Ζουλιάν Φαβρό: Ολοι πήραμε από τον Μπεζάρ

Οσα έμαθε από τον μέντορά του, η νέα γενιά χορευτών, το χασάπικο και η επιστροφή στο Ηρώδειο

7' 56" χρόνος ανάγνωσης
Φόρτωση Text-to-Speech...

Εχουν περάσει σαράντα δύο χρόνια απ’ όταν ο Μορίς Μπεζάρ (1927-2007) ξεκίνησε να δουλεύει, πάνω σε μουσική του Μίκη Θεοδωράκη, ένα σύντομο σε διάρκεια μπαλέτο, τους «7 ελληνικούς χορούς» (7 danses grecques), που προσέγγιζε με ακαδημαϊκό τρόπο τη δημοτική και λαϊκή παράδοση της χώρας. Το αποτέλεσμα ήταν μια μείξη μπαλέτου και φολκλόρ, ενώ το έργο, μετά την πρεμιέρα του στο Σίτι Σέντερ της Νέας Υόρκης στις 3 Οκτωβρίου του 1983, μπήκε στο ρεπερτόριο της ομάδας και άρχισε να ταξιδεύει ανά τον κόσμο. Σε λίγες μέρες, έξι χρόνια μετά την τελευταία του παρουσίαση στο Ηρώδειο, επιστρέφει στο αρχαίο ρωμαϊκό ωδείο, στο πλαίσιο του αφιερώματος «100 χρόνια Μίκης Θεοδωράκης», σε κοινή παράσταση με το έργο «Ο Μπεζάρ και εμείς» (Béjart et nous). Λίγο πριν από αυτή τη βραδιά μπαλέτου, της οποίας τα έσοδα θα διατεθούν στην Ενωση «Μαζί για το Παιδί», ο Ζουλιάν Φαβρό, ο χορευτής που συνέδεσε το όνομά του με το Μπαλέτο Μπεζάρ της Λωζάννης, και εδώ και ένα χρόνο αποτελεί τον καλλιτεχνικό διευθυντή του, μας μιλάει για την πορεία του, θυμάται τον «αυστηρό αλλά ανθρώπινο Μορίς» και σχολιάζει το σύγχρονο χορευτικό τοπίο.

– Πώς ξεκινήσατε να χορεύετε;

– Ο θείος μου ήταν ντιτζέι και όταν ήμουν επτά ετών ήθελα, αθεόφοβος ως παιδί, να μάθω να χορεύω για να πηγαίνω στα κλαμπ και στα πάρτι που έπαιζε μουσική. Την ώρα που το έλεγα στη μητέρα μου μας άκουσε μια κυρία, η οποία ήταν δασκάλα χορού. Γύρισε, λοιπόν, σε εμένα και μου είπε: «Πρέπει να ξεκινήσεις με μπαλέτο, δεν γίνεται να ξεκινήσεις με κανένα άλλο είδος». Εγώ δεν ήξερα τι είναι το μπαλέτο, αλλά, αφού έτσι είχαν τα πράγματα, οι γονείς μου με έγραψαν σε μια σχολή. Ημασταν τέσσερα αγόρια ανάμεσα σε εξήντα κορίτσια. Στο τέλος της χρονιάς κάναμε μια παράσταση, ενθουσιάστηκα και δήλωσα στη μητέρα μου ότι ήθελα να περάσω τη ζωή μου πάνω στη σκηνή.

– Oπως κι έγινε.

– Ναι. Μετά έγινα δεκτός, έπειτα από οντισιόν, σε μια μεγάλη κρατική σχολή στη Λα Ροσέλ, με εξαιρετικούς δασκάλους. Εκεί ήμασταν τριάντα αγόρια, ανάμεσα σε διακόσια ή και τριακόσια κορίτσια· αρκετά για να έχουμε τη δική μας τάξη. Στα δεκατέσσερά μου, πλέον, άρχισα να προπονούμαι εντατικά για να γίνω επαγγελματίας χορευτής μπαλέτου. Ακόμα και στις διακοπές μου ταξίδευα σε διάφορα μέρη της Γαλλίας και στο εξωτερικό για να παρακολουθήσω εργαστήρια κ.λπ. Στα δεκαέξι μου, βρέθηκα σε ένα δίλημμα. Επρεπε να διαλέξω το αν θα πήγαινα στη σχολή του Μπεζάρ στη Λωζάννη ή σε εκείνη του Ρολάν Πετί στη Μασσαλία. Η δασκάλα μου επέμενε ότι έπρεπε να πάω στον Μπεζάρ, με δέχθηκαν και τριάντα χρόνια μετά έγινα ο καλλιτεχνικός διευθυντής της.

