέρει αυτήν τη δυνατότητα. Είναι ένα αρχιτεκτονικό σύμπλεγμα με ένα παλιό οικοδόμημα που κτίστηκε στο 1911 και ανήκε σε Γερμανό βιομήχανο, που αγοράστηκε από το ελληνικό κράτος το 1920, και ένα σύγχρονο κτίριο, του οποίου το οικόπεδο δωρήθηκε από δύο καπνεμπόρους, τον Πάικο και τον Μποσταντζόγλου. Ανάμεσα στα δύο σχηματίζεται ένα ευρύχωρο αίθριο, ιδανικό για μουσικές εκδηλώσεις και ομιλίες.

Ο πρέσβης που αγαπούσε τη δουλειά του Μακέιμπ, ανακάλυψε ότι υπήρχαν 80 καδραρισμένες λήψεις του στη Χάγη από μια έκθεση που διοργάνωσε η ελληνική διπλωματική αποστολή στην Ολλανδία πριν από λίγο καιρό.
Σε συνεννόηση με τον φωτογράφο εκμεταλλεύθηκε το γεγονός ότι έπρεπε να πάει για τα υπηρεσιακά του καθήκοντα έως το Ααχεν, πέρασε τα σύνορα, βρήκε τις φωτογραφίες, τις αμπαλάρισε μία μία και τις έφερε μέχρι το Βερολίνο. Μαζί με το προσωπικό της πρεσβείας τις ανήρτησαν –ξεχωριστά τις ασπρόμαυρες και τις έγχρωμες–, αποδεικνύοντας ότι από το υστέρημα χρόνου και ενέργειας των φιλότιμων εργαζομένων εκεί έγινε ένα μικρό θαύμα.

«Νομίζω ότι είναι πολύ σημαντικό να μη δείχνουμε την Ελλάδα μόνο όπως τη βλέπουμε εμείς, αλλά κι όπως τη βλέπουν και ξένοι», μας είπε ο κ. Παπαϊωάννου στα εγκαίνια. Παρατηρώντας τους θεατές να στέκονται μπροστά σε αυτήν την άλλη Ελλάδα, μπορούσα να δω τη συγκίνηση, την υπερηφάνεια, την ταύτιση. Αλλωστε πολλοί από αυτούς που ήρθαν είναι είτε παιδιά από γονείς που εκείνη την περίοδο μετανάστευσαν λόγω φτώχειας στη Γερμανία είτε και νέοι και νέες που έφυγαν μέσα στην οικονομική κρίση. Ο νόστος ήταν εμφανής και στις δύο κατηγορίες, αλλά και στους Γερμανούς, οι οποίοι έχουν γνωρίσει και αγαπήσει την πατρίδα μας από τα ταξίδια τους. Ο φωτογράφος θυμήθηκε πώς πρωτοήρθε στα μέρη μας ως φοιτητής του Πρίνστον, πόσο μεγάλο ήταν εκείνο το παρθενικό ταξίδι, πώς η έννοια του τουρισμού ήταν εντελώς άγνωστη. Στα 91 του παραμένει γεμάτος ικμάδα και όρεξη για νέα πράγματα. Και οι φωτογραφίες του, η καλύτερη διαφήμιση για τη χώρα μας σε κάθε γωνιά του κόσμου. H έκθεση θα διαρκέσει μέχρι και τον Μάρτιο.

