Μπαρόκ φεστιβάλ στη Γερμανική Εκκλησία

Από τις 25 έως και τις 28 Σεπτεμβρίου πραγματοποιήθηκε φέτος το «Μπαρόκ Φεστιβάλ της Αθήνας». Τις εκδηλώσεις του θεσμού, που ξεκίνησε το 2017, φιλοξένησε η Γερμανική Εκκλησία της Αθήνας. Υπό την καλλιτεχνική διεύθυνση της βιολονίστριας Αναστασίας Μηλιώρη, οι συναυλίες ξεκίνησαν με μια βραδιά μουσικής συνθετών που έζησαν στην Ιβηρική

2' 54" χρόνος ανάγνωσης
Φόρτωση Text-to-Speech...

Από τις 25 έως και τις 28 Σεπτεμβρίου πραγματοποιήθηκε φέτος το «Μπαρόκ Φεστιβάλ της Αθήνας». Τις εκδηλώσεις του θεσμού, που ξεκίνησε το 2017, φιλοξένησε η Γερμανική Εκκλησία της Αθήνας. Υπό την καλλιτεχνική διεύθυνση της βιολονίστριας Αναστασίας Μηλιώρη, οι συναυλίες ξεκίνησαν με μια βραδιά μουσικής συνθετών που έζησαν στην Ιβηρική. Τα μέλη του Iberian Ensemble, δηλαδή οι Πορτογάλοι Αλεξάντρε Αντράδε (φλάουτο τραβέρσο) και Νταβίντ Κρουθ (μπαρόκ τσέλο), όπως επίσης ο Βραζιλιάνος Ιβάν Ολιβέιρα (θεόρβη και μπαρόκ κιθάρα), έπαιξαν έργα του Πορτογάλου συνθέτη Κάρλος Σέισας, αλλά και των Ιταλών Λουίτζι Μποκερίνι και Ντομένικο Σκαρλάτι, οι οποίοι έζησαν σε Ισπανία και Πορτογαλία. Ξεκίνησαν, όμως, ερμηνεύοντας μια Σονάτα για φλάουτο του Αντόνιο Βιβάλντι, τιμώντας έτσι τον διάσημο αυτό συνθέτη του 18ου αιώνα. Η ερμηνεία τους έδωσε αμέσως το στίγμα όσων θα ακολουθούσαν: μουσικότητα και ευγένεια έκφρασης ήταν τα βασικά στοιχεία σε όλη τη διάρκεια της βραδιάς.

Εκτός από το ρεπερτόριο, ενδιαφέρον είχε η επιλογή των οργάνων. Ως προς αυτό, οι μουσικοί κινήθηκαν με ευελιξία και φαντασία, στοιχεία που χαρακτηρίζουν την τέχνη του μπαρόκ. Ετσι κι αλλιώς, σε αρκετές περιπτώσεις, οι συνθέτες προτρέπουν τους ερμηνευτές να επιλέξουν οι ίδιοι τα όργανα, με βάση εκείνα που κάθε φορά έχουν στη διάθεσή τους. O Ντομένικο Σκαρλάτι, λόγου χάριν, έχει συνθέσει ορισμένες Σονάτες για μελωδικό σολιστικό όργανο και συνεχές βάσιμο αφήνοντας την επιλογή στους μουσικούς. Ετσι, για τις Σονάτες του με αριθμούς Κ.91 και Κ.81 αντίστοιχα, τα μέλη του συνόλου διάλεξαν ως σολιστικό όργανο το φλάουτο τραβέρσο, ενώ για το μέρος του συνεχούς βάσιμου η συνοδεία τους ποίκιλλε. Στα περισσότερα μέρη των έργων ο Ολιβέιρα επέλεγε ως συνοδεία τη θεόρβη, ωστόσο σε ορισμένα προτιμούσε την μπαρόκ κιθάρα, ζυγίζοντας κάθε φορά πιο από τα δύο όργανα απέδιδε επιτυχέστερα το ύφος και την ατμόσφαιρα που επιθυμούσε να δώσει στη μουσική. Το πειστικό αποτέλεσμα έκανε να παραβλέπει κανείς ορισμένα προβλήματα του Κρουθ με την ορθοτονία, που έπληξαν κυρίως τη μελωδική Σονάτα για τσέλο σε σολ μείζονα (G.5) του Μποκερίνι, η οποία, παρεμπιπτόντως, είναι έργο του κλασικισμού.

Ποιήματα του Γκαίτε

Στον κλασικισμό ανήκε επίσης σχεδόν εξ ολοκλήρου το πρόγραμμα της τελευταίας βραδιάς, κατά την οποία η υψίφωνος Φανή Αντωνέλου και η πιανίστρια Σοφία Γκαντιλιάν ερμήνευσαν τραγούδια βασισμένα σε ποίηση του Γκαίτε. Οχι απαραιτήτως τις πιο διάσημες μελοποιήσεις των στίχων του, καθώς αυτές θα μας ταξίδευαν στον κόσμο του Σούμπερτ και του ρομαντισμού, δηλαδή αρκετά μακριά από την μπαρόκ θεματολογία του φεστιβάλ. Κριτήριο επιλογής υπήρξαν οι μουσικές προτιμήσεις του ίδιου του Γερμανού ποιητή. Ετσι, ακούστηκαν κυρίως τραγούδια φίλων και αισθητικών συνοδοιπόρων του, όπως ο Καρλ Φρίντριχ Τσέλτερ και ο Γιόχαν Φρίντριχ Ράιχαρτ, οι οποίοι ως συνθέτες, όμως, έχουν περιορισμένο ενδιαφέρον. Κατά έναν τρόπο, βεβαίως, ακριβώς αυτό ήταν το ενδιαφέρον στοιχείο της βραδιάς, αφού δεν ακούστηκαν οι διάσημες μελοποιήσεις των ποιημάτων του Γκαίτε που παρουσιάζονται συνήθως, αλλά πολύ λιγότερο γνωστές εκδοχές, οι οποίες είχαν το δικό τους ενδιαφέρον και κυρίως ανέδειξαν το μουσικό γούστο του ποιητή. Εύκολα ξεχώρισαν ανάμεσά τους οι μουσικές ευφυΐες των Μπετόβεν και Μότσαρτ.

Η μουσικότητα και η ευγένεια έκφρασης, με την οποία αποδόθηκαν τα έργα, προσδιόρισαν τις ερμηνείες των μουσικών.

Οδηγός στο γοητευτικό αυτό ταξίδι υπήρξε η καθαρή, τονικά σίγουρη και εκφραστική φωνή της Φανής Αντωνέλου, η οποία απέδωσε γλαφυρά τη λυρική ή δραματική ατμόσφαιρα κάθε μικρογραφίας, αλλά και τις μεταπτώσεις διαθέσεων, που υπήρχαν σε ορισμένες από αυτές. Η καλή άρθρωση υπήρξε πρόσθετο δώρο. Στο πλευρό της υπήρξε η αρμενικής καταγωγής πιανίστρια, που τη συνόδευσε παίζοντας σε αντίγραφο ενός φορτεπιάνο της εποχής του Μπετόβεν. Μόνη, η Γκαντιλιάν φανέρωσε τις εκφραστικές δυνατότητες του οργάνου ερμηνεύοντας δύο χορούς της Πολωνής πιανίστριας Μαρία Σιμανόφσκα.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT