Ενα όραμα δεκαετιών, η Συλλογή Κωστάκη και η περιπλανώμενη Κρατική Ορχήστρα Θεσσαλονίκης να αποκτήσουν μόνιμη έδρα, γίνεται πραγματικότητα. Οι δύο πολιτιστικοί φορείς θα στεγαστούν στο πρώην βιομηχανικό συγκρότημα της ζυθοποιίας Φιξ αμέσως μετά την αποκατάσταση ενός από τα πιο εμβληματικά κτίρια της πόλης. Η απόφαση του υπουργείου Πολιτισμού να δημιουργήσει μια κοιτίδα πολιτισμού στη δυτική πλευρά της Θεσσαλονίκης, δίνοντας ζωή σ’ ένα συγκρότημα έπειτα από 40 χρόνια εγκατάλειψης, ελήφθη αμέσως μετά την εξαγορά τμήματος της ζυθοποιίας μαζί με τον βιομηχανικό εξοπλισμό του από την εταιρεία Dimand έναντι ποσού 8.230.000 ευρώ.
Τις χρονοβόρες διαδικασίες για την απόκτηση του διατηρητέου κτιρίου και την έναρξη της μελέτης αποκατάστασης, που θα γίνει με δωρεά της εταιρείας, ανέλυσε η υπουργός Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη. «Εάν υπολογίσουμε τον χρόνο και το κόστος της μελέτης που απαιτείται, στο Δημόσιο θα χρειαζόμασταν τουλάχιστον τρία χρόνια και ένα ποσό που θα άγγιζε τα 4 εκατ. ευρώ», ανέφερε κατά την υπογραφή της σύμβασης δωρεάς μεταξύ των δύο πλευρών (Dimand – ΥΠΠΟ). Διευκρίνισε ότι οι μελέτες ξεκινούν άμεσα και θα ολοκληρωθούν σε 18 μήνες από σήμερα, ώστε να βρεθούν τα κονδύλια που θα διαμορφώσουν αφενός έναν μουσειακό χώρο για την ανάδειξη της Συλλογής Κωστάκη, αφετέρου αίθουσες με τις κατάλληλες προδιαγραφές για τη στέγαση ενός μουσικού συνόλου.
Το Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης του MOMus διαθέτει έναν διεθνή εικαστικό θησαυρό: τη Συλλογή Κωστάκη με 1.277 έργα της Ρωσικής Πρωτοπορίας, που αγοράστηκε το 1997 έναντι 10 εκατ. δραχμών. Η τιμή της από τότε πολλαπλασιάστηκε, αγγίζοντας σήμερα τα 350 εκατ. ευρώ. Παρά τη μεγάλη κινητικότητά της στο εξωτερικό, οι υποδομές της στη Μονή Λαζαριστών, όπου στεγάζεται εδώ και 26 χρόνια, δεν είναι κατάλληλες ώστε να αναπτύξει έναν εικαστικό στρατηγικό σχεδιασμό. «Δεν έχουμε την περίπτωση ενός τοπικού μουσείου, αλλά ένα μουσείο που ανήκει στον διεθνή εικαστικό μουσειακό χάρτη. Αποτελεί υποχρέωσή μας απέναντι στον συλλέκτη, και κυρίως απέναντι στον κρατικό εικαστικό οργανισμό, να του εξασφαλίσουμε τις κατάλληλες κτιριακές υποδομές», ανέφερε η υπουργός Πολιτισμού. Το ίδιο ισχύει και για την ΚΟΘ, η οποία έχει εξελιχθεί πλέον σε μια ορχήστρα διεθνών προδιαγραφών. Ωστόσο, έχει ταλαιπωρηθεί πολύ τα τελευταία χρόνια με το θέμα της στέγασης. Σταθερά πλέον θα έχει την έδρα της στο Φιξ με τις κατάλληλες συνθήκες ακουστικής και χώρου δοκιμών.
«Μέγαρο Τέχνης» και «Σπίτι της Μουσικής» αποκάλεσε ο αρχιτέκτονας Σπύρος Τσαγκαράτος τους χώρους όπου σχεδιάζεται να αναπτυχθούν το Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης του ΜΟΜus και η ΚΟΘ. Οι δύο φορείς θα μοιραστούν εξίσου το κυρίως κτιριακό σύνολο του διατηρητέου μνημείου, συνολικής έκτασης 8.000 τ.μ. Το μνημείο, ανέφερε, αποτελεί επιτομή της βιομηχανικής αρχιτεκτονικής όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και στα Βαλκάνια. Μεταφέρει 140 χρόνια ιστορίας και έχει συνδεθεί με την περίοδο της βιομηχανικής ανάπτυξης και ακμής της Θεσσαλονίκης. Το αρχικό του κτίριο, οι εναρμονισμένες μεταγενέστερες προθήκες, η εναλλαγή των όψεων, τα διακοσμητικά του στοιχεία, το συμπαγές τούβλο της εποχής, το μέγεθος και ο όγκος του δημιουργούν, όπως είπε, «μια μοναδική βιομηχανική πολιτεία, ένα κάστρο πολιτισμού το οποίο θα αναδείξουμε μαζί με τον εξοπλισμό με απόλυτο σεβασμό στην ιστορία της χρήσης του και στην αρχιτεκτονική του. Είναι ο καταλληλότερος χώρος να αναδείξει έργα τα οποία δημιουργήθηκαν σε μια εποχή της βιομηχανικής ακμής. Πού αλλού θα ταίριαζαν τόσο πολύ έργα, π.χ., του κονστρουκτιβισμού που περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, η Συλλογή Κωστάκη;».

