«Οχι, όχι, οι κατσαρίδες δεν μου κάνουν», πρόγκηξα τον φίλο που ήθελε να μου μιλήσει για τη φοβία του για το συγκεκριμένο έντομο – ναι, έντομα είναι οι κατσαρίδες, το κοίταξα! «Ποιος δεν φοβάται τις κατσαρίδες;» του είπα, αναζητώντας για το συγκεκριμένο κείμενο κάποια πιο εξωτική φοβία, κάποια από αυτές που βρίσκεις στο εγχειρίδιο της Κέιτ Σάμερσκεϊλ «Φοβίες και μανίες: Η ιστορία του κόσμου σε 99 εμμονές» (εκδόσεις Πατάκη). Καμιά γελωτοφοβία, καμιά θαλασσοφοβία, καμιά ερυθροφοβία (όλα υπαρκτά, σύμφωνα με το εγχειρίδιο), κάτι τέτοιο, τέλος πάντων. Μετά άρχισα να σκέφτομαι: Εχουμε και εμείς, οι άνθρωποι με ανέμπνευστες, ταπεινές φοβίες, ανάγκη την προσοχή!
Προσωπικά, για παράδειγμα, ταλαιπωρούμαι αφάνταστα τα τελευταία χρόνια από την καλπάζουσα φοβία μου προς τις κατσαρίδες. Το καλοκαίρι περιορίζω στο ελάχιστο την παραμονή στο μπαλκόνι –«και μέσα καλά είναι, έχει και αιρ κοντίσιον»–, αν δω μισάνοιχτη σήτα, νιώθω σαν να έχω αφήσει μισάνοιχτη την πόρτα τη νύχτα και είμαι έρμαιο εντόμων κακοποιών, και βλέπω εφιάλτες ότι οδηγώ και εμφανίζεται από το ανοιχτό παράθυρο ιπτάμενος εκπρόσωπος του είδους με ολέθρια αποτελέσματα. Εξάλλου, πολύ πιο πιθανό είναι κάποιος με εντομοφοβία να συναντήσει έντομο παρά κάποιος που έχει φοβία για το ποπ κορν (it’s a thing) να υποστεί επίθεση από καλαμπόκια που σκάνε ή κάποιος που φοβάται τα βατράχια να πέσει σε βατραχοβροχή.
Σύμφωνα με τη Σάμερσκεϊλ, από εντομοφοβία έπασχε ο Σαλβατόρ Νταλί, αλλά και η Σκάρλετ Γιοχάνσον, η οποία έχει εξηγήσει ότι της δημιουργήθηκε όταν μια κατσαρίδα περπάτησε στο πρόσωπό της όταν ήταν μικρή. Η φοβία αυτή, υπογραμμίζουν οι ειδικοί, είναι εν πολλοίς επίκτητη, αφού προϋποθέτει κάποια δυσάρεστη προσωπική εμπειρία για να γεννηθεί (προσωπικά, θα μου αρκούσε η εμπειρία της Σκάρλετ).
Από εντομοφοβία πάσχει η Σκάρλετ Γιοχάνσον, η οποία έχει αποκαλύψει ότι της δημιουργήθηκε επειδή, όταν ήταν μικρή, μια κατσαρίδα περπάτησε στο πρόσωπό της. Από την ίδια φοβία υπέφερε και ο Σαλβαντόρ Νταλί. Πιθανώς γι’ αυτόν τον λόγο, το 1969 είχε για κατοικίδιο έναν μυρμηγκοφάγο.
Σε κάθε περίπτωση, φοβίες υπάρχουν πολλές, σχεδόν όσες και οι άνθρωποι. Στις ΗΠΑ, περισσότεροι από το 70% των ανθρώπων ισχυρίζονται ότι υποφέρουν από κάποιον ανεξήγητο φόβο. Οι γυναίκες, δε, είναι δύο φορές πιο φοβικές από τους άνδρες. Αλλά ενώ, όπως λέει η Σάμερσκεϊλ, κάποιοι από τους φόβους αυτούς μπορούν να αντιμετωπιστούν σε μεγάλο βαθμό με ψυχοθεραπεία, μόλις ένας στους οκτώ πάσχοντες από τέτοιου είδους φοβίες αναζητεί βοήθεια. Δεν μιλάμε για τις φοβίες μας. Για του λόγου το αληθές, οι παρακάτω ιστορίες δημοσιεύονται ανώνυμα. Η Μαρία το λέει ανησυχία. «Δεν θα πω φοβία, δεν αφήνω να με εγκλωβίσει όλο αυτό» (αναρωτιέμαι: υπάρχει φοβία για τις φοβίες;). Σε κάθε περίπτωση, αυτό που τρέμει είναι η κληρονομικότητά της. «Μήπως στα επόμενα χρόνια έρθω αντιμέτωπη με το DNA μου, που θέλει πολλούς από κάθε πλευρά της οικογένειας να παθαίνουν καρκίνο…». Στον δρόμο για μεγάλα διαστήματα, λόγω δουλειάς, σε ταξίδια εντός και εκτός Ελλάδος, βρίσκει τον εαυτό της να τρέμει «μην έρθει η στιγμή που θα εμφανίσω το πρώτο σύμπτωμα».