– Πώς ήταν ο Μπεζάρ;

– Θυμάμαι σαν χθες την πρώτη φορά που τον συνάντησα. Μας έκαναν ξενάγηση στο κτίριο της σχολής και την ώρα που περνούσαμε έξω από το μεγάλο στούντιο γύρισα το κεφάλι μου για να δω τι γινόταν μέσα στην αίθουσα. Την ίδια στιγμή, ενώ δούλευε με τους χορευτές, γύρισε κι αυτός προς εμένα. Με κοίταξε με τα διαπεραστικά μπλε μάτια του και ένιωσα ότι ήθελα να το βάλω στα πόδια, δεν μπορούσα καν να τον χαιρετήσω, με είχε καταλάβει δέος. Στη σχολή, βέβαια, κάθε τρεις μήνες κάναμε μια παρουσίαση μπροστά του και στην πρώτη από αυτές με ξεχώρισε. Την επόμενη χρονιά άρχισα να χορεύω με την ομάδα. Νομίζω ότι βρέθηκα την κατάλληλη στιγμή στο κατάλληλο μέρος. Κάποιες φορές ήταν δύσκολο να δουλεύεις μαζί του, ήταν πάρα πολύ σκληρός στο στούντιο, απαιτούσε απόλυτη ακρίβεια, σου έλεγε «τεχνικά είναι σωστό αυτό που κάνεις αλλά δεν βγάζει χαρακτήρα» και άλλα τέτοια. Καλλιτεχνικά, όμως, ένιωθα ότι ανήκω εκεί. Επίσης, όταν τελείωναν οι πρόβες μάς έλεγε «τώρα πάμε να πιούμε κανένα ποτό, να σας γνωρίσω καλύτερα». Γινόταν άλλος άνθρωπος, ήταν τρομερά ευγενικός κι ανθρώπινος.

Ηταν πάρα πολύ σκληρός στο στούντιο, απαιτούσε απόλυτη ακρίβεια. Οταν τελείωναν οι πρόβες μάς έλεγε “τώρα πάμε να πιούμε κανένα ποτό, να σας γνωρίσω καλύτερα”. Γινόταν άλλος άνθρωπος.

– Αν σας έμαθε ένα πράγμα για τη ζωή, ποιο είναι αυτό;

– Πως ό,τι κάνουμε πρέπει να το κάνουμε με αλήθεια.

– Δεν αισθανθήκατε ποτέ την ανάγκη να φύγετε από την ομάδα του;

– Το σκέφτηκα για λίγο, όταν πέθανε. Κατέληξα, όμως, ότι έπρεπε να συνεχίσω να τον τιμώ και να συνεισφέρω στην ομάδα, ακόμα κι αν εκείνος δεν ήταν πια μαζί μας. Ηθελα η νέα γενιά να έχει την ευκαιρία να δει τις χορογραφίες του από ανθρώπους που είχαν δουλέψει μαζί του.

Ζουλιάν Φαβρό: Ολοι πήραμε από τον Μπεζάρ-1
Ο Ζουλιάν Φαβρό, καλλιτεχνικός διευθυντής του Μπαλέτου Μπεζάρ της Λωζάννης, θυμάται τον «αυστηρό αλλά ανθρώπινο Μορίς»: «Ηταν θεατράνθρωπος, είχε μια ολοκληρωμένη εικόνα για τα πράγματα, δεν τον ενδιέφερε μόνο η κίνηση. Κάθε λεπτομέρεια στη σκηνή είχε τεράστια σημασία για εκείνον». [Anoush Abrar]

