Η Κιμίκο Γιοσίντα περίμενε τους επισκέπτες της έκθεσής της «Μυθολογίες» –μια έμμεση αναφορά στις «Μυθολογίες» του Ρολάν Μπαρτ– φορώντας την κλασική πλέον ιαπωνική εκδοχή της σύγχρονης αστικής αμφίεσης που καθιέρωσε ο σχεδιαστής Γιότζι Γιαμαμότο: φαρδύ μαύρο παντελόνι, ασπρόμαυρη πλισέ πουκαμίσα, ενώ η γκαλερί Kourd είχε βουτήξει στο χρώμα. Μια σειρά έργων στα οποία το σώμα, το χρώμα και ο μύθος δεν διαχωρίζονται μέσα σε ένα ενιαίο τοπίο μεταμορφώσεων.
«Γεννήθηκα στον κόσμο των σαμουράι», λέει η καλλιτέχνις, μάλλον ως εξήγηση της πορείας της παρά σαν δήλωση της ευγενικής καταγωγής της. Μεγάλωσε στην Ιαπωνία τις δεκαετίες του ’60 και του ’70, σε ένα κοινωνικό πλαίσιο στο οποίο ο ρόλος της γυναίκας ήταν περιορισμένος εκ των προτέρων· δύο μεγαλύτεροι αδελφοί, μια σειρά προσδοκιών, κι εκείνη πάντα στο περιθώριο αυτού που «έπρεπε». Στα οκτώ της, κατάλαβε πως δεν θα γινόταν ποτέ αυτό που επιθυμούσε όσο παρέμενε εντός των κανόνων της χώρας της. «Με εξόργισε και με τρόμαξε», λέει. «Τότε αποφάσισα να φύγω και να ακολουθήσω τον δικό μου δρόμο».
Τον δρόμο αυτόν τον βρήκε στην Ευρώπη. «Ηρθα για να αναζητήσω την ελευθερία, μια θέση που να μου ανήκει. Να είμαι ο εαυτός μου», εξηγεί. Αυτή η εσωτερική εξέγερση είναι η ρίζα της προσωπικής της μυθολογίας: ένα ιδιότυπο πάνθεον όπου η Μέδουσα, η Αθηνά, η Εκάτη και ο Μινώταυρος συνυπάρχουν με τη Venus, τη Σαλώμη, τη Μαρία Αντουανέτα ή και τον ίδιο τον Βασιλιά Ηλιο.
Μορφές θρησκευτικές, μυθικές και ιστορικές γίνονται μέρος των αυτοπροσωπογραφιών της σε πίνακες και γλυπτά. Το πρόσωπο της καλλιτέχνιδος, βαμμένο με το τελετουργικό «shironuri» που χρησιμοποιούσαν οι γκέισες, συγχωνεύεται στο φόντο. «Δεν είναι το πρόσωπό μου. Είναι ένας ρόλος. Φωτογραφίζω μια απουσία, μια εξαφάνιση», τονίζει. Στο κέντρο του κάδρου αυτή η «μάσκα» ανακαλεί την ευρωπαϊκή παράδοση του πρώιμου ιταλικού και φλαμανδικού πορτρέτου σε διάλογο με τις ιαπωνικές παραδόσεις. Εδώ η Γιοσίντα επεξεργάζεται την ιδέα του αναχρονισμού.
Η τέχνη, επιμένει, είναι εκ φύσεως αναχρονιστική· συνομιλεί διαρκώς με την ίδια της την ιστορία. Ομοίως και οι δικές της αναφορές δεν είναι ποτέ κυριολεκτικές: ένα μεταλλικό παλτό του Πάκο Ραμπάν γίνεται υλικό για την Αθηνά, ένα κομμάτι μεταλλικού κόκκινου αντικειμένου μετατρέπεται στο τατουάζ της Ιουδήθ, δύο παπούτσια μεταμορφώνονται στα κέρατα του Μινώταυρου. «Στην πραγματικότητα σκεφτόμουν περισσότερο τον Πικάσο παρά οτιδήποτε άλλο», παραδέχεται καθώς κοιτάζουμε το συγκεκριμένο έργο. «Παίζω με τα αντικείμενα», λέει σχετικά με το έργο της, «γι’ αυτό τίποτε δεν είναι κυριολεκτικό».
Η φωτογραφική διαδικασία της παραμένει αμετάβλητη επί 25 χρόνια: ίδιο φόντο, ίδιο κάδρο, ίδιος φωτισμός. Χωρίς Photoshop, χωρίς ψηφιακή επέμβαση. «Οσο πιο ίδιο είναι το πλαίσιο, τόσο περισσότερο εμπλουτίζεται το περιεχόμενο», λέει. Στις εικόνες της, η ταυτότητα ρευστοποιείται: μια νύφη χωρίς πρόσωπο, ένας άνδρας αρχηγός φυλής, μια Γιαπωνέζα που γίνεται Ινδός πολεμιστής. «Βρισκόμαστε στο βασίλειο της μεταμόρφωσης», λέει. «Αυτό είναι το πεδίο όπου υπάρχω».
«Μυθολογίες – Με το πρόσωπο της Kimiko Yoshida». Επιμέλεια: Ελένη Βαροπούλου. Εως 17/1/26.

