Είναι μια ιδέα παλιότερη, που είχε ακουστεί το 2019 σε επίπεδο προγραμματικών δηλώσεων της κυβέρνησης, χωρίς να ευδοκιμήσει. Συνοπτικά, περιλαμβάνει τη σύνδεση του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου με το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο (η διοίκηση του οποίου είχε αντιδράσει τότε για καταστατικούς λόγους), ώστε κάποια κτίρια του πανεπιστημίου στην Πατησίων να αξιοποιηθούν για νέες πολιτιστικές και εκπαιδευτικές χρήσεις.
Αυτή λοιπόν την όχι εντελώς ξεχασμένη πρόταση μνημόνευσε προχθές ο αρχιτέκτων Ανδρέας Κούρκουλας, ομότιμος καθηγητής του ΕΜΠ και αντιπρόεδρος στο Δ.Σ. του Εθνικού Αρχαιολογικού, σε μια συζήτηση για το πρώτο μουσείο της χώρας και την επέκτασή του στο συνέδριο «Reimagine Tourism» της «Κ». «Το μουσείο», είπε, «για να μη γίνει μια μονοκαλλιέργεια τουριστών, θα πρέπει να προσφέρει κάτι στις τοπικές κοινότητες της Αθήνας, που να τις προσκαλεί, πέρα από το να πάει κανείς στο μουσείο 2-3 φορές. Αυτό θα μπορούσε να γίνει στο Πολυτεχνείο, δίπλα».
«Η συνύπαρξη του μουσείου με την εκπαίδευση και τις εκθέσεις σε αυτό το σημείο της πόλης θα ήταν κάτι μαγικό».
Ζητήσαμε από τον κ. Κούρκουλα να επεκταθεί στο θέμα εκείνης της πρότασης, την οποία στο συνέδριο χαρακτήρισε ως «χαμένη ευκαιρία». Μας επισημαίνει ότι θα μιλήσει με την αρχιτεκτονική, όχι τη θεσμική του ιδιότητα, και επαναλαμβάνει ότι καθώς ένα μουσείο παγκόσμιου βεληνεκούς, όπως το ΕΑΜ, γίνεται κυρίως πόλος έλξης ξένων επισκεπτών, αδυνατώντας συχνά να εμπλακεί στην καθημερινότητα των ντόπιων, το ζητούμενο μετά την επέκταση και αναβάθμιση του ιδρύματος είναι να επιτευχθεί μια ισορροπία μεταξύ του «global» και του «local» στοιχείου. Θα μπορούσε έτσι να αποφευχθεί και μια τυχόν μετατροπή της συνοικίας των Εξαρχείων σε απέραντο Airbnb.
«Η πρόταση, αντίθετα με τη σκέψη της μεταφοράς του Πολυτεχνείου στου Ζωγράφου για να ηρεμήσει η περιοχή –κάτι που θα αποτελούσε ήττα για την κοινωνία– ήταν να μπορούν τα τρία ιστορικά κτίρια του Μετσοβίου, δηλαδή το Αβέρωφ και τα δύο κτίρια που το πλαισιώνουν, να μπορούν, παραμένοντας ιδιοκτησιακά στο Πολυτεχνείο, να μετατραπούν σε εκθεσιακούς χώρους. Να φιλοξενούν εκθέσεις του δήμου, του μουσείου, ξένων αρχιτεκτόνων, ομιλίες καλλιτεχνών κ.ά.», σημειώνει ο κ. Κούρκουλας. «Τα μεσοπολεμικά κτίρια Γκίνη, στην πλευρά της οδού Μπουμπουλίνας», συνεχίζει, «θα μπορούσαν μέσα από ένα διαγωνισμό για την αναμόρφωσή τους να φιλοξενούν τα εργαστήρια της αρχιτεκτονικής σχολής, που ήδη γίνονται στα κτίρια της Πατησίων, ενώ το καλοκαίρι θα πραγματοποιούνται summer schools. Η συνύπαρξη του μουσείου με την εκπαίδευση και τις εκθέσεις σε αυτό το σημείο της πόλης θα ήταν κάτι μαγικό».

