Πριν από πέντε χρόνια, ο Γκάρι Ολντμαν ήταν έτοιμος να εγκαταλείψει οριστικά την υποκριτική. Εχοντας κερδίσει το Οσκαρ Α΄ ανδρικού ρόλου το 2018 για την ερμηνεία του ως Ουίνστον Τσώρτσιλ στην ταινία «The Darkest Hour», ένιωθε πως είχε λάβει όλες τις διακρίσεις που θα μπορούσε ποτέ να ονειρευτεί και πως δεν του απέμενε πια τίποτε άλλο να επιτύχει στην καριέρα του. Παράλληλα, απολάμβανε τη ζωή στο πλευρό της νέας του συζύγου, Ζιζέλ Σμιτ, επιμελήτριας τέχνης και φωτογράφου. Επειτα από τέσσερις αποτυχημένους γάμους, ήταν αποφασισμένος να κάνει αυτήν τη σχέση να διαρκέσει.
Αφού εγκαταστάθηκε στο νέο του σπίτι στο Παλμ Σπρινγκς της Καλιφόρνιας, έπειτα από τρεις δεκαετίες στο Λος Αντζελες, ο Ολντμαν ανυπομονούσε να απολαύσει μια ζωή «απόλυτης νωθρότητας και αδιαφορίας», όπως ο ίδιος την περιέγραψε. Οι μέρες όμως αυτής της ξένοιαστης ραστώνης έλαβαν σύντομα τέλος, όταν ο επί χρόνια μάνατζερ και φίλος του Ντάγκλας Ουρμπάνσκι του έστειλε το σενάριο των πρώτων επεισοδίων της νέας σειράς «Slow Horses». Ο Ολντμαν ενθουσιάστηκε αμέσως με την προοπτική να ενσαρκώσει τον ατημέλητο Τζάκσον Λαμπ, έναν αρχικατάσκοπο σε δυσμένεια, που η MI5 έχει υποβιβάσει σε δευτερεύοντα καθήκοντα στο υγρό, θλιβερό και έρημο κτίριο γραφείων, γνωστό ως Slough House.
Η πρόταση να πρωταγωνιστήσει σε μια τηλεοπτική σειρά αποδείχθηκε απροσδόκητη ευλογία για τον εξαιρετικά ταλαντούχο Βρετανό ηθοποιό. Αυτόν τον μήνα, το «Slow Horses» μπαίνει στην πέμπτη σεζόν στο Apple TV+ και ο Ολντμαν έχει δηλώσει ότι είναι τόσο περήφανος για τον ρόλο, που είναι έτοιμος να συνεχίσει να τον υποδύεται μέχρι το τέλος της δεκαετίας.
«Ηταν ο ρόλος των ονείρων μου: δεν χρειάζεται να ξυρίζομαι, μπορώ να πάρω βάρος και δεν απαιτείται σχεδόν καθόλου χρόνος για μακιγιάζ», εξηγεί ο Ολντμαν. «Είναι από τα ωραιότερα δώρα για έναν ηθοποιό. Και είναι ακόμη πιο ικανοποιητικό, γιατί αυτή η σειρά ήρθε πραγματικά από το πουθενά. Μόλις διάβασα το σενάριο ήξερα ότι θα μπορούσα να παίζω τον Τζάκσον για πάντα. Το υλικό είναι άριστο, το καστ και το συνεργείο εξαιρετικά, και ο χαρακτήρας μου είναι αστείρευτος».
Ηταν ο ρόλος των ονείρων μου: δεν χρειάζεται να ξυρίζομαι, μπορώ να πάρω βάρος και δεν απαιτείται σχεδόν καθόλου χρόνος για μακιγιάζ.
Το «Slow Horses» είναι η πιο επιτυχημένη σειρά στην έως τώρα σύντομη ιστορία του Apple TV+ και η πλατφόρμα έχει ήδη δεσμευθεί για έκτη και έβδομη σεζόν. Ο 67χρονος πλέον Ολντμαν δεν είχε ιδέα ότι το «Slow Horses» θα γινόταν παγκόσμια επιτυχία στις πλατφόρμες streaming ή ότι ο Τζάκσον Λαμπ θα εξελισσόταν σε τόσο δημοφιλή αντιήρωα.
