Γνωρίζουμε ότι ήταν διοικητικά έγγραφα – η γραφή τους, εξάλλου, έχει αποκωδικοποιηθεί. Είναι επίσης εμφανές ότι έχουν διαφορετικούς «γραφικούς χαρακτήρες», κάτι που σημαίνει ότι οι συντάκτες τους δεν διδάσκονταν ομοιόμορφα την τέχνη του γραφιά σε κάποια «σχολή», αλλά τη μάθαιναν από τους γονείς τους που έκαναν το ίδιο επάγγελμα. Πού όμως παράγονταν και από ποιους οι πινακίδες της Γραμμικής Β΄ που βρέθηκαν στο Ανάκτορο του Νέστορα, στην Πύλο, και χρονολογούνται στον 12ο αιώνα π.Χ.; Ποιες πληροφορίες θα μπορούσε να δώσει μια ανάλυσή τους με βάση τη σύσταση του πηλού από τον οποίο φτιάχτηκαν, το περιεχόμενό τους και το χέρι που τις έγραψε;
Αυτά είναι μερικά από τα ερωτήματα που έθεσε ο Δημήτρης Νακάσης, καθηγητής Κλασικών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο του Κολοράντο Μπάουλντερ, όταν πριν από λίγα χρόνια ξεκίνησε, μαζί με τους συνεργάτες του, να μελετάει τη χημική σύσταση, την προέλευση και άλλες παραμέτρους περίπου 900 πινακίδων Γραμμικής Β΄ της Πύλου που φυλάσσονται στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο. Η ομάδα χρησιμοποίησε τη «μη καταστρεπτική» ανάλυση φθορισμού ακτίνων Χ (XRF) και θα παρουσιάσει κάποια πρώτα αποτελέσματα το Σάββατο 11 Οκτωβρίου, στο διεθνές συνέδριο «Ο Μυκηναϊκός κόσμος», που διοργανώνεται εις μνήμην της αρχαιολόγου Καίτης Δημακοπούλου (1937-2023) από το ΕΑΜ, το Μουσείο Παύλου και Αλεξάνδρας Κανελλοπούλου, τον ΟΔΑΠ και την Εν Αθήναις Αρχαιολογική Εταιρεία.
Ο Δημήτρης Νακάσης, καθηγητής Κλασικών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο του Κολοράντο Μπάουλντερ, εξέτασε 900 πινακίδες Γραμμικής Β΄.
«Η έρευνά μας επιβεβαιώνει την πιθανότητα ότι εκείνοι που έγραφαν τις πινακίδες δεν ήταν γραφείς, αλλά διοικητικοί υπάλληλοι, οι οποίοι μάλιστα μετακινούνταν εντός του μυκηναϊκού βασιλείου της Πύλου και αφού συνέτασσαν εκείνα τα διοικητικά έγγραφα, σε πηλό που οι ίδιοι διάλεγαν, τα μετέφεραν στο Ανάκτορο του Νέστορος», λέει στην «Κ» ο Δημήτρης Νακάσης. Οι λόγοι της μετακίνησής τους, εξηγεί, ήταν η καταγραφή της μεταλλουργίας, της κτηνοτροφίας, της γεωργικής παραγωγής, της είσπραξης των φόρων κ.λπ. «Ενισχύεται επίσης η ιδέα», προσθέτει, «ότι τις πήλινες επιγραφές τις παρήγαν μόνοι τους οι διοικητικοί υπάλληλοι και αυτό προκύπτει από το γεγονός ότι όσες γράφτηκαν από διαφορετικό χέρι, έχουν διαφορετική χημική σύσταση».
Εκτός από αρκετές ακόμη κατηγοριοποιήσεις, ο κ. Νακάσης και η ομάδα του χώρισαν τις πινακίδες και με βάση τη μεγαλύτερη περιεκτικότητά τους είτε σε αργίλιο, είτε σε μαγνήσιο, αλλά και αναλόγως της περιοχής της Μεσσηνίας στην οποία αναφέρεται το περιεχόμενό τους. Η εικόνα που σχηματίζουν τα μέχρι στιγμής επιστημονικά δεδομένα δεν είναι εκείνη μιας ομάδας γραφιάδων που εργάζονταν στα αρχεία του Ανακτόρου προμηθευόμενοι πηλό από τη γύρω περιοχή, αλλά, αντίθετα, περιλαμβάνει περισσότερη κινητικότητα και ποικιλία. Τηρουμένων των αναλογιών, ήταν άραγε εκείνες οι μετακινούμενες πινακίδες κάτι σαν τα σημερινά ψηφιακά μέσα αποθήκευσης; «Eνα USB χωράει πολλές πληροφορίες, νομίζω ότι εκείνες οι πινακίδες έμοιαζαν μάλλον με υπηρεσιακά υπομνήματα, με σελίδες από έγγραφα», λέει ο Δημήτρης Νακάσης.
Και γιατί οι διοικητικοί υπάλληλοι διάλεγαν ο καθένας τον δικό του πηλό; «Είναι ένα ερώτημα», απαντάει ο κ. Νακάσης, «ειδικά με δεδομένο ότι κάποιες πινακίδες είχαν φτιαχτεί από ιδιαιτέρως ακατέργαστα κομμάτια πηλού. Οι άνθρωποι του παρελθόντος έκαναν συχνά πράγματα που δεν περιμένουμε και δουλειά μας είναι να καταλάβουμε γιατί. Αν δεν τα καταφέρουμε, είναι δικό μας πρόβλημα, όχι δικό τους».
