Στον πρόλογο της «Πόλης των φαντασμάτων 1430-1950» συναντάμε το 1977 τον, νεαρότατο τότε, Μαζάουερ να βγαίνει από τον σταθμό του τρένου στη Θεσσαλονίκη και να περπατά μέσα στο καυσαέριο μπροστά από ξενοδοχεία πέμπτης κατηγορίας. Ηταν η πρώτη του επίσκεψη, αλλά παρ’ όλα αυτά άρχισε να αισθάνεται αμέσως «την παρουσία μιας άλλης Ελλάδας, λιγότερο σκλαβωμένης στο αρχαίο παρελθόν, στενότερα δεμένης με τους γειτονικούς λαούς, τις γειτονικές γλώσσες και πολιτισμούς».
Στις 550 σελίδες που έπονται, τον ακολουθούμε στην περιήγησή του, αντιλαμβανόμαστε τη συνύπαρξη διαφορετικών εθνικοτήτων, θρησκευμάτων και πολιτισμών σ’ ένα μοναδικό χαρμάνι. Σε μια περίοδο όπως οι αρχές του 2000, που κυριαρχούσε το μονόχρωμο εθνικοπατριωτικό βυζαντινό αφήγημα, εκείνος με την έρευνά του το έκανε αναπάντεχα καλειδοσκοπικό. Κατάφερε –όντως– να μας συστήσει αυτά τα φαντάσματα που στοίχειωναν το λιμάνι, τα σοκάκια και τις λεωφόρους, τα μνημεία, βγάζοντάς τα από τη λήθη.

Συνεπώς, η Θεσσαλονίκη τού χρωστούσε, αν σκεφτεί κανείς πόσο ο δρόμος που άνοιξε οδήγησε, κάποια χρόνια αργότερα, στην εκλογή του αείμνηστου Γιάννη Μπουτάρη, ο οποίος ολοκλήρωσε και θεσμικά την αποκατάσταση του παρελθόντος της πόλης, της εβραϊκής και της οθωμανικής παρουσίας. Δικαίως λοιπόν ο Μαζάουερ ανακηρύχθηκε, την Παρασκευή το βράδυ, σε επίτιμο δημότη με ομόφωνη απόφαση του δημοτικού συμβουλίου σε μια αμφίδρομα συγκινητική τελετή.
Εκείνος μίλησε για τον ρόλο που έπαιξε η πόλη στη ζωή του, αλλά και οι δημοτικοί άρχοντες, με προεξάρχοντα τον Στέλιο Αγγελούδη, του αναγνώρισαν την τεράστια συμβολή του στη διαμόρφωση της σημερινής Θεσσαλονίκης, που έχει πολύ μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση και πλέον άλλες απαιτήσεις από τον εαυτό της. «Γκρεμίζοντας μύθους και προκαταλήψεις, την παρουσιάζει μέσα από το έργο του ως ένα παλίμψηστο ανθρώπων και ιστοριών, και προσφέρει στο αναγνωστικό κοινό ένα μοναδικό ταξίδι στο μεγαλείο μιας μητρόπολης, συμβάλλοντας παράλληλα καταλυτικά, ώστε να διαχειριστεί με ψύχραιμο και νηφάλιο τρόπο το παρελθόν της. Στέκομαι ιδιαίτερα στο τελευταίο χαρακτηριστικό, καθώς είναι γεγονός», τόνισε ο Αγγελούδης, «ότι για δεκαετίες επιχειρήθηκε στη Θεσσαλονίκη μια συντονισμένη προσπάθεια να κρυφτεί κάτω από το χαλί ένα κομμάτι της πλούσιας ιστορίας».

Ο Μαζάουερ με τη σειρά του εξέφρασε τη δική του ευγνωμοσύνη κάνοντας και λίγο χιούμορ: «Δεν είμαι ο Διονύσης Σαββόπουλος, άρα δεν θα σας τραγουδήσω. Είμαι ιστορικός και θα σας πω μια ιστορία. Νομίζω ότι όταν επισκέφθηκα για πρώτη φορά τη Θεσσαλονίκη, σχεδόν πριν από πενήντα χρόνια, δεν είχα την παραμικρή ιδέα για τον ρόλο που θα έπαιζε αυτή η πόλη στη ζωή μου. Μου δίδαξε τι είναι η ίδια η Ιστορία, πριν ακόμη το συνειδητοποιήσω».
Για το επιστημονικό έργο του Μαρκ Μαζάουερ μίλησε ο καθηγητής Ιστορίας Νεοτέρων Χρόνων του ΑΠΘ, Βασίλης Γούναρης. Στην τελετή έδωσαν το «παρών» ο υφυπουργός Εσωτερικών, αρμόδιος για θέματα Μακεδονίας-Θράκης Κώστας Γκιουλέκας, ο αντιπεριφερειάρχης Θεσσαλονίκης Κώστας Γιουτίκας, ο πρόεδρος της Ισραηλιτικής Κοινότητας Θεσσαλονίκης και πρόεδρος του Μουσείου Ολοκαυτώματος Ελλάδος Δαυίδ Σαλτιέλ, πρόξενοι, εκπρόσωποι φορέων, αντιδήμαρχοι, δημοτικοί σύμβουλοι και πλήθος κόσμου.

Πέραν της τελετής έγινε και μια πολύ ενδιαφέρουσα συζήτηση την επόμενη ημέρα με τον ίδιο τον ιστορικό, τον δήμαρχο και τον επιχειρηματία και πρόεδρο της Πολιτιστικής Εταιρείας Επιχειρηματιών Βορείου Ελλάδος Σταύρο Ανδρεάδη, καθώς και τη Θάλεια Ρίζου, διευθύντρια του Οργανισμού Κοινωνικής Καινοτομίας Among, σε συντονισμό της δημοσιογράφου Σοφίας Χριστοφορίδου.