– Η ομάδα στηρίζεται στο παλιό της ρεπερτόριο, σωστά; Σκέφτεστε αυτό να το αλλάξετε;

– Δουλειά μου είναι να διατηρώ την κληρονομιά του Μπεζάρ και το ρεπερτόριο της ομάδας ζωντανά. Γι’ αυτό και, όπως είναι φυσικό, παρουσιάζουμε το «Boléro», το «Βallet for Life» με τη μουσική των Queen και τα κοστούμια του Τζάνι Βερσάτσε ή το «Firebird», που είναι τα «σουξέ» μας. Επαναφέρω, όμως, στη σκηνή και έργα του Μπεζάρ που δεν είναι τόσο γνωστά. Στη Λωζάννη παρουσιάσαμε μόλις τον «Malarmé», του 1973. Αρεσε στον κόσμο, τους φάνηκε πρωτοποριακή η χορογραφία, την οποία δεν πειράξαμε καθόλου. Ποτέ δεν αλλάζουμε τις χορογραφίες του Μπεζάρ. Τη χόρεψε, όμως, μια νέα γενιά χορευτών και με τα καινούργιας τεχνολογίας φώτα που έχουμε σήμερα διαθέσιμα, αλλά και με τα ανανεωμένα κοστούμια, τα έργα εκσυγχρονίζονται. Κάνουμε, προσέτι, και νέες παραγωγές. Εγώ δεν είμαι χορογράφος, οπότε προσκαλώ άλλους να δημιουργήσουν έργα για την ομάδα. Τον Δεκέμβριο μάλιστα, εδώ, στη Λωζάννη, θα παρουσιάσουμε ένα έργο του Αντώνη Φωνιαδάκη.

Δουλειά μου είναι να δια-τηρώ την κληρονομιά του Μπεζάρ. Γι’ αυτό και παρουσιάζουμε το “Boléro”, το “Βallet for Life” με τη μουσική των Queen και τα κοστούμια του Βερσάτσε ή το “Firebird”.

– Νομίζω ότι ο Φωνιαδάκης έχει κάτι «μπεζαρικό» στη δουλειά του.

– Ολοι πήραμε κάτι από τον Μπεζάρ, όλοι όσοι δουλέψαμε μαζί του. Ο Μπεζάρ ήταν θεατράνθρωπος, είχε μια ολοκληρωμένη εικόνα για τα πράγματα, δεν τον ενδιέφερε μόνο η κίνηση. Κάθε λεπτομέρεια στη σκηνή είχε τεράστια σημασία για εκείνον.

– Πώς αποφασίσατε να έρθετε ξανά στο Ηρώδειο;

– Μας το πρότεινε ο παραγωγός μας και θέλαμε πολύ κι εμείς να το κάνουμε τώρα, επειδή σε λίγο θα κλείσει το Ηρώδειο για εργασίες αναστήλωσης που θα κρατήσουν κάποια χρόνια. Αρχικά θέλαμε να έρθουμε με ένα εκατό τοις εκατό ελληνικό πρόγραμμα, να συνδυάσουμε τους «7 ελληνικούς χορούς» με κάποιες από τις χορογραφίες που έκανε ο Μπεζάρ πάνω σε μουσική του Μάνου Χατζιδάκι. Αυτό, όμως, αποδείχθηκε δύσκολο λόγω κάποιων θεμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας. Επιλέξαμε, λοιπόν, να συνοδεύσουμε τους ελληνικούς χορούς με το έργο «Ο Μπεζάρ και εμείς», που μοιάζει με μοντάζ από σόλο, pas de deux και άλλα κομμάτια που σε ταξιδεύουν στο σύμπαν του Μπεζάρ και σε κάνουν να κατανοήσεις καλύτερα το ποιος ήταν.

– Eχετε χορέψει σε προηγούμενα ανεβάσματα και των δύο έργων που θα δούμε. Από τους ελληνικούς χορούς, ποιος είναι ο αγαπημένος σας;

– Το χασάπικο.

