Μια τυπική διαδικασία απομένει μέχρι την επίσημη ανακήρυξη της 9ης Φεβρουαρίου (ημέρα της εκδημίας του Διονυσίου Σολωμού το 1857) ως Παγκόσμιας Ημέρας Ελληνικής Γλώσσας. Στη 43η Γενική Διάσκεψη της UNESCO, που θα πραγματοποιηθεί στη Σαμαρκάνδη του Ουζμπεκιστάν από τις 30 Οκτωβρίου έως τις 13 Νοεμβρίου, αναμένεται να επικυρωθεί η σχετική πρόταση του Εκτελεστικού Συμβουλίου του διεθνούς οργανισμού, το οποίο τον περασμένο Απρίλιο αναγνώρισε την προσφορά της ελληνικής γλώσσας στην πολιτιστική κληρονομιά της ανθρωπότητας, την ιστορική συνέχειά της και την επίδρασή της στις ευρωπαϊκές γλώσσες και στη διεθνή επιστημονική ορολογία.
Το επίτευγμα είχε τις δυσκολίες του. «Διεκδικούσε διεθνή αναγνώριση μια γλώσσα που μιλιέται από μια χούφτα ανθρώπους σε όλο τον πλανήτη», λέει στην «Κ» ο Γιώργος Κουμουτσάκος, μόνιμος αντιπρόσωπος της Ελλάδας στην UNESCO. «Το κριτήριο που έπρεπε να προβάλουμε ήταν ποιοτικό, όχι ποσοτικό. Επρεπε να πείσουμε τα άλλα κράτη-μέλη ότι η γλώσσα μας διαθέτει μια συνέχεια τριών χιλιάδων ετών και ότι επηρέασε τη δυτική σκέψη, αλλά και τον κόσμο, δημιουργώντας αναντικατάστατες θεμελιώδεις έννοιες όπως η δημοκρατία, η φιλοσοφία, η Ιστορία, το θέατρο. Χρειάστηκε πολλή δουλειά, πόρτα πόρτα».
Σχεδόν 60 διμερείς ή και τριμερείς συναντήσεις πραγματοποίησαν τα μέλη της ελληνικής ομάδας, με εκπροσώπους περίπου 90 χωρών. Και ενώ σύντομα οι συσσωρευμένες θετικές ανταποκρίσεις θα τροφοδοτούσαν κάθε επόμενη προσπάθεια («έχουμε 10 χώρες που μας στηρίζουν, έχουμε 20 χώρες, έχουμε 60» κ.ο.κ.), ένα ακόμη αγκάθι που έπρεπε να ξεπεραστεί ήταν ότι κάποιοι θεωρούσαν ότι υπάρχει πληθωρισμός από «διεθνείς ημέρες». Πέρα όμως από τη στήριξη του πρωθυπουργού και του υπουργείου Εξωτερικών, η ελληνική ομάδα είχε στα χέρια της ένα κείμενο, συνδιαμορφωμένο από τους ομότιμους καθηγητές Γλωσσολογίας Γεώργιο Μπαμπινιώτη και Χρήστο Κλαίρη, το οποίο ήταν «επιστημονικά άρτιο, κατανοητό και με δυνατότητα επιρροής», τονίζει ο κ. Κουμουτσάκος. «Το κείμενο έπεισε, αγκαλιάστηκε και επιτέλεσε την αποστολή του, καθώς όταν καταθέσαμε την πρόταση, είχε από κάτω 88 υπογραφές».
