Από την είσοδό της ακόμη η έκθεση «Από τον Monet στον Warhol» που εγκαινιάζεται στο Ιδρυμα Βασίλη & Ελίζας Γουλανδρή το Σάββατο υπόσχεται κάτι ξεχωριστό: μια συμπυκνωμένη ξενάγηση στην ιστορία της ζωγραφικής των τελευταίων 130 χρόνων με «οδηγούς» 45 κορυφαίους εκπροσώπους της και 83 έργα που έρχονται για πρώτη φορά στην Ελλάδα.
Υπάρχουν τόσες διαδρομές και παρακάμψεις στην πορεία του επισκέπτη μέσα σε αυτήν την υψηλού επιπέδου περιοδική έκθεση, ώστε πρέπει κανείς να βρει το δικό του νήμα. Στη δική μας περίπτωση, ίσως επειδή ήδη είχε προηγηθεί μια επίσκεψη στο πωλητήριο του μουσείου που στολίστηκε για τις γιορτές, αποφασίσαμε να ακολουθήσουμε το χρώμα, τη χαρά της ζωής.
Για πρώτη φορά στην Ελλάδα παρουσιάζονται 83 αριστουργήματα που περιλαμβάνουν έργα από Γκογκέν, Μονέ, Ματίς μέχρι Πικάσο, Μαν Ρέι και Γουόρχολ.
Κάνοντας λοιπόν μικρά ζιγκ-ζαγκ μέσα στον εκθεσιακό χώρο που έχει διαμορφωθεί σε «δωμάτια», τα νούφαρα του Κλοντ Μονέ, βυθισμένα στην άχρονη ηρεμία τους, συναντούν τα pop «Νούφαρα» του Ρόι Λιχτενστάιν, άνθη των κόμικς από εμαγιέ με έγχρωμη μεταξοτυπία σε ανοξείδωτο ατσάλι. Στην ίδια αίθουσα, ο βλοσυρός Μαν Ρέι αποκτά χιούμορ χάρη στη γραφιστική ειρωνεία των επάλληλων φωτογραφικών εκτυπώσεων στο πορτρέτο που φιλοτέχνησε του Αντι Γουόρχολ.
Τριγύρω τους μια καλλιτεχνική dream team: Ματίς, Σαγκάλ, Ντιφί, Μουνκ, Μαγκρίτ. Σταματάμε μπροστά σε δύο μικρά έργα του νεαρού Πικάσο – τόσο άρτια τεχνικά, τόσο δυνατά, τόσο απρόσμενα για όσους τον έμαθαν από τα «σπασμένα» πρόσωπα του κυβισμού. Πιο δίπλα αναρτάται το ζωγραφικό πορτρέτο της διανοούμενης Βερονίκης Χάστιγκς του Αμεντέο Μοντιλιάνι από την περίοδο που η ασθένεια δεν του επέτρεπε πια να δουλέψει την πέτρα, ενώ «Οι πλύστρες», σχέδιο με κάρβουνο του Εντγκάρ Ντεγκά, σκυμμένες στη δουλειά τους, φέρνουν την υψηλή ζωγραφική μέσα στην παρισινή καθημερινότητα της εργατικής τάξης του 1900.

Η επιμέλεια της έκθεσης από τη Μαρία Κουτσομάλλη-Μορώ, υπεύθυνη της Συλλογής του Ιδρύματος B&E Γουλανδρή και από τη Μαρίνα Φερετί Μποκιγιόν, επίτιμη επιστημονική διευθύντρια του Musée des impressionnismes, μας δείχνει ότι η ζωγραφική από το τέλος του 19ου αιώνα έως τα μέσα του 20ού άφησε πίσω της την παράδοση, για να εφεύρει παντελώς νέους κόσμους, που ξεκινούν από τον Λοτρέκ και τον Γκογκέν και καταλήγουν στον Ντε Κούνιγκ και τον Γουόρχολ.
Στη διαδρομή των αιθουσών, οι καλλιτέχνες που συναντάμε σχηματίζουν, όπως σημείωσε η κ. Κουτσομάλλη-Μορώ, ένα ανθρώπινο δίκτυο που διαμόρφωσε τη μοντέρνα και σύγχρονη τέχνη μέσα στις πιο καταιγιστικές αλλαγές της. Μερικοί υπήρξαν στενοί φίλοι, άλλοι ανταγωνιστές. Κάποιοι ζωγράφισαν ο ένας δίπλα στον άλλον, συζήτησαν μέχρι εξαντλήσεως για τη μοίρα του χρώματος και της μορφής, μοιράστηκαν το ίδιο εργαστήριο ή την ίδιες εμμονές. Αυτές οι σχέσεις –συγκρούσεις, συμμαχίες, πάθη– επηρεάζουν και το δικό μας βλέμμα. Δεν βλέπουμε απλώς σχολές και καλλιτεχνικά κινήματα, αλλά αυτό που αναφέρει ο τίτλος, ένα περιπετειώδες «ταξίδι στην εξέλιξη της μοντέρνας τέχνης».
Οι επιμελήτριες της έκθεσης επέλεξαν μια κλασική προσέγγιση – και αυτό λειτουργεί. Ο φωτισμός δεν δημιουργεί αντανακλάσεις ή σκιές στις επιφάνειες των έργων. Οι κορνίζες, συχνά σύγχρονες της εποχής κάθε πίνακα, μοιάζουν να κουβαλούν τις ίδιες ιστορίες με τα έργα. Υπάρχει μια φροντίδα στη λεπτομέρεια, που δεν χρειάζεται άλλη σκηνοθεσία. Τα έργα προέρχονται από μια μεγάλη ιδιωτική ελβετική συλλογή, η οποία διατρέχει τρεις γενιές της ίδιας οικογενείας. Οι συλλέκτες επιλέγουν να παραμείνουν ανώνυμοι – και όχι από σεμνότητα. Εξακολουθούν να αγοράζουν, να διεκδικούν σε δημοπρασίες, να στηρίζουν ένα ζωντανό διάλογο με τη σύγχρονη τέχνη. Η συλλογή τους αντανακλά καθαρά το προσωπικό τους γούστο: όχι μια ακαδημαϊκή ολοκλήρωση της Ιστορίας της Τέχνης, αλλά μια υποκειμενική άποψη για το τι αξίζει να σωθεί και να επικοινωνήσει με το διεθνές κοινό, με στάσεις-ορόσημα στον ιμπρεσιονισμό και μεταϊμπρεσιονισμό, στον κυβισμό, στην αφαίρεση και στην ποπ αρτ.
«Από τον Monet στον Warhol: Τρεις γενιές, μια συλλογή, ένα ταξίδι στην εξέλιξη της μοντέρνας τέχνης», από 6 Δεκεμβρίου έως 11 Απριλίου 2026.

