Τα του Καίσαρος τω Καίσαρι. Χάρις στη συλλογή και στο μουσείο που έφτιαξε ο Βλάσης Φρυσίρας, μια ολόκληρη νέα γενιά Ελλήνων εκπαίδευσε το βλέμμα της στη ζωγραφική και εν γένει στην καλή τέχνη. Πέρα από αυτό, όμως, και η δημόσια προβολή των Ελλήνων καλλιτεχνών που συναπάρτιζαν το corpus αυτό, μαζί με κορυφαίους ξένους ομοτέχνους τους, τους έδωσε τα φτερά. Ενίσχυσε την αυτοπεποίθηση και τη φιλοδοξία τους σε μια εποχή όπου υπήρχαν ως βήμα μόνον η Εθνική Πινακοθήκη, το Ιδρυμα Γουλανδρή στην Ανδρο και οι γκαλερί. Οι πίνακες και τα γλυπτά τους μπήκαν δίπλα στην Πάολα Ρέγκο, τον Ζαν Ρουστέν, τον Πίτερ Μπλέικ, τον Βαλέριο Αντάμι, τον Πατ Αντρέα. Λογικό ήταν, λοιπόν, τη Δευτέρα 17 Φεβρουαρίου, οπότε παρουσιάστηκε η δίτομη έκδοση, από τις εκδόσεις Πατάκη, που συνοψίζει το πολυσχιδές έργο και την προσφορά του νομικού και συλλέκτη στην τέχνη και στον πολιτισμό, να γεμίσει ασφυκτικά το Ιδρυμα Εικαστικών Τεχνών και Μουσικής Β. & Μ. Θεοχαράκη. Κείμενα κορυφαίων διανοητών και τεχνοκριτών σμίγουν με τις πιο ωραίες εικόνες στις σελίδες του εγχειρήματος. Ωστόσο, το σημαντικότερο και πιο χαρμόσυνο γεγονός της παρουσίασης ήταν η ανακοίνωση από τον δήμαρχο Αθηναίων της δωρεάς 126 έργων ζωγραφικής σημαντικών Ελλήνων ζωγράφων από τον νομικό προς στην Πινακοθήκη του Δήμου Αθηναίων. Στόχος είναι να αξιοποιηθούν με τον καλύτερο τρόπο, όπως δήλωσε και ο Χάρης Δούκας: «Είναι πλούτος για την πόλη μας να έχει ανθρώπους σαν τον Βλάση Φρυσίρα, που με τόση φροντίδα και συνέπεια ταξίδεψε για πολλά χρόνια σε όλο τον κόσμο, μπήκε σε αναρίθμητα ατελιέ, σημαντικών, αλλά κυρίως πρωτοεμφανιζόμενων, ζωγράφων και συγκέντρωσε έναν ανεκτίμητο θησαυρό που αριθμεί περισσότερα από 4.000 έργα ζωγραφικής. Με γενναιοδωρία μοιράστηκε αυτόν τον θησαυρό στο μουσείο που δημιούργησε στην Πλάκα».

Εκτός από τον, τύποις οικοδεσπότη, Βασίλη Θεοχαράκη που έδωσε το «παρών» και τις καλύτερες ευχές στον δωρητή, ουσιώδεις και συγκινητικές ήταν οι ομιλίες. Η εκδότρια Αννα Πατάκη, ο διευθυντής εικαστικού προγράμματος του Ιδρύματος Β. & Μ. Θεοχαράκη, Τάκης Μαυρωτάς, ο καθηγητής στη Σχολή Αρχιτεκτόνων του ΕMΠ, ζωγράφος Δημήτρης Σεβαστάκης, ο γλύπτης και τέως πρύτανης της ΑΣΚΤ, Νίκος Τρανός, καθώς και η ιστορικός – συγγραφέας Σώτη Τριανταφύλλου ανέλυσαν την προσωπικότητα του συλλέκτη. Την παρουσίαση συντόνισε ο δημοσιογράφος Παύλος Τσίμας, σημειώνοντας ότι πρόκειται για μια έκδοση αντάξια του περιεχομένου της και αισθητικά και επί της ουσίας.


Απαρχή για την υλοποίηση του βιβλίου ήταν ένας στίχος της αγαπημένης του ποιήτριας Κικής Δημουλά «γέρνω ή γερνώ… Τι μου μένει να κάνω;». Κάνοντας έναν πρόχειρο απολογισμό, ο Bλ. Φρυσίρας συνειδητοποίησε ότι είχε σώσει τα έργα αλλά όχι την πνευματική τους προίκα, δηλαδή τα κείμενα που τα συνόδευαν και ό ίδιος είχε κρατήσει στα αρχεία του. Συνοδοιπόρος στο εγχείρημα η Αννα Πατάκη, από τους εκδότες που ξέρουν να αγαπούν και να τιμούν την τέχνη. Ο συλλέκτης, μιλώντας για τη συμβολή στην έκδοση των κορυφαίων ανθρώπων της τέχνης απ’ όλο τον κόσμο, καλλιτεχνών, ιστορικών τέχνης, τεχνοκριτών, συγγραφέων, ποιητών, ξεχώρισε τον Αντόνιο Ταμπούκι. Πρόκειται για τις σκέψεις που κράτησε στο ημερολόγιό του ο τελευταίος κατά το ταξίδι του στην Κνωσό, για τη ζωγραφική του Αντάμι που συνόδευσε τον κατάλογο της αναδρομικής έκθεσης του καλλιτέχνη στο Μουσείο Φρυσίρα, το 2004. Το δίτομο έργο είναι μια μικρή κιβωτός που θα μεταφέρει στο μέλλον ντοκουμέντα και τεκμήρια. Ας είναι καλοτάξιδη.


