Η πλατεία Βαρνάβα στο Παγκράτι είναι ένα σημείο της πόλης με δύο διαφορετικές όψεις. Το βράδυ αποτελεί must προορισμό, ειδικά την τελευταία πενταετία, για τη γενιά Ζ, η οποία γεμίζει όχι μόνο τα φαγάδικα και τα μικροσκοπικά μπαρ περιμετρικά της, αλλά και τους δρόμους έξω από αυτά. Το πρωί όμως, αν και εξακολουθεί να είναι πολυσύχναστη, μεταμορφώνεται σε μια πιο ήσυχη γειτονιά, που μερικοί από τους κατοίκους της περιοχής λένε ότι είναι οι μόνες ώρες που θυμίζει πλατεία χωριού.
Την προηγούμενη Παρασκευή η ατμοσφαιρική αυτή γωνιά της Αθήνας απέκτησε ένα νέο στολίδι, που την τοποθέτησε στον εικαστικό χάρτη της πόλης, γεμίζοντας τους γύρω δρόμους, αυτή τη φορά, με φιλότεχνους. Ηταν τη «Νύχτα των πνευμάτων», το Halloween, όπου καλλιτέχνες, επιμελητές, λάτρεις της τέχνης, αλλά και περίεργοι περαστικοί, στάθηκαν έξω από τη μικροσκοπική Ruby Art Gallery παρατηρώντας μέσα από τη διάφανη τζαμαρία μια εντυπωσιακή μεταλλική εγκατάσταση, που φέρει την υπογραφή της νεαρής καλλιτέχνιδας Μαριλένας Κρανιώτη.
«Δεν ήξερα τι μου φάνηκε πιο παράξενο. Το όμορφο μεταλλικό δέντρο που μοιάζει σαν να φύτρωσε μέσα σε αυτόν τον μικρό χώρο ή το γεγονός ότι η πλατεία απέκτησε μια αίθουσα τέχνης;» μας λέει η κ. Γιώτα, κάτοικος της περιοχής. Τη συναντήσαμε ένα πρωί τυχαία, να χαζεύει από μακριά την γκαλερί φορτωμένη ψώνια. Λίγες στιγμές αργότερα εμφανίστηκε και η Μπιάνκα Μπάουερ, ιδιοκτήτρια της Ruby Art Gallery και επιμελήτρια της τρέχουσας έκθεσης «Nuances of the Night», που μας υποδέχθηκε με ένα πλατύ χαμόγελο και μια καλημέρα στα ελληνικά.

«Μετά τον θάνατο του αδελφού μου πέρυσι, ένιωσα ότι δεν χρειαζόμουν απλώς ένα νέο κεφάλαιο στη ζωή μου, αλλά ένα εντελώς νέο τοπίο. Η Ζυρίχη θα είναι πάντα η βάση μου, το σημείο αναφοράς μου. Ομως η Αθήνα έχει μια αμεσότητα και τη δημιουργική ενέργεια που αναζητούσα», μας λέει η Μπιάνκα Μπάουερ, με καταγωγή από την Ελβετία, όταν τη ρωτάμε για ποιο λόγο μια επιμελήτρια να αφήσει τη Ζυρίχη για να δραστηριοποιηθεί καλλιτεχνικά στην Αθήνα.
Η γκαλερί ανοίγει λοιπόν τις πόρτες της στο κοινό με μια έκθεση που συνομιλεί με την ίδια τη ζωή και η οποία εξετάζει τον θάνατο όχι ως τελεσίδικη απώλεια, αλλά ως μια μετάβαση. Η εγκατάσταση της Μαριλένας Κρανιώτη, που δημιουργήθηκε για την έκθεση, είναι κατασκευασμένη από μέταλλο, κομμένο με λέιζερ σε δισδιάστατες μορφές. Η καλλιτέχνις εξηγεί ότι η επιλογή αυτή έγινε έτσι ώστε να βρει έναν τρόπο να «πλάσει» τη σκιά, να δώσει υπόσταση σε κάτι που κανονικά δεν μπορεί να αποκτήσει σώμα, πέρα από την κυριολεκτική του προβολή. «Με αυτόν τον τρόπο η απουσία αποκτά σώμα και το αόρατο γίνεται ορατό. Το αλάτι που βλέπετε στο πάτωμα, και το οποίο απλώνεται ως υλικό στοιχείο της εγκατάστασης, επιλέχθηκε από κοινού με την Μπιάνκα και λειτουργεί ως μεταφορά της γεύσης που θα μπορούσε να έχει ο θάνατος. Παράλληλα, φέρει την αίσθηση τελετουργίας, μνήμης και διατήρησης, ενώ η αλμυρή του φύση παραπέμπει σε δάκρυα, στην επιθυμία και στην απώλεια», μας λέει η καλλιτέχνις.