Το μαρτύριο της σταγόνας
Η Εύα έχει μια μανία: να είναι πάντα ο νεροχύτης και ο νιπτήρας καθαροί. Και όταν λέμε καθαροί δεν εννοούμε καθαροί από βρωμιά, αλλά χωρίς νερά και πιτσιλιές. «Αρα, όποτε μπει κάποιος στο μπάνιο ή πάει στην κουζίνα, τρέχω μετά αλλόφρων να σκουπίσω τα νερά γύρω από τον νεροχύτη… Καλό; Και σκέψου ότι κάνω άπειρα χρόνια ψυχοθεραπεία!».
Η Φωτεινή φοβάται τις γέφυρες. Φοβάται πως με το που θα πατήσει στη γέφυρα, αυτή θα καταρρεύσει! Δεν θα διασχίσει γέφυρα με το αυτοκίνητο, ακόμη και αν χρειαστεί να κάνει τεράστιο κύκλο για να την αποφύγει.
Το ίδιο κάνει και η Σταματία με τις ανηφόρες. «Στη γειτονιά όπου μένω τριάντα χρόνια, κάνω πάντα κύκλο περίπου 1,5 χλμ., αλλά την ανηφόρα που θα με βγάλει έξω ακριβώς από το σπίτι μου δεν την έχω ανέβει. Ούτε πεζή ούτε οδικώς». Αυτά είναι.
Η δεύτερη Μαρία εξομολογείται ότι φοβάται να περάσει μεγάλους δρόμους. «Πρέπει να με κρατάνε. Περνάω μόνο από συγκεκριμένα φανάρια που ξέρω. Κι αν περάσω το ένα ρεύμα και στέκομαι στη μέση του δρόμου, ψάχνω κάπου να κρατηθώ». Φοβάται πως θα την πατήσουν τα αυτοκίνητα. «Το έχω μυστικό και το καλοκαίρι φοβάμαι ακόμη περισσότερο, που φοράω ανοιχτά παπούτσια».
Η Λένα ανέπτυξε φοβίες όταν έγινε μαμά. «Είναι νήπιο τώρα και φοβάμαι πάρα πολύ όταν περπατάμε έξω πως θα κάνει κάποια απότομη κίνηση και θα μου φύγει από το χέρι και θα βγει στον δρόμο. Ή όταν το έχω αγκαλιά και περιμένω στο φανάρι σε νησίδα ότι κάποιος οδηγός θα μας χτυπήσει. Βλέπω συνέχεια εφιάλτες του τύπου ότι ανεβαίνει σε μια καρέκλα στη βεράντα και χάνει την ισορροπία του. Βλέπω παντού ατυχήματα. Αυτό επηρεάζει και τον γάμο μου, γιατί ο σύζυγος είναι cool και συνεχώς δημιουργούνται εντάσεις».
Ο Νίκος έχει μανία με τα αυτοκίνητα. Τι πρωτότυπο, θα πείτε. Δεν είναι ακριβώς έτσι. «Γεννήθηκα σε μια οικογένεια αυτοκινητιστών, ξεκινώντας από τον παππού που έκλεισε τον φούρνο του πατέρα του για να πάρει το πρώτο του φορτηγό στις αρχές του προηγούμενου αιώνα», διηγείται. Ο πατέρας του τον ανέβαζε στο φορτηγό με το που γεννήθηκε. «Κάπως έτσι ξεκίνησαν όλα. Οι ζάντες με ενδιέφεραν περισσότερο από τους ανθρώπους. Στην παιδική χαρά έτρεχα κάνοντας ββββββββμ, αλλά όχι πάντα παριστάνοντας τον οδηγό αλλά το ίδιο το αυτοκίνητο. Ηθελα να γίνω αυτοκίνητο όταν μεγαλώσω». Πολύ αργότερα, ένας ψυχολόγος ανακάλυψε ότι η αιτία αυτής της σύγχυσης ήταν ο Ιππότης της Ασφάλτου. Ο Νίκος είχε ταυτιστεί με τον ΚΙΤ. Από όλο αυτό έχει μείνει σήμερα η εξαντλητική ενασχόλησή του με τα αυτοκίνητα. «Εχω αναπαλαιώσει τρία αυτοκίνητα, ξεψειρίζω μανιωδώς το δικό μου, παρακολουθώ συνεχώς θέματα αυτοκινήτων και μπορώ να οδηγώ για ώρες απολύτως ευχαριστημένος». Για καλή του τύχη –ή και όχι–, στη δουλειά του βλέπει συνεχώς φορτηγά. «Ασχολούμαι περισσότερο με αυτά παρά με το έργο που πρέπει να φέρνουν σε πέρας». Ξέρω ποιο είναι το κατάλληλο λάδι, πώς λειτουργεί κάθε τύπος ελαστικού, πού υπερτερεί το ντίζελ, πού η βενζίνη και το αέριο, και πώς στο καλό θα συνηθίσουμε τα ηλεκτρικά. «Εναι μια εμμονή που με κουράζει πλέον».
