«Το βράδυ της 11ης Οκτωβρίου, στην κατάμεστη Salle Gaveau, μία από τις επιβλητικές μουσικές αίθουσες στο Παρίσι, είχαμε την ευκαιρία να παρακολουθήσουμε μια πολύ ιδιαίτερη εκδήλωση. Ο πιανίστας Βασίλης Βαρβαρέσος παρέσυρε το κοινό του, όλους εμάς, σε ένα ταξίδι μουσικό, με όχημα τα πλήκτρα του πιάνου. Από τη Φαντασία του Μότσαρτ, στη Βαρκαρόλα και στη Σονάτα του Σοπέν· και από το βιεννέζικο Καρναβάλι του Σούμαν έως το Βαλς του Ραβέλ, ο πιανίστας άρχισε να μας δείχνει διεξοδικά τη διαδρομή», γράφει η καλή φίλη Μάρω Πρεβελάκη, «ανταποκρίτρια» της στήλης στο Παρίσι, εντυπωσιασμένη από το ταλέντο του. «Ο καλλιτέχνης αυτός δεν ερμηνεύει απλώς· διεισδύει μέσα στις μουσικές συνθέσεις. Το βλέμμα, οι εκφράσεις, οι κινήσεις του φαίνονται σαν να παρακολουθούν, σαν να υπακούουν σε ένα εσωτερικό κέλευσμα βαθύ και προσωπικό· το οποίο, όμως, κατευθύνεται και κυριεύει το κοινό. Η διάχυτη εντύπωση είναι ότι το πιάνο, η μουσική και ο ερμηνευτής δεν διαχωρίζονται· έχουν ενοποιηθεί. Ο Βασίλης Βαρβαρέσος σχεδόν de facto καταργεί την απόσταση ανάμεσα στο πιάνο και τον εαυτό του, καθώς ο τρόπος με τον οποίο αντιλαμβάνεται το μουσικό έργο είναι βαθύτατα πνευματικός, αλλά και εμφανώς σωματικός. Συνομιλεί με τα πλήκτρα, εισδύει στο όργανο. Το μουσικό αποτέλεσμα είναι καθοριστικό. Καθοδηγεί τη σκέψη και τα συναισθήματα, χωρίς να υπαγορεύει. Παρακολουθεί το φως και τις σκιές στον Μότσαρτ· αποκαλύπτει τη θλίψη στην ονειροπόληση του Σοπέν· κατοπτρίζει τις αντανακλάσεις της βιεννέζικης γιορτής του Σούμαν· ρυθμίζει το στροβίλισμα στο βαλς του Ραβέλ. Η μουσική διαχέεται και ξεσπάει σαν κύματα, άλλοτε με ορμητικούς ήχους, άλλοτε με την ηρεμιστική αντήχηση του φλοίσβου.

Οπως πολλοί σημαντικοί πιανίστες, ο Βασίλης Βαρβαρέσος ξεκίνησε την πορεία του πολύ νωρίς. Με αφετηρία τη γενέτειρα Θεσσαλονίκη, σπούδασε στην Αθήνα, στη Νέα Υόρκη και στο Παρίσι. Εχει εμφανιστεί σε ευρωπαϊκές και αμερικανικές αίθουσες, έχει συνεργαστεί με μεγάλες ορχήστρες και σημαντικούς μουσικούς. Από όπου έχει περάσει, έχει αφήσει το αποτύπωμα ενός ξεχωριστού πιανίστα, οι ερμηνείες του οποίου διέπονται από θαυμαστή τεχνική και πολύπλευρη ευαισθησία», τονίζει.

«Στο Παρίσι τον είχαμε ξανα-ακούσει και χειροκροτήσει», λέει η Μάρω Πρεβελάκη. «Η πρόσφατη βραδιά, όμως, στη Salle Gaveau είχε ξεχωριστά χαρακτηριστικά. Το ρεσιτάλ του Βασίλη Βαρβαρέσου, που έγινε σε συνεργασία με τη Γενική Γραμματεία Απόδημου Ελληνισμού, ήταν η κεντρική εκδήλωση για τα 50 χρόνια από την ίδρυση και τη λειτουργία του Centre Culturel Hellénique – κληροδότημα του Αναστασίου Λεβέντη. To κέντρο αυτό, γνωστό και στην Ελλάδα, για το Παρίσι αποτελεί πολιτισμικό θεσμό. Στο συμβούλιο και στα μέλη του έχουν συγκαταλεγεί προσωπικότητες της γαλλικής καλλιτεχνικής και ακαδημαϊκής ζωής, Ελληνες και Γάλλοι. Από τη θεσμοθέτησή του έως σήμερα έχει οργανώσει ένα πλήθος από εκδηλώσεις και δραστηριότητες που καλύπτουν όλο το φάσμα του πολιτισμικού βίου της σύγχρονης Ελλάδας. Ιδρύθηκε τη δεκαετία του 1970 όταν η ελληνική πολιτιστική παρουσία στη Γαλλία ήταν περιορισμένη. Ηταν ανεξάρτητο, αλλά σε στενή συνεργασία με τους ομογενειακούς φορείς της γαλλικής πρωτεύουσας. Οι Γάλλοι ως φιλέλληνες το αγκάλιασαν αμέσως. Η ελληνική γλώσσα, η αρχαία κυρίως, και η ελληνική Ιστορία, είναι ακόμη ζωντανή στη Γαλλία. Η Κατερίνα Ξυλά, σημερινή πρόεδρος του κέντρου, σε μια σύντομη ομιλία έδωσε τον τόνο της βραδιάς. Παρουσίασε τον Βασίλη Βαρβαρέσο ως τον ταλαντούχο Ελληνα καλλιτέχνη τον οποίο διακρίνουν το ήθος, η ποιότητα, η εντιμότητα, η αποτελεσματικότητα. Ο,τι, δηλαδή, επιδιώκει το κέντρο. Και ό,τι ζήσαμε και εμείς», γράφει η Μάρω Πρεβελάκη.