«Το αλάτι που βλέπετε στο πάτωμα λειτουργεί ως μεταφορά της γεύσης που θα μπορούσε να έχει ο θάνατος. Παράλληλα, η αλμυρή του φύση παραπέμπει σε δάκρυα, στην επιθυμία και στην απώλεια». -Μαριλένα Κρανιώτη, εικαστικός
Η Μπιάνκα Μπάουερ, πέρα όμως από το τραγικό γεγονός που σημάδεψε τη ζωή της και την έκανε να αποσυρθεί σε ένα αγαπημένο της μέρος, μας εξηγεί γιατί κατά τη γνώμη της η Ελλάδα προσφέρει το κατάλληλο έδαφος για να ξεδιπλώσει κανείς τις επιμελητικές του ιδέες. «Η Ελβετία είναι όμορφη και οργανωμένη, αλλά καμιά φορά υπερβολικά “γυαλισμένη”. Ηθελα να βρεθώ σε ένα μέρος όπου τα πράγματα γεννιούνται από αναγκαιότητα, όχι μόνο από άνεση. Η Ruby Art Gallery στηρίζεται ακριβώς σε αυτόν τον διάλογο. Κινείται ανάμεσα στη Ζυρίχη και στην Αθήνα, στην ακρίβεια των πραγμάτων και στο χάος, στην πειθαρχία και στη διαίσθηση», σημειώνει η Μπιάνκα Μπάουερ. Ως πρώην διευθύνουσα σύμβουλος του Μουσείου Kirchner στο Νταβός, εντοπίζει μάλιστα και μια ενδιαφέρουσα άνθηση της ελληνικής εικαστικής σκηνής τα τελευταία χρόνια. «Συμβαίνουν πολλά εδώ. Από αυτοδιαχειριζόμενους χώρους μέχρι διεθνείς φιλοξενίες καλλιτεχνών. Δεν θα ισχυριστώ ότι είμαι ειδικός στη σκηνή της Ελλάδας, αλλά έχοντας δουλέψει τόσο σε μουσεία όσο και σε ανεξάρτητους χώρους, αισθάνομαι ότι η Αθήνα έχει μπει σε μια νέα καλλιτεχνική φάση».
Κομμάτι της γειτονιάς

Η λογική της γκαλερί, σύμφωνα με την επιμελήτρια, βασίζεται στην έννοια του site-specific. Το έργο της Μαριλένας Κρανιώτη βρίσκεται σε άμεσο διάλογο όχι μόνο με τον εσωτερικό χώρο, αλλά και με τη γειτονιά και τον κόσμο γύρω του, αφήνοντας έναν ηχηρό οπτικό αντίκτυπο. «Πρόκειται για μια μορφή δημόσιας προσφοράς, ένα άνοιγμα προς την κοινότητα που ξεπερνά τα όρια του εκθεσιακού χώρου. Στο ίδιο πνεύμα, και στις επόμενες εκθέσεις που θα ακολουθήσουν, έχουμε σκοπό να παρουσιάζουμε ένα installation ενός μόνο καλλιτέχνη, αξιοποιώντας το μικρό, χαριτωμένο μέγεθος της γκαλερί, μέσα από τον διάλογο μεταξύ Ελλάδας και Ελβετίας».
