Πολλοί θεωρούν κάθε καλλιτεχνικό έργο μέρος μιας «αυτοπροσωπογραφίας» του ίδιου του δημιουργού του. Ο Βαν Γκογκ, λ.χ., χρησιμοποιούσε την απόχρωση του κίτρινου που είχαν τα ξανθά του μαλλιά και το μπλε των ματιών του για να ζωγραφίζει ακόμα και τα αστέρια στον ουρανό. Τούτων λεχθέντων, μπορεί να ερμηνεύσει κανείς την έκθεση του Γιάννη Μπουτέα στο Αρχαιολογικό Μουσείο του Πόρου, ως δηλωτική του χαρακτήρα του. Από τους μεγάλους της ελληνικής εικαστικής σκηνής ασχολήθηκε σε όλη του την πορεία με τη χαμηλόφωνη ουσία, το μεδούλι των αντιλήψεών του περί τέχνης και γι’ αυτό η δουλειά του έχει μια κεντρομόλο δύναμη. Σε τραβάει προς τα μέσα, είτε είναι μια εστία φωτός από νέον, είτε είναι εγκαταστάσεις φτιαγμένες με ταπεινά υλικά αλλά τόσο πολύτιμα για τη δική του αφήγηση. Πόσο δε μάλλον σε μιαν ατομική όπου έπρεπε να συντονιστεί ψυχικά με σπαράγματα του αρχαίου παρελθόντος του Πόρου, τα οποία φυλάσσονται στο ωραίο αυτό μικρό αρχαιολογικό μουσείο. Και είναι πράγματι πολύ ωραία η πρωτοβουλία της γκαλερί Citronne, η οποία εδώ και χρόνια φέρνει εικαστικούς μεγάλου διαμετρήματος να κάνουν διάλογο με τα εκθέματα, από την Αλεξάνδρα Αθανασιάδη και τον Κώστα Βαρώτσο μέχρι τον Κώστα Παπανικολάου και τον Αλέκο Κυραρίνη. Ολοι τους δίνουν πνοή σε αυτές τις αίθουσες και τις βιτρίνες τους.

Ο Μπουτέας παρουσιάζει μια εγκατάσταση με τίτλο «Διαστρωματώσεις – Μεταπλάσεις», που σχεδιάστηκε in situ για να έρθει στο μέτρο του ίδιου του χώρου αλλά και της ενέργειας που εκπέμπουν τα αντικείμενά του. Ουσιαστικά τον αντιμετωπίζει ως παλίμψηστο, ερχόμενος να εγγράψει τη συγκίνησή του πάνω σε παλαιότερες καταγραφές. Το ενδιαφέρον είναι ότι δημιούργησε ένα είδος barcode, όπως ακριβώς αυτές οι κάθετες γραμμές που έχουν επάνω τους τα εμπορεύσιμα αγαθά, μια ταυτότητα ψηφιακή που ο ίδιος έχει κάνει στην περίπτωση αυτή εντελώς αναλογική. Εκεί εναποθέτει χρηστικά αντικείμενα της καθημερινής ζωής του παρόντος και του εγγύς παρελθόντος (σχοινιά, καθρέφτες, καουτσούκ, άσφαλτος, πλαστελίνη, φωτοευαίσθητα υλικά), μαζί με φυσικά πετρώματα και γεωλογικές διαστρωματώσεις, τυλιγμένα με εικόνες έργων τέχνης. Ο καλλιτέχνης φτιάχνει το δικό του άχρονο μουσείο, μην παραλείποντας να χρησιμοποιήσει και το τεχνητό φως ως μέσο έκφρασης.

Την ίδια χρονική περίοδο, στην γκαλερί Citronne του Πόρου, δηλαδή έως και τις 21 Σεπτεμβρίου, φιλοξενούνται έργα του Γιάννη Αδαμάκου. Τίτλος «Ενδιάμεσος Χώρος» και στόχος να βρεθούμε σε εκείνο το μεσοδιάστημα που απλόχερα γεννά η αφαιρετική ζωγραφική στους πίνακες και τα κολάζ του. Χαρισματικός, επίμονος, αφοσιωμένος στη δουλειά, ο εικαστικός μας παρουσιάζει μια ενότητα που ταιριάζει κάπως με την εποχή μας. Εχει τη δύναμη του ρευστού και του αόριστου, των πολλών ερμηνειών που σε κάθε βλέμμα παίρνουν προσωπική μορφή. Αν ο Μπουτέας κατασκευάζει τον δικό του χρόνο, ο Αδαμάκος φτιάχνει τη δική του γεωμετρία. Και τις δύο εκθέσεις επιμελείται η Τατιάνα Σπινάρη-Πολλάλη, που έχει καταφέρει να κάνει τον Πόρο ένα σταθερό σημείο αναφοράς για τους φίλους της τέχνης κάθε καλοκαίρι. Διότι έτσι οικοδομούνται οι εικαστικές κοινότητες, όταν υπάρχει συνέπεια και ενδιαφέρον κάθε χρονιά. Σε ένα νησί που παρήγαγε πολιτισμό, από τον Σεφέρη έως τον Τζον Κράξτον, σ’ έναν τόπο που λάτρεψαν ποιητές, συγγραφείς, μεταφραστές και ζωγράφοι, χρειάζεται η ελπίδα της συνέχειας.