Ο κ. Κούρκουλας φέρνει ως παράδειγμα το Μουσείο της Ακρόπολης, που πραγματοποιεί εκθέσεις σύγχρονης τέχνης, σχετικές με την αρχαιότητα. Στο εκπαιδευτικό κομμάτι, εκτιμά πως θα ήταν ιδιαίτερα γοητευτικό αν οι φοιτητές αρχιτεκτονικής έρχονταν σε επαφή με το αναβαθμισμένο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο πηγαίνοντας προς τη σχολή τους. Μιλάει για μια «ώσμωση δραστηριοτήτων», φαντάζεται ένα «μαγνήτη για τους ντόπιους», που τελικά «θα λειτουργεί εξισορροπητικά σε σχέση με τον τουρισμό». Θα χρειαζόταν, βέβαια, να βρεθεί μια λύση για τις υπηρεσίες της Ανωτάτης Σχολής Καλών Τεχνών που στεγάζονται στην Πατησίων. Πάντως, φαίνεται ότι το εγχείρημα δεν θα σκόνταφτε στα σχέδια των αρχιτεκτονικών γραφείων Τσίπερφιλντ-Τομπάζη στα οποία βασίζεται η επέκταση και η αναβάθμιση του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου. «Εξάλλου, στον διεθνή αρχιτεκτονικό διαγωνισμό για το νέο μουσείο είχαμε εντάξει την εν δυνάμει δυνατότητα της χρήσης των κτιρίων του Πολυτεχνείου στο μέλλον», εξηγεί ο κ. Κούρκουλας και προσθέτει ότι ίσως να χρειάζονταν κάποιες τροποποιήσεις στην ενδιάμεση οδό Τοσίτσα, ώστε να ενισχυθεί η σχέση ΕΑΜ και ΕΜΠ. Τελικά όμως ο διεθνής διαγωνισμός έγινε μόνο για το κτίριο του μουσείου, κι ενώ σε δεύτερο χρόνο θα παρουσιάζονταν και οι αρχιτεκτονικές προτάσεις που δεν προκρίθηκαν, η σκέψη αυτή έμεινε επίσης στα χαρτιά.
Σε εκείνο το πάνελ του «Reimagine Tourism in Greece», η πρόεδρος του διοικητικού συμβουλίου του ΕΑΜ, Ιωάννα Δρέττα, έλεγε στον συντονιστή, τον δημοσιογράφο Ηλία Μαγκλίνη, ότι τα σχέδια Τσίπερφιλντ-Τομπάζη βρίσκονται πλέον σε επίπεδο «προχωρημένης» αρχιτεκτονικής προμελέτης. Πηγές της «K» αναφέρουν ότι η προμελέτη θα συζητηθεί στα αρμόδια συμβούλια του υπουργείου Πολιτισμού εντός του Δεκεμβρίου. Σε εξέλιξη επίσης βρίσκεται η αναζήτηση των χώρων που θα στεγάσουν τα αντικείμενα των συλλογών του μουσείου όσο αυτό θα ανακαινίζεται.
Χώμα
Ο κ. Κούρκουλας προσθέτει κάτι ακόμη: η χρήση συμπιεσμένου χώματος (rammed earth) στο νέο μουσείο είναι μεν επιλογή φιλική στο περιβάλλον, όμως συνδέεται συμβολικά και με την ιστορική επιχείρηση προφύλαξης των εκθεμάτων του από τους Γερμανούς στην Κατοχή, όταν αρκετές αρχαιότητες είχαν θαφτεί στο χώμα. «Αυτή η ηρωική πράξη απόκρυψης και επανεμφάνισης των αρχαιοτήτων είναι ταυτοτικό στοιχείο του μουσείου», επισημαίνει. «Εξ ου και οι αρχιτέκτονες σχεδίασαν την επέκτασή του με βάση ένα υλικό μεταξύ τσιμέντου και χώματος».