«Κι εγώ ο ίδιος εξεπλάγην ευχάριστα, γιατί ποιος θα φανταζόταν ότι το κοινό θα αγκάλιαζε έναν τόσο διαφορετικό κατάσκοπο όπως ο Τζάκσον Λαμπ, που είναι το ακριβώς αντίθετο των μυθιστορηματικών πρακτόρων τύπου Τζέιμς Μποντ ή Τζορτζ Σμάιλι;» [Ο Σμάιλι είναι ο ήρωας του Τζον Λε Καρέ στο μυθιστόρημα «Tinker Tailor Soldier Spy» (Κι ο κλήρος έπεσε στον Σμάιλι), στο οποίο πρωταγωνίστησε ο Ολντμαν το 2011.]
Τσαπατσούλης κατάσκοπος
«Νομίζω όμως ότι αυτό ακριβώς είναι μέρος της γοητείας της σειράς, γιατί ο Τζάκσον και η ομάδα των περιθωριοποιημένων πρακτόρων του είναι πιο οικείοι απ’ ό,τι οι κομψοί, αριστοκρατικοί και υπερ-αποτελεσματικοί κατάσκοποι. Ο κόσμος λατρεύει το πόσο δυσλειτουργική και ανίκανη μπορεί να είναι μερικές φορές η συμμορία του Slough House – το αποτέλεσμα είναι ωμό και ρεαλιστικό, και έχουμε αφαιρέσει όλον τον καθωσπρεπισμό της παραδοσιακής βρετανικής κουλτούρας κατασκοπείας. Οι πράκτορες του Τζάκσον είναι απλοί άνθρωποι, όπως εσείς κι εγώ – μόνο που τυχαίνει να είναι κατάσκοποι. Δεν έχουμε ξαναδεί κατάσκοπο σαν αυτόν. Ο Τζάκσον είναι ένας τύπος φριχτά τσαπατσούλης, που μοιάζει να μην έχει αλλάξει ρούχα ή να μην έχει πλυθεί εδώ και εβδομάδες, και σκόπιμα συμπεριφέρεται με αγένεια και υπεροψία στους πράκτορες που βρίσκονται υπό τις διαταγές του. Και αυτό επίσης τον καθιστά τόσο ενδιαφέροντα, το κοινό έχει αναπτύξει μια σχεδόν απρόθυμη συμπάθεια και ένα σεβασμό προς εκείνον, γιατί τελικά τη δουλειά την κάνει… και νοιάζεται να νικήσει τους τρομοκράτες και να γράψει τη γραφειοκρατία της MI5 στα παλιά του τα παπούτσια, παρόλο που δεν δείχνει ποτέ ενθουσιασμό για τη δουλειά του».
Ισως το ίδιο θα μπορούσε να ειπωθεί και για τον ίδιο τον Ολντμαν, ο οποίος πάντα προσπαθούσε να υποβαθμίζει τα επιτεύγματά του και να κρατάει χαμηλό προφίλ, παρά τις μάχες του με τον αλκοολισμό –είναι νηφάλιος εδώ και σχεδόν τριάντα χρόνια–, τα προβλήματα στους γάμους του και τη δικαιολογημένη φήμη του «κακού παιδιού» του Χόλιγουντ, στο οποίο οι καταχρήσεις και ο οξύθυμος χαρακτήρας στοίχισαν την καριέρα του ως πρωταγωνιστή.
Ο Ολντμαν κατάφερε, ωστόσο, να αναγεννηθεί τη δεκαετία του ’90, μια εποχή που τον ανέδειξε παγκοσμίως μέσα από εμβληματικούς ρόλους κακοποιών: τον έμπορο ναρκωτικών με τα ράστα κοτσιδάκια στον «Ιλιγγιώδη έρωτα» (True Romance), τον Ρώσο τρομοκράτη στο «Air Force One», τον αιμοδιψή βρικόλακα στον «Δράκουλα» (Bram Stoker’s Dracula), τον δολοφόνο Λι Χάρβεϊ Οσβαλντ στο «JFK» και, ίσως πιο εντυπωσιακά, τον ψυχωτικό, κοκαϊνομανή ομοσπονδιακό πράκτορα που προσπαθεί να σκοτώσει τη 12χρονη ορφανή Ματίλντα, την οποία υποδύεται η Νάταλι Πόρτμαν, στην ταινία «Λεόν» του Λικ Μπεσόν.