«Στην παιδική χαρά έτρεχα κάνοντας ββββββββμ, όχι πάντα παριστάνοντας τον οδηγό αλλά το ίδιο το αυτοκίνητο. Ηθελα να γίνω αυτοκίνητο όταν μεγαλώσω». Πολύ αργότερα, ένας ψυχολόγος ανακάλυψε ότι η αιτία αυτής της σύγχυσης ήταν ο Ιππότης της Ασφάλτου. Ο Νίκος είχε ταυτιστεί με τον ΚΙΤ.
Η Σοφία είναι τεχνοφοβική, φοβάται ότι έτσι ξαφνικά θα σβηστούν όλες της οι επαφές, άλλον θα καλεί και άλλο όνομα θα βγαίνει. «Οτι θα δω μπλε οθόνη στον υπολογιστή, φοβάμαι ότι θα έρθουν εξελίξεις και updates που θα φέρουν τη συντέλεια, ότι μια μέρα θα χρειαστεί qr code για να ανοίξω την πόρτα του σπιτιού μου, ότι θα αλλάξουν usernames και passwords».
Πανικός για μια σφραγίδα
Η Αννυ φοβάται («τρέμει» λέει, για την ακρίβεια) τις δημόσιες υπηρεσίες σε σημείο κρίσεων πανικού. «Για να γράψω τα παιδιά μου στο δημόσιο σχολείο της γειτονιάς άρχισα συνεδρίες με ψυχολόγο, η οποία είδε και απόειδε και πρότεινε η ίδια να έρθει μαζί μου στην πρώτη κουβέντα με τη διευθύντρια. Τελικά ντράπηκα να την πάρω μαζί μου…».
Ο Γιώργος φοβάται τον εμετό. «Οσο κι αν σου φαίνεται απίστευτο, έχω κάνει μόνο μία φορά στη ζωή μου εμετό. Κάθε φορά που αισθάνομαι ναυτία, αρχίζω να τρέμω, κυρίως τα χέρια μου, και να έχω ταχυκαρδία, φοβούμενος πως θα ακολουθήσει εμετός. Η μόνη εξήγηση που μπορώ να δώσω, είναι ότι όταν ήμουν γύρω στα 5-6, είχα ακούσει μέσα στο σπίτι έναν περίεργο θόρυβο από τη μητέρα μου. Κατευθύνθηκα προς το μπάνιο, όπου είχε αφήσει ανοιχτή την πόρτα, και την είδα σκυμμένη πάνω από τη λεκάνη να κάνει εμετό. Είναι μια σκηνή που ακόμη και τώρα, 30 χρόνια μετά, θυμάμαι πολύ έντονα. Θυμάμαι, δηλαδή, μέχρι και το πώς είχε τα μαλλιά της εκείνη τη στιγμή η μαμά μου, καθώς και τι φορούσε». Να σημειωθεί ότι η εμετοφοβία περιλαμβάνεται στο εγχειρίδιο «Φοβίες και μανίες» της Κέιτ Σάμερσκεϊλ, η οποία σημειώνει ότι σύμφωνα με έρευνες το 80% των πασχόντων ανέφεραν εμμονικές εικόνες εμετού. Από αυτούς, το 31% είχε αναμνήσεις παλαιότερων εμπειριών με εμετούς. Πάντως, γράφει, οι εμετοφοβικοί μπορούν να αρρωστήσουν από την αγωνία τους για τον εμετό.
Νεκρά περιστέρια
Η Ελίνα φοβάται τα νεκρά περιστέρια. «Με τα χρόνια το ρύθμισα, αλλά μέχρι πριν από λίγα χρόνια ήταν απόλυτος πανικός. Αν έβλεπα νεκρό περιστέρι άλλαζα δρόμο και τον απέφευγα μετά για μήνες ή χρόνια».
Ο Νίκος φοβόταν τα χρήματα της πόλης. Την ιστορία μεταφέρει γνωστός του. «Είχε σε ξεχωριστή τσέπη τα λεφτά που χρησιμοποιούσε στην πόλη και σε άλλη τσέπη τα χρήματα που χρησιμοποιούσε στο χωριό όπου ζούσε. Ο ίδιος ισχυριζόταν ότι ο φόβος του ήταν τα μικρόβια που κουβαλούσαν τα χαρτονομίσματα, αλλά κατά τη γνώμη μου ήταν ο φόβος του να τα βγάλει πέρα μόνος του στη μεγάλη πόλη».
Ο Τάσος φοβάται τις ξαφνικές ειδήσεις. «Κάθε αναπάντεχο τηλεφώνημα, μήνυμα ή γράμμα το ανοίγω οριακά με τρόμο. Εχω καταλάβει ότι προέρχεται από την όλη αβεβαιότητα του να ζεις στην Ελλάδα». Εδώ που τα λέμε, ποιος δεν φοβάται τη φράση «διακόπτουμε το πρόγραμμά μας για να σας μεταδώσουμε μια έκτακτη είδηση»;
*Το βιβλίο της Κέιτ Σάμερσκεϊλ «Φοβίες και μανίες: Η ιστορία του κόσμου σε 99 εμμονές» κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πατάκη.

