Από τις απεικονίσεις του περίφημου Αγίου Βιταλίου στη Ραβέννα μέχρι τη μιλανέζικη ή την παρισινή πασαρέλα, η απόσταση είναι μεγάλη. Οχι μόνον γεωγραφική αλλά και χρονική, αν σκεφτεί κανείς ότι από το Βυζάντιο φτάνουμε στον 20ό και στον 21ο αιώνα. Και όμως, μια έκθεση που μόλις εγκαινιάστηκε στο Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο της Αθήνας έρχεται να αναδείξει αυτόν τον ομφάλιο λώρο που συνδέει την ιταλική μόδα με τα ωραιότερα ψηφιδωτά βυζαντινής τέχνης που υπάρχουν στην Ιταλία. Αναδεικνύει την τεράστια σημασία των ενδυμάτων ως φορέων της παράδοσης, αλλά παρουσιάζει και τον γόνιμο διάλογο που είχαν και εξακολουθούν να έχουν πολλοί οίκοι υψηλής ραπτικής με την ιστορία της τέχνης και κυρίως με το Βυζάντιο. Πρωτίστως εστιάζει σε δημιουργίες που θέλησαν να ενσωματώσουν την πολυτέλεια του χρυσού χρώματος και των πολύτιμων πετραδιών ως έκφραση ομορφιάς αλλά και ισχύος. Η έκθεση καταγράφει αυτές τις λεπταίσθητες συνάψεις τις τελευταίες έξι δεκαετίες, αναδεικνύοντας το λαμπερό φως που ακτινοβολεί μέσα από τα υλικά, τα χρώματα και τα σχέδια των ρούχων.

Την κορδέλα του αφιερώματος έκοψε την περασμένη εβδομάδα ο πρέσβης της Ιταλίας στην Αθήνα, Πάολο Κουκούλι. Εχει τίτλο «Byzantium – Ravenna. Icons of Italian Fashion» και διοργανώθηκε από την πρεσβεία της Ιταλίας και το ιστορικό Ινστιτούτο Μόδας Polimoda σε συνεργασία με τον διεθνώς αναγνωρισμένο συλλέκτη μόδας Αντζελο Καρόλι (A.N.G.E.L.O. Archive), στο πλαίσιο του αφιερώματος «Ημέρες ιταλικής μόδας στον κόσμο». Ο Ιταλός διπλωμάτης έκανε βέβαια αναφορές στους ιστορικούς και πολιτιστικούς δεσμούς των δύο χωρών, αλλά και εξήρε τη συμβολή του Μασιμιλιάνο Τζορνέτι, διευθυντή του Polimoda και δημιουργού μόδας, ο οποίος οραματίστηκε και επιμελήθηκε την ομαδική. «Η έκθεση λειτουργεί ως γέφυρα πολιτισμού που συνδέει την Αδριατική με το Αιγαίο», υπογράμμισε ο πρέσβης, συμπληρώνοντας ότι για την πατρίδα του η μόδα είναι ένας τεράστιος μοχλός οικονομικής ανάπτυξης, με βαρυσήμαντο ετήσιο κύκλο εργασιών αλλά και εκατοντάδες χιλιάδες εταιρείες και εργαζομένους.

Το 2024 οι εξαγωγές ανήλθαν στα 85 δισ., δίνοντας στην Ιταλία μερίδιο 7% της παγκόσμιας αγοράς. Στο πλαίσιο της εξωστρέφειας, της ενίσχυσης της επιχειρηματικότητας αλλά και της πολιτιστικής διπλωματίας, το ιταλικό υπουργείο Εξωτερικών λάνσαρε τον θεσμό «Italian fashion days in the world». Πέρα από αυτό, είναι και μια έκφανση πολιτιστικής διπλωματίας που κάνει την Ιταλία να ακτινοβολεί σε διεθνές επίπεδο. Στην έκθεση θα δούμε δημιουργίες των οίκων Armani, Ferré, Prada, Valentino, Versace, Capucci, Dolce & Gabbana, Krizia, Gucci και Romeo Gigli που εμπνεύστηκαν από τα μωσαϊκά. Φυσικά δεν είναι μονάχα φορέματα μεταξωτά και βελούδινα διακοσμημένα με χρυσό και δαντέλες, σανδάλια με αστραφτερά πετράδια, αλλά και λαμπερά βαριά κοσμήματα σαν αυτά της αυτοκράτειρας Θεοδώρας και άλλα περίτεχνα αξεσουάρ. Ο Τζορνέτι επέλεξε από τη συλλογή του Καρόλι εκείνα τα ενδύματα που δείχνουν αμέσως πως η πολυτέλεια αφορά όχι μόνον την ποιότητα της πρώτης ύλης, αλλά και την ποσότητα. Οσο πιο πολλές πτυχές είχε ένα φόρεμα τόσο πιο «πλούσιος» έδειχνε αυτός που το φορούσε και, βέβαια, όσο πιο ακριβά στολίδια είχε τόσο διατρανωνόταν το κύρος του. Είναι μια ωραία έκθεση που αξίζει να δει κανείς για να καταλάβει πόσο στην Ελλάδα δεν έχουμε ακόμα αξιοποιήσει την πολιτιστική μας κληρονομιά. Το αφιέρωμα θα διαρκέσει έως τις 21 Ιουλίου.