Ποια είναι όμως η σημασία μιας Παγκόσμιας Ημέρας Ελληνικής Γλώσσας, πέρα από το συμβολικό επίπεδο; «Δίνει άλλες δυνατότητες όταν συνομιλείς με πανεπιστήμια του εξωτερικού, όταν διεκδικείς έδρες ή υποτροφίες, όταν επιδιώκεις να πείσεις εκπροσώπους της ομογένειας ότι πρέπει λ.χ. να επενδύσουμε στον μεγάλο αυτό σκοπό. Μπορούμε να δημιουργήσουμε μια “τάση”. Εχει πολλούς φίλους η ελληνική γλώσσα, που πιστεύουν στην αξία της», υπογραμμίζει ο κ. Κουμουτσάκος και προσθέτει ότι αναμένεται να δημιουργηθεί μια αίσθηση υπερηφάνειας και στο εσωτερικό, ειδικά στους νέους και στα παιδιά. Ο πρώτος εορτασμός, πάντως, θα γίνει στο κτίριο της UNESCO στο Παρίσι, στις 9 Φεβρουαρίου του 2026, ενώ ετοιμάζεται και ένα φιλμ για τη διαχρονικότητα της ελληνικής γραπτής και προφορικής παράδοσης. «Πιστεύω ότι η απόφαση θα αποτελέσει τομή στην ιστορία της ελληνικής γλώσσας, αρκεί να την αξιοποιήσουμε. Οι χαρές και η υπερηφάνεια θα παρέλθουν και θα πρέπει να περάσουμε στο στάδιο της ευθύνης», επισημαίνει ο κ. Κουμουτσάκος.

Τα Μινωικά Ανάκτορα
Δεν είναι το μόνο κατόρθωμα της Ελλάδας στην επικράτεια της UNESCO. Τον Ιούλιο, τα Μινωικά Ανακτορικά Κέντρα εντάχθηκαν στον Κατάλογο Μνημείων Παγκόσμιας Κληρονομιάς του οργανισμού και όπως υπενθυμίζει ο κ. Κουμουτσάκος, το επόμενο ιδιαίτερα σύνθετο και δύσκολο στοίχημα είναι η υποψηφιότητα του όρους Ολύμπου ως φυσικού και πολιτιστικού μνημείου. Επιτυχία για την Ελλάδα αποτελεί και η εκλογή της, τον Μάιο, στην Επιτροπή της Σύμβασης της UNESCO (1970) για την παράνομη διακίνηση πολιτιστικών αγαθών. «Το να συμμετέχει στην επιτροπή μια χώρα σαν τη δική μας, που έχει υποφέρει από την αρχαιοκαπηλία, έχει ιδιαίτερη σημασία», εξηγεί ο κ. Κουμουτσάκος και συμπληρώνει ότι σημαντικά εργαλεία για την καταπολέμηση της παράνομης διακίνησης αρχαιοτήτων είναι και το νεοσύστατο Ψηφιακό Μουσείο Κλεμμένων Πολιτιστικών Αντικειμένων της UNESCO και η ελληνική «κόκκινη λίστα», που δημιούργησε το υπουργείο Πολιτισμού, με πολιτιστικά αγαθά τα οποία κινδυνεύουν από την αρχαιοκαπηλία.
«Θετική δυναμική» για τα Γλυπτά
Πότε άραγε θα έχουμε κάτι νεότερο από το μέτωπο της διεκδίκησης των Γλυπτών του Παρθενώνα; «Αυτή είναι η ερώτηση του ενός δισεκατομμυρίου δολαρίων», αποκρίνεται ο Γιώργος Κουμουτσάκος, μόνιμος αντιπρόσωπος της Ελλάδας στην UNESCO. «Τα τελευταία χρόνια, βέβαια, έχει χτιστεί μια κρίσιμη μάζα εξελίξεων, που βοηθούν πολύ την υπόθεση της επανένωσης των Γλυπτών», προσθέτει και αναφέρει επιγραμματικά το διεθνές υπόβαθρο που ευνοεί τους επαναπατρισμούς πολιτιστικών αγαθών ακόμη και από μεγάλα μουσεία, τη μεταστροφή της βρετανικής κοινής γνώμης υπέρ της Ελλάδας, αλλά και τη συστηματική προσπάθεια της ελληνικής κυβέρνησης σε επίπεδο διαπραγματεύσεων με το Βρετανικό Μουσείο.
Τα τελευταία χρόνια έχει χτιστεί μια κρίσιμη μάζα εξελίξεων, που βοηθούν πολύ την υπόθεση της επανένωσης των Γλυπτών.
