Πέμπτη 11 Σεπτεμβρίου, βραδάκι. Η Αννα Βίσση έκανε πρόβες για τις δύο sold out φιλανθρωπικές συναυλίες της του περασμένου Σαββατοκύριακου για τη στήριξη της ΕΛΠΙΔΑΣ. Στο άδειο Καλλιμάρμαρο αναβόσβηναν τα φώτα και το ρεφρέν «Δαίμονεεες» ακουγόταν μέχρι το Προεδρικό Μέγαρο, καθώς ανέβαινα από την Ηρώδου Αττικού για να φτάσω στην ώρα μου στα εγκαίνια της έκθεσης της Λήδας Κοντογιαννοπούλου. Το πρώτο opening της σεζόν 2025-2026 έφερε πολύ κόσμο στην οδό Σκουφά, σε βαθμό που είχε κλείσει το πεζοδρόμιο κοντά στην πλατεία Κολωνακίου. Ημασταν όλοι εμείς που μας έχει καταλάβει ο δαίμονας της ζωγραφικής και εκτιμούμε τον καλό χρωστήρα της εικαστικού που παρουσίαζε νέα ενότητα δουλειάς.

Στο κατώφλι υποδεχόταν η ίδια η ζωγράφος, ο γκαλερίστας Γιάννης Καλλιγάς προσπαθούσε να τους χαιρετήσει όλους, ενώ στο εσωτερικό της αίθουσας γινόταν το αδιαχώρητο: φιλότεχνοι, καλλιτέχνες, φωτογράφοι, μουσικοί, ηθοποιοί, ανακατεμένοι αντάλλασσαν αγκαλιές και νέα των διακοπών. Ηταν δύσκολο να δει κανείς τα έργα μέσα στη ζάλη, παρ’ όλα αυτά έλαμπαν με τον δικό τους τρόπο. Κυρίως ένα χρώμα κυανό, ίδιο με αυτό που είχε ο ουρανός εκείνη τη στιγμή. Η περίφημη μπλε ώρα που τόσο έχουν υμνήσει ποιητές και λογοτέχνες.

Τίτλος της ατομικής «Νύχτες», όπου η Κοντογιαννοπούλου εστιάζει στον μυστικισμό τους. Στα εσωτερικά κατοικιών, στα αστικά τοπία, σε φιγούρες και νεκρές φύσεις, φαίνεται η μεγάλη της κλάση ως ζωγράφου. Διότι δεν κάνει αναπαράσταση, ούτε αποτύπωση, κάνει μια λεπταίσθητη ερμηνεία. Αν καθήσει κάποιος να μελετήσει τη δομή των έργων της θα βρει κρυφή γεωμετρία, στιβαρότητα, θα ανακαλύψει ολόκληρο το σκεπτικό και την εξέλιξή του, μέσα από τις προσεγμένες πινελιές της. Από τις ωραιότερες συνθέσεις της είναι οι δύο διπλές αυτοπροσωπογραφίες –αναρωτήθηκα όταν τις είδα πόσο δύσκολο θα ήταν να τις τελειώσει, τέσσερις φορές ο εαυτός σου στον καμβά είναι ένας άθλος–, όπως επίσης ένα ωραίο αθηναϊκό στιγμιότυπο με πολυκατοικίες. Εχει την ευχέρεια να μπορεί να κινείται από μέσα προς τα έξω, από δωμάτια σπιτιών στην πόλη, από τον άνθρωπο μέχρι και το περιβάλλον του. Μπορεί να πάει από βιωμένους χώρους στην απεικόνιση μορφών και από εκεί στο άστυ. Οι περισσότεροι που έχουμε αγαπήσει τη δουλειά της, την ξεχωρίσαμε από τις εικόνες που μας προσέφερε στο «Σπίτι της Μνήμης» στο Μουσείο Μπενάκη. Ηταν σαν να κρυφοκοιτάζαμε στις κάμαρες που έχει ζήσει ο Σεφέρης, ο Τέτσης, η Νάτα Μελά, η Νίκη Ελευθεριάδη, είδαμε τα αντικείμενα που άγγιζαν καθημερινά, τα ράφια με τα βιβλία, τα παράθυρα μέσα από τα οποία έβλεπαν τον κόσμο. Οχι ηδονοβλεπτικά, αλλά ανθρώπινα, γλυκά, συντροφικά. Η Κοντογιαννοπούλου ανιχνεύει τη συναισθηματική ατμόσφαιρα και με αυτήν παίζει σε όλα της τα έργα.

«Παράθυρο» είναι και το καβαλέτο της. Διότι μέσα από αυτό έρχεται και εκείνη σε επαφή με τη μνήμη και τη φαντασία της. Ομολογεί και η ίδια ότι σε περιπάτους τής αρέσει να παρατηρεί τα φωτισμένα παράθυρα των ανθρώπων. Το τεχνητό φως. Λάμπες φθορισμού και λαμπατέρ, οι «αχτίδες» που βγάζει το ψυγείο ή ο απορροφητήρας σε μια κουζίνα είναι αυτό που δίνει τον τόνο στη νέα της έκθεση η οποία θα διαρκέσει μέχρι τις 11 Οκτωβρίου. Αξίζει μια βόλτα.