Ιππότης σερ Γκάρι
Σε μια προσπάθεια να ξαναχτίσει την εικόνα του, ο Ολντμαν στράφηκε σε ρόλους «καλών» στις αρχές του αιώνα, με αποκορύφωμα τη μνημειώδη ερμηνεία του ως Ουίνστον Τσώρτσιλ. Σε αναγνώριση αυτού του επιτεύγματος και του συνολικού έργου του ως ηθοποιού, ο βασιλιάς Κάρολος Γ΄ τον έχρισε ιππότη τον περασμένο Ιούνιο.
Ο Ολντμαν ήταν ιδιαίτερα χαρούμενος που βρέθηκε καλεσμένος στο κάστρο του Ουίνδσορ την 1η Οκτωβρίου, όπου του απονεμήθηκε επισήμως η τιμητική διάκριση από τον πρίγκιπα Ουίλιαμ. Μετά την τελετή, αποκάλυψε ότι ο πρίγκιπας της Ουαλλίας τού δήλωσε ότι είναι μεγάλος θαυμαστής του «Slow Horses», με μια δόση καυστικού χιούμορ για το οποίο ήταν γνωστός ο παππούς του, πρίγκιπας Φίλιππος. Ο Ολντμαν διηγήθηκε ότι ο Ουίλιαμ του είπε ότι κάθε φορά που τον βλέπει στην οθόνη ως ατημέλητο Τζάκσον Λαμπ, «θέλω απλώς να σου ρίξω ένα γερό πλύσιμο». Ο Ολντμαν είπε ότι ανταπάντησε στο πείραγμα του πρίγκιπα με τη γνώριμη δόση αυθάδειάς του: «Ε, νομίζω σήμερα έχω φροντίσει να σουλουπωθώ».
Η πέμπτη σεζόν της σειράς, με έξι επεισόδια που προβάλλονται εβδομαδιαίως στο Apple TV+, έως το φινάλε της στις 29 Οκτωβρίου, βασίζεται στο «London Rules» – ένα ακόμη από τα κατασκοπευτικά μυθιστορήματα του Μικ Χέρον, που ενέπνευσαν το «Slow Horses». Αυτή τη φορά, ο Λαμπ και η ομάδα του στο Slough House –ο Ρίβερ Κάρτραϊτ (Τζακ Λόουντεν), η Νταϊάνα Τάβερνερ (Κριστίν Σκοτ Τόμας), η Λουίζα Γκάι (Ροζαλίντ Ελαζαρ), η Κάθριν Στάντις (Σάσκια Ριβς) και η Σίρλεϊ Ντάντερ (Εϊμι Φίον Εντουαρντς)– καλούνται να ενώσουν τα κομμάτια ενός παζλ που συνδέεται με σειρά τρομοκρατικών επιθέσεων στο Λονδίνο, οι οποίες ενδέχεται να είναι έργο είτε ακροδεξιών εξτρεμιστών είτε τζιχαντιστών που χρηματοδοτούνται από τη Μέση Ανατολή.
«Ολη η ουσία βρίσκεται στο σενάριο και στο πρωτότυπο υλικό των βιβλίων», λέει ο Ολντμαν. «Τα μυθιστορήματα του Μικ Χέρον μας προσφέρουν το πλαίσιο και την πλοκή πάνω στα οποία χτίζουμε και αναπτύσσουμε τους χαρακτήρες, καθώς και τις διάφορες αποστολές που αναλαμβάνουν. Υπάρχουν τόσο πολλά απ’ όπου μπορούμε να αντλήσουμε έμπνευση, ώστε να δώσουμε στο κοινό την ευκαιρία να δεθεί με τους χαρακτήρες, όσο περισσότερο καταλαβαίνουμε τι τους κινητοποιεί».