«Συμβαίνουν πολλά εδώ. Από αυτοδιαχειριζόμενους χώρους μέχρι διεθνείς φιλοξενίες καλλιτεχνών. Eχοντας δουλέψει σε μουσεία και ανεξάρτητους χώρους, αισθάνομαι ότι η Αθήνα έχει μπει σε μια νέα φάση». -Μπιάνκα Μπάουερ, ιδιοκτήτρια της Ruby Art Gallery
Καθώς συζητάμε, ένας κύριος από το διπλανό μεζεδοπωλείο, το οποίο όπως μαθαίνουμε λειτουργεί πάνω από δύο δεκαετίες, μας καλημερίζει. «Αυτός είναι ο Κώστας, ένας από τους μαγαζάτορες της γειτονιάς που με βοήθησε με τα εγκαίνια, προσφέροντας φαγητό και ποτά για τον κόσμο», μας λέει η Μπιάνκα Μπάουερ, μιλώντας μας με ενθουσιασμό για το θερμό καλωσόρισμα που δέχθηκε από τους ανθρώπους οι οποίοι διατηρούν καταστήματα και εστιατόρια γύρω από την γκαλερί.
«Πού να το φανταζόμασταν. Ηταν σαν να συνεργάστηκαν δύο διαφορετικοί κόσμοι από το πουθενά. Τα εγκαίνια ήταν φοβερά και όλοι φάνηκε να έμειναν ευχαριστημένοι. Είναι σαν να άνοιξε ξαφνικά ένα παράθυρο στην τέχνη», μας λέει ο Παναγιώτης, ο οποίος δουλεύει εδώ και τέσσερα χρόνια ως σερβιτόρος στο μεζεδοπωλείο.
Αυτού του τύπου η αφιλτράριστη επικοινωνία και η καθημερινή επαφή με τον κόσμο, σαν να βρισκόμαστε πράγματι σε πλατεία χωριού, ήταν ένας από τους λόγους που η Μπιάνκα Μπάουερ απέρριψε ακόμη και μεγαλύτερους χώρους σε άλλες περιοχές του κέντρου για να τοποθετήσει το logo της Ruby Art Gallery. «Ηθελα να είναι κομμάτι της ζωής των ανθρώπων. Ακόμη και εκείνων που δεν έχουν επαφή με την τέχνη. Η τοποθεσία της είναι αυτό που την καθορίζει και την κάνει μέρος της κοινότητας», αναφέρει.

Ενα από τα πιο ιδιαίτερα στοιχεία της έκθεσης, όχι τόσο για την εμφάνισή του, όσο για την απρόσμενη θέση του, είναι το μεταλλικό δοχείο με άμμο, γεμάτο αναμμένα κεριά, τοποθετημένο στην άκρη του πεζοδρομίου, όμοιο με αυτά που βρίσκει κανείς σε μια εκκλησία. «Στην αρχή της εγκατάστασης υπάρχει αυτή η μικρή τελετουργία με τα κεριά, λίγο πριν οι επισκέπτες μπουν μέσα στον χώρο. Είναι σαν να συμμετέχουν και εκείνοι στην έκθεση με έναν τρόπο», μας λέει η Μαριλένα Κρανιώτη.
«Το βράδυ, όπως είναι λογικό, το φως των κεριών είναι πιο έντονο και δημιουργεί μια ατμόσφαιρα σχεδόν τελετουργική. Τη νύχτα των εγκαινίων, λοιπόν, μια γυναίκα γύρω στα 60 πέρασε αθόρυβα, άναψε ένα κερί και έφυγε. Δεν κοίταξε καν γύρω της και φάνηκε σαν να μην την ενδιέφερε το τι πραγματικά γινόταν εδώ. Ενιωσα πως για εκείνη αυτό ήταν μια προσωπική τελετουργία, μια πράξη σαν αυτές που κάνει κάποιος πιστός όταν επισκέπτεται μια εκκλησία», καταλήγει η επιμελήτρια.
*«Nuances of the Night», έως 30/11, Ruby Art Gallery, πλ. Βαρνάβα 8.

