«Ο καλλιτέχνης είναι παρών», σκέφτομαι, σε όλο του το ακομπλεξάριστο μεγαλείο. Φοράει ασημί Asics, φούξια σορτς τρεξίματος και πάνω από την γκρι φανέλα του έχει ακουμπισμένο ένα ασορτί φούτερ, σε μια λιγότερο επιθετική απόχρωση του ροζ. Μισή ώρα πριν από τη δημοσιογραφική παρουσίαση της μεγάλης αναδρομικής του έκθεσης, η οποία συνεχίζεται έως τις 30 Δεκεμβρίου στο Onassis Ready, τον νέο χώρο του Ιδρύματος Ωνάση στην ομόηχη με αυτό περιοχή, κάποιοι συνάδελφοι τον απαθανατίζουν με την κάμερα των κινητών τηλεφώνων.
Μπορεί να μην είναι σταρ της μεγάλης οθόνης ή της μουσικής βιομηχανίας, αλλά δύσκολα περνάει απαρατήρητος. Γεννημένος το 1964 στο Ερλανγκεν της Γερμανίας, μοιάζει να έχει ξεπηδήσει από κάποιο από τα «παλαβά» αυτοπορτρέτα του που μπορεί κανείς να χαζέψει στο ισόγειο του βιομηχανικής αισθητικής κτιρίου. Στην αρχή της εκθεσιακής διαδρομής, μια σειρά από φωτογραφίες σε διαστάσεις σαν αυτές που έμπαιναν κάποτε στα οικογενειακά άλμπουμ, στερεωμένες με λεπτές καρφίτσες στους φρεσκοβαμμένους λευκούς τοίχους, προκαλούν γοητευτική αμηχανία. Στη συνέχεια, τα μεγέθη και τα θέματα εναλλάσσονται. Οπως λέει ο ίδιος στη συνέντευξή του στην «Κ», η διαφοροποίηση στα μεγέθη των εικόνων είναι ζήτημα ρυθμού, κάτι που τον απασχολεί αρκετά όταν ετοιμάζει μια έκθεση ή ένα βιβλίο. Στο ερώτημα εάν η τέχνη του είναι για όλους, μας απαντά ότι «αν όλοι καταλάβαιναν την τέχνη μου, θα ήταν μέτρια».

– Πώς αποφασίσατε ποιες εικόνες θα τυπώσετε σε ποιες διαστάσεις;
– Γενικά, αυτή η απόφαση έχει να κάνει με τον χώρο που τις δείχνω, την «τοποειδική» του διάσταση και το «τάιμινγκ» των εκθέσεών μου. Κάποια από τα έργα που παρουσιάζονται στο Onassis Ready απαιτούν από τους θεατές να τα παρατηρήσουν από πιο κοντά, να τα πλησιάσουν. Aλλα δείχνουν καλύτερα σε μεγαλύτερες διαστάσεις, καθώς το μέγεθος κάνει τον αντίκτυπό τους πιο ισχυρό. Μου αρέσει, επίσης, να υπάρχει μια διαφοροποίηση στα μεγέθη των εικόνων, γιατί βοηθάει στη διατήρηση της ροής του στησίματος μιας έκθεσης, της δίνει ζωντάνια και φρεσκάδα. Τον ρυθμό, τόσο στις εκθέσεις όσο και στα βιβλία μου, που τα δουλεύω για πραγματικά μεγάλα χρονικά διαστήματα, τον σκέφτομαι πολύ προσεκτικά.
Μου αρέσει να υπάρχει μια διαφοροποίηση στα μεγέθη των εικόνων, γιατί βοηθάει στη διατήρηση της ροής του στησίματος μιας έκθεσης, της δίνει ζωντάνια και φρεσκάδα.
– Προσεγγίζετε με την ίδια νοοτροπία τα πιο προσωπικά σας έργα και τα εμπορικά, εκείνα που σας ανατίθενται π.χ. από κάποιον οίκο μόδας;
– Ναι, γιατί και τα δύο αυτά πράγματα τα αγαπώ. Αλλωστε, και τα εμπορικά μου πρότζεκτ τα προσεγγίζω με έναν τρόπο πολύ προσωπικό, που με κάνει να θεωρώ το αποτέλεσμά τους εξίσου σημαντικό για εμένα.