O Ολντμαν δεν κρύβει τη συγκίνησή του και την ευγνωμοσύνη του για το πώς μετατράπηκε σε έναν σύγχρονο κολοσσό της οθόνης, ακριβώς τη στιγμή που ετοιμαζόταν να αποσυρθεί διακριτικά από το προσκήνιο. «Είναι απίστευτο! Ποτέ δεν ήμουν τόσο αναγνωρίσιμος όσο τώρα. Ακόμη και η βασίλισσα [Καμίλα] με ρώτησε αν θα υπάρξει άλλη σεζόν! Πίστευα ότι ο ρόλος του Τσώρτσιλ θα ήταν το κύκνειο άσμα μου, αλλά, προφανώς, έκανα λάθος!».
Η σύγκριση με τον Γκίνες
Ο Γκάρι Ολντμαν απέσπασε κάποιες από τις καλύτερες κριτικές της καριέρας του υποδυόμενος τον κορυφαίο κατάσκοπο Τζορτζ Σμάιλι, στην κινηματογραφική μεταφορά του μυθιστορήματος του Τζον Λε Καρέ «Κι ο κλήρος έπεσε στον Σμάιλι» το 2011. Τον ρόλο είχε ενσαρκώσει παλαιότερα ο Αλεκ Γκίνες, στην τηλεοπτική σειρά του BBC που βασίστηκε στο ίδιο μυθιστόρημα, καθώς και στο σίκουελ «Οι άνθρωποι του Σμάιλι» (Smiley’s People). Ο Ολντμαν ένιωσε τέτοιο δέος στη σκέψη ότι έπρεπε να σταθεί αντάξιος της κλασικής πια ερμηνείας του Γκίνες, που άρχισε να παθαίνει κρίσεις άγχους πριν καν αρχίσουν τα γυρίσματα.
Ακόμη και η βασίλισσα [Καμίλα] με ρώτησε αν θα υπάρξει άλλη σεζόν! Πίστευα ότι ο ρόλος του Τσώρτσιλ θα ήταν το κύκνειο άσμα μου!
«Ηταν από εκείνους τους ρόλους που σε κάνουν να νιώθεις εκτεθειμένος και να αμφιβάλλεις αν μπορείς να σταθείς στο ύψος ενός τόσο αγαπημένου, σεβαστού και θρυλικού ηθοποιού όπως ο Αλεκ Γκίνες. Κάποια στιγμή, σκέφτηκα ότι ίσως βιάστηκα να δεχτώ τον ρόλο. Είχα νιώσει υπερβολικά τολμηρός και ατρόμητος, πιστεύοντας πως θα άφηνα το δικό μου στίγμα στον χαρακτήρα. Και ύστερα, άρχισαν να με ζώνουν οι αμφιβολίες, αναρωτιόμουν “γιατί στο διάολο δέχτηκα να το κάνω αυτό;”».
Τελικά, οι κριτικοί αποθέωσαν την ερμηνεία του, που του χάρισε την πρώτη του υποψηφιότητα για Οσκαρ. Οπως αποδείχθηκε, διέπρεψε στον ρόλο του Σμάιλι και περιέγραψε την ερμηνεία του ως πολύ πιο εσωτερική, με «όσο το δυνατόν λιγότερη εξωτερίκευση συναισθημάτων», σε αντίθεση με τις καθημερινές προετοιμασίες του στα γυρίσματα όταν ενσάρκωνε τερατώδεις κακούς.
«Απογοητεύτηκα που δεν κατάφεραν να εξασφαλίσουν τη χρηματοδότηση για το “Οι άνθρωποι του Σμάιλι” (Smiley’s People) – ανυπομονούσα να τον υποδυθώ ξανά… Ετσι, όταν μου πρότειναν το “Slow Horses”, είδα την ευκαιρία να επιστρέψω σ’ αυτόν τον κόσμο, αλλά με πολύ διαφορετικό τρόπο. Ο Σμάιλι ήταν η εισαγωγή μου στον κόσμο της κατασκοπείας στην πιο εκλεπτυσμένη και περίπλοκη μορφή της, ενώ ο Λαμπ συνεχίζει, με τον δικό του τρόπο, την παράδοση αυτή, αλλά σε ένα πολύ πιο ωμό και ρεαλιστικό επίπεδο, όπου η βασική του αποστολή είναι να αποτρέπει τους πράκτορές του –που είναι εντελώς ναυάγια– από το να σκοτωθούν… Απίστευτο πώς τα έφερε η μοίρα, που τώρα νιώθω ότι θα μπορούσα να παίζω τον Τζάκσον Λαμπ για πάντα».

