Δεν θα την ξεχάσω ποτέ στη σκηνή με τους αστακούς, ένα αξεπέραστο κωμικό ρεσιτάλ με τον Γούντι Αλεν από την ταινία «Νευρικός εραστής» («Annie Hall», 1977). Αυτός, ένας ανασφαλής, πνευματώδης ηθοποιός από τη Νέα Υόρκη, εκείνη μια ελεύθερη και ανεπιτήδευτη νεαρή γυναίκα, μοιράζονται έναν έρωτα. Με λευκό πουκάμισο, φαρδύ λευκό παντελόνι και μπεζ γιλέκο, η Νταϊάν Κίτον στον ρόλο της Ανι Χολ κυνηγά στη μικρή κουζίνα τους αστακούς προσπαθώντας να τους μαγειρέψει. Και οι δύο εχουν τρομοκρατηθεί, εκείνος κρύβεται πίσω από το ψυγείο και εκείνη τον καθησυχάζει γελώντας ασταμάτητα.
Από την πρώτη φορά που είδα τη ταινία ήμουν βέβαιη ότι τα γέλια τους ήταν αληθινά και πως οι ατάκες γεννήθηκαν την ώρα του γυρίσματος. Αυτή η εξαιρετική ηθοποιός μπορούσε να σταθεί επάξια δίπλα στον Αλεν, χωρίς να την καταπίνει το απίστευτο ταλέντο του. Γι’ αυτό κι εκείνος χάρισε στην ταινία το ονοματεπώνυμο της πρωταγωνίστριας, Ανι Χολ, και η ερμηνεία χάρισε στην Νταϊάν Κίτον το Οσκαρ Α΄ γυναικείου ρόλου. Εκτοτε η συνεργασία τους συνεχίστηκε –εμβληματικό το «Μανχάταν» (1979)– και αποκάλυψε μια σπάνια δημιουργική χημεία. Αλλά η Κίτον δεν ήταν ποτέ απλώς έμπνευση. Στάθηκε ισάξια δίπλα στον Αλ Πατσίνο στον «Νονό» (1972), στον Γουόρεν Μπίτι στους «Κόκκινους» («Reds», 1981) και στον Τζακ Νίκολσον στο «Κάλλιο αργά παρά αργότερα» («Something’s Gotta Give», 2003). Οι ερμηνείες της ήταν συχνά διακριτικές, αλλά ποτέ αδιάφορες.
Η Νταϊάν Κίτον έφυγε αιφνιδίως από τη ζωή στις 11 Οκτωβρίου, στο Λος Αντζελες, καθώς χωρίς να έχουν γίνει γνωστοί οι λόγοι, η υγεία της είχε επιδεινωθεί απότομα τους τελευταίους μήνες. Ηταν 79 ετών και από την πρώτη στιγμή της ανακοίνωσης του γεγονότος, τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης πήραν φωτιά: φωτογραφίες της από ταινίες και δημόσιες εμφανίσεις με το χαρακτηριστικό πλατύ χαμόγελο: έξυπνη, σοβαρή και ταυτόχρονα απολύτως… «La-di-da!». Η Κίτον είχε αυτοσχεδιάσει με αυτό το παλιό αγγλικό επιφώνημα στο γύρισμα του «Νευρικού εραστή» και ο Αλεν αποφάσισε να το κρατήσει στο τελικό μοντάζ, γιατί ταίριαζε απολύτως με το πνεύμα της παιχνιδιάρικης, αμετανόητης ατομικότητας της Ανι Χολ.
Το πλήθος των αναρτήσεων από τους συναδέλφους της, οι δημόσιοι αποχαιρετισμοί του κοινού της αποδεικνύουν ότι δεν ήμασταν έτοιμοι να χάσουμε την Νταϊάν Κίτον, είτε ως καλλιτέχνιδα είτε ως δημόσια πρόσωπο. Τι την έκανε τόσο αγαπητή σχεδόν εξήντα χρόνια μετά το κινηματογραφικό ντεμπούτο της;
Πολύ νωρίς για την εποχή της ενσάρκωσε την ανεξάρτητη γυναίκα, που αψηφά τα στερεότυπα με χαμόγελο και έτσι έγινε πολιτισμικό φαινόμενο. Με το ανδρόγυνο στυλ της –φαρδιά παντελόνια, σακάκια, καπέλα– δημιούργησε μια αισθητική που επηρέασε τη μόδα για δεκαετίες. Δεν παντρεύτηκε ποτέ και μεγάλωσε μόνη της δύο παιδιά που υιοθέτησε, στέλνοντας ένα ισχυρό μήνυμα για την αυτονομία, αλλά και την τρυφερότητα.
Γεννημένη ως Νταϊάν Χολ το 1946 στην Καλιφόρνια, η Κίτον ξεκίνησε την καριέρα της στο θέατρο και έκανε το κινηματογραφικό ντεμπούτο της το 1970. Η πρώτη αναγνώριση ήρθε με τον ρόλο της Κέι Ανταμς στην ταινία «Ο νονός» του Φράνσις Φορντ Κόπολα. Ωστόσο, η σχέση της με τον Γούντι Αλεν, προσωπική αλλά και επαγγελματική, υπήρξε καθοριστική. Συνεργάστηκαν σε οκτώ ταινίες και παρέμεινε σταθερά υποστηρικτική προς το πρόσωπό του και μετά την αναζωπύρωση των κατηγοριών εναντίον του για κακοποίηση από το οικογενειακό περιβάλλον της Μία Φάροου. Ηταν επίσης φωτογράφος, συγγραφέας και λάτρις της αρχιτεκτονικής. Η καριέρα της διήρκεσε πάνω από πέντε δεκαετίες, με συμμετοχές σε ταινίες μέχρι και το 2023.
Για τον τελευταίο αποχαιρετισμό, κρατάμε μια φράση από τον εκτενή φόρο τιμής που έγραψε ο 89χρονος Αλεν – δημοσιεύτηκε στο διαδικτυακό The Free Press και αναδημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Guardian: «Μέχρι πριν από λίγες ημέρες, ο κόσμος ήταν ένα μέρος που περιελάμβανε την Νταϊάν Κίτον. Τώρα είναι ένας κόσμος που δεν την περιλαμβάνει. Και γι’ αυτό είναι πιο μουντός. Ωστόσο υπάρχουν οι ταινίες της. Και το υπέροχο γέλιο της εξακολουθεί να ηχεί μέσα στο κεφάλι μου».