– Η δουλειά σας έφτασε στο «μεγάλο κοινό» μέσα από τις διαφημιστικές καμπάνιες και τα fashion editorials που κάνατε τις δεκαετίες του 1990 και του 2000, τα οποία ξεχώριζαν για την τόλμη, την τρέλα, την ελευθερία έκφρασης, το χρώμα, την πολιτική αιχμηρότητα και το «coolness» τους. Βλέποντας ξανά στο Onassis Ready κάποια από εκείνα τα πλέον εμβληματικά καρέ σας, αναρωτήθηκα αν οι εικόνες που παραδίδατε στους πελάτες σας ήταν πάντοτε ευπρόσδεκτες.
– Θα σας πω ότι τους πελάτες μου τους επέλεγα και συνεχίζω να τους επιλέγω με μεγάλη προσοχή. Πρέπει να έχω νιώσει ότι επιλέγουν κι εκείνοι να συνεργαστούν μαζί μου για τους σωστούς λόγους. Πρέπει οπωσδήποτε να κατανοούν τη δουλειά μου πριν συνεργαστούμε.
Και τα εμπορικά μου πρότζεκτ τα προσεγγίζω με έναν τρόπο πολύ προσωπικό, που με κάνει να θεωρώ το αποτέλεσμά τους εξίσου σημαντικό για εμένα.
– Πώς διαχειρίζεστε το ότι κάποιοι μπορεί να σας απορρίπτουν καλλιτεχνικά;
– Δεν με πειράζει καθόλου το αν σε κάποιον δεν αρέσει η δουλειά μου. Αλλωστε, είναι αδύνατο να την κατανοούν όλοι. Αν όλοι καταλάβαιναν την τέχνη μου, θα ήταν μέτρια.

– Καθώς περιπλανιόμουν στην έκθεση, κοντοστάθηκα σε μια φωτογραφία που τραβήξατε φέτος στη Σίφνο. Μοιάζει να απεικονίζει μια παραλία και, στο κέντρο της, μια μεταλλική κατασκευή από δοκάρια, σαν τέρμα ποδοσφαίρου.
– Με το που είδα το τοπίο, κατευθείαν, θέλησα να το φωτογραφίσω. Δεν είναι, όμως, παραλία. Στην πραγματικότητα, αυτό που βλέπουμε είναι ένα αυτοσχέδιο γήπεδο ποδοσφαίρου στην κορυφή ενός γκρεμού με φόντο τη θάλασσα, ένα γήπεδο στ’ αλήθεια άθλιο· το χώμα του ήταν μέσα στις πέτρες. Με εντυπωσίασε γιατί έβγαζε τόσο ρομαντισμό και τόση μελαγχολία το ότι υπήρχε σε εκείνο το σημείο ένα γήπεδο. Είναι σχεδόν αδύνατο να παίξεις ποδόσφαιρο εκεί πάνω. Οταν κλωτσάς την μπάλα, πού πάει;
– Κάτι άλλο που θέλω να σας ρωτήσω έχει να κάνει με το ενδιαφέρον σας για τη θρησκεία. Στην έκθεση βλέπουμε φωτογραφίες του Πάπα Φραγκίσκου αλλά και καρέ στα οποία τα θρησκευτικά σύμβολα χρησιμοποιούνται προβοκατόρικα. Είναι η «πρόκληση» ένας τρόπος να διευρυνθεί το νόημα του τι μπορεί να σημαίνει θρησκευτικότητα ή καλοσύνη;
– Τίποτα απ’ όλα αυτά. Θέλω απλώς να δείξω την πολυπλοκότητα της ζωής γενικά.

– Αν έπρεπε να διαλέξετε μία μόνο φωτογραφία από την έκθεση –εκτός από αυτή της αφίσας με το λευκό πιάτο («teller», στα γερμανικά) που πάνω του ένα σαλιγκάρι κατευθύνεται προς ένα ροδάκινο– ποια θα ήταν αυτή;
– Θα επιλέξω τη σειρά φωτογραφιών «Symposium of Love», την οποία θεωρώ ένα ενιαίο έργο. Αφιερώστε της χρόνο.
– Οταν πεθάνετε, πώς θα θέλατε να σας θυμούνται οι άλλοι; Τι αντίκτυπο θα θέλατε να έχουν οι φωτογραφίες σας;
– Ελπίζω να εμπνέω μέσα από τα έργα μου περιέργεια, θάρρος και ευθύνη απέναντι στη ζωή.
*Γιούργκεν Τέλερ, «you are invited», 19.10-30.12, Onassis Ready.
Η έκθεση είναι παραγωγή του Ιδρύματος Ωνάση.