«Πιστεύω ότι δημιουργείται μια θετική δυναμική, που επιτρέπει μια ρεαλιστική αισιοδοξία», συμπληρώνει ο κ. Κουμουτσάκος, ο οποίος το 2024 είχε συμμετάσχει, ως μέλος της ελληνικής αντιπροσωπείας, στην 24η σύνοδο της Διακυβερνητικής Επιτροπής της UNESCO για την Επιστροφή των Πολιτιστικών Αγαθών στις Χώρες Προέλευσης (ICPRCP). Εκεί ήταν που η Τουρκάλα αξιωματούχος Ζεϊνέπ Μποζ είχε κάνει αίσθηση διεθνώς, όταν είχε αναφέρει ότι στα οθωμανικά αρχεία δεν υπάρχει «φιρμάνι» που να νομιμοποιεί την απόκτηση των Γλυπτών από τον Λόρδο Ελγιν. «Είχε κάνει μεγάλη εντύπωση εκείνη η δήλωση. Δεν λέω ότι άλλαξε τα πάντα, διότι είναι κάτι που εμείς το λέμε χρόνια, ενώ προϋπήρχε και το ψήφισμα της UNESCO που αναγνωρίζει ότι το θέμα των Γλυπτών έχει διακυβερνητικό χαρακτήρα. Αλλά εκείνη η δήλωση είχε εμβαθύνει περισσότερο το αποτύπωμα και την πειστικότητα της ελληνικής θέσης».
Ανησυχεί άραγε για την κατάσταση της Αγίας Σοφίας στην Κωνσταντινούπολη, που λειτουργεί εδώ και χρόνια ως τέμενος και στην οποία φέτος άρχισαν εργασίες αντισεισμικής θωράκισης του τρούλου της; «Να ξεκαθαρίσω ότι μέλημα της UNESCO είναι η προστασία των μνημείων, όχι τόσο αυτή καθαυτήν η χρήση τους, εκτός βέβαια εάν αυτή τα φθείρει», διευκρινίζει ο κ. Κουμουτσάκος και συμπληρώνει ότι ο διεθνής οργανισμός, στον βαθμό που του αναλογεί, έχει πάντα την Αγία Σοφία στο ραντάρ του. «Το παρακολουθεί στενά, πραγματοποιεί αποστολές, οι τελευταίες μάλιστα ήταν αυξημένης αυστηρότητας», λέει και προσθέτει ότι το συγκεκριμένο θέμα δεν πρέπει να γίνει ελληνοτουρκικό. «Γιατί τότε θα μειωθεί η σοβαρότητά του. Δεν είναι διμερές θέμα η Αγία Σοφία, όπως δεν είναι και η Μονή της Χώρας. Είναι παγκόσμιο. Βεβαίως και η Ελλάδα έχει λόγο, αλλά θα πρέπει να συγκρατήσουμε ότι η εμβέλεια του συγκεκριμένου θέματος
είναι πολύ μεγαλύτερη».
Δεν είναι διμερές θέμα η Αγία Σοφία, όπως δεν είναι και η Μονή της Χώρας. Είναι παγκόσμιο.
«Προβολή αξιών»
Ποιοι παράγοντες συνιστούν την «ήπια ισχύ» (soft power) της Ελλάδας; Ο κ. Κουμουτσάκος αναφέρει φυσικά τον πολιτισμό της χώρας στη διαχρονικότητά του και τη ναυτιλία της. Υπογραμμίζει όμως ότι η ήπια ισχύς χρειάζεται και μια ευρύτερη στρατηγική θεώρηση. «Είναι μεγάλη υπόθεση το να επενδύσεις στο να σε αγαπούν και να σε αποδέχονται και αυτό δεν είναι δύσκολο για την Ελλάδα, αρκεί να υπηρετείται με μακροπρόθεσμο σχεδιασμό, συντονισμό και συνέπεια», λέει ο κ. Κουμουτσάκος, που στην επικείμενη γενική διάσκεψη της UNESCO στη Σαμαρκάνδη θα υπηρετεί και ως πρόεδρος της Επιτροπής Πολιτισμού. «Είναι πιο αποτελεσματικό από το να επιβάλλεις τη θέση σου. Η Ελλάδα εξάλλου δεν είναι μια χώρα που κάνει προβολή ισχύος στο διεθνές περιβάλλον, αλλά προβολή πολιτισμού, προβολή αξιών. Προβολή μιας αντίληψης για τον κόσμο, που πηγάζει από τις βασικές έννοιες του ελληνικού πολιτισμού, από την ελληνική γλώσσα και το διεθνές δίκαιο».