– Επίσης, έχετε βρεθεί ξανά στη σκηνή του Ηρωδείου…

– Ναι, και δεν θα ξεχάσω ποτέ την αίσθηση του να χορεύω το «Boléro» εκεί. Το να βρίσκεσαι σε αυτό το γεμάτο κόσμο θέατρο και από τη σκηνή του να βλέπεις την Ακρόπολη δεν μπορεί να συγκριθεί με τίποτα. Συνέβη, βέβαια, και σε μια ξεχωριστή στιγμή της ζωής μου. Hταν ο σύντροφός μου ανάμεσα στο κοινό, είχαν έρθει συγγενείς μου για να με δουν… Eρχομαι, πάντως, συχνά στην Ελλάδα. Τον προηγούμενο μήνα ήμουν στην Κέρκυρα, για διακοπές.

– Τι μάθατε στα τριάντα χρόνια της καριέρας σας ως επαγγελματίας χορευτής;

– Oταν ξεκινούσα δεν γνώριζα πολλά πράγματα για εμένα, τα οποία τα έμαθα χορεύοντας κάποιες φορές τον Ρωμαίο, άλλες τον Φρέντι Μέρκιουρι, μετά τον Ζαρατούστρα. Με το να γίνομαι όλοι αυτοί οι διαφορετικοί χαρακτήρες «έχτισα» τον Ζουλιάν που είμαι τώρα. Με ξέρω καλύτερα και κάθε μέρα που περνάει προσπαθώ να βελτιώνομαι. Βέβαια, δεν χορεύω πια. Δεν κάνω καν προπόνηση. Κάποιες φορές ανεβαίνω στη σκηνή, αλλά μόνο για λίγο. Δουλειά μου τώρα είναι να διευθύνω την ομάδα. Είμαι υπεύθυνος όχι μόνο για τον εαυτό μου αλλά και για 40 ακόμα χορευτές.

– Βλέπετε διαφορές στον τρόπο που αντιμετωπίζουν οι νέοι χορευτές την τέχνη τους σε σχέση με τους παλαιότερους;

– Νομίζω ότι στην εποχή μου και πριν από εμένα, όταν ξεκινούσαμε, είχαμε ως σκοπό το να δουλέψουμε με έναν συγκεκριμένο άνθρωπο και να μείνουμε μαζί του σε όλη μας την καριέρα. Κάτι που εγώ το έκανα με τον Μπεζάρ. Τώρα, οι νέοι βρίσκονται σε συνεχή αναζήτηση δουλειάς. Θα έρθουν σε εμάς για δύο, τρεις ή τέσσερις σεζόν και μετά θα πάνε π.χ. στα Μπαλέτα του Μόντε Κάρλο. Αλλάζουν ομάδες σαν να κάνουν swipe στην οθόνη του κινητού τους. Αυτό, θαρρώ, δεν συμβαίνει αποκλειστικά για βιοποριστικούς λόγους αλλά και επειδή δεν θέλουν να κάνουν μόνο ένα στυλ χορού. Γι’ αυτό κι εγώ προσκαλώ στην ομάδα, η οποία είναι ταυτισμένη με το στυλ του Μπεζάρ, χορογράφους που μπορούν να συνεισφέρουν διαφορετικά πράγματα. Τους φέρνω για να μας κάνουν πιο ελκυστικούς στη νέα γενιά και να θέλουν οι χορευτές να μείνουν μαζί μας για περισσότερες σεζόν, αλλά και γιατί πιστεύω πραγματικά ότι πρέπει να στεριώσει κάπου ένας χορευτής για να καταξιωθεί. Κάτι άλλο που βλέπω είναι ότι πολλοί χορευτές 20, 21, 22 ετών θέλουν να αποκτήσουν τα πάντα αμέσως. Δεν γίνεται, όμως, έτσι. Την καριέρα τη χτίζεις όπως ένα κτίριο, και μπορείς να απολαύσεις, αν έχεις υπομονή, τον χρόνο που θα σου πάρει μέχρι να το ολοκληρώσεις…

*Το Μπαλέτο Μπεζάρ της Λωζάννης θα εμφανιστεί στο Ηρώδειο την Πέμπτη 18 Σεπτεμβρίου.
Μετάκληση και οργάνωση παραγωγής: S.K. – Lambo Productions.
Εισιτήρια: Ticketservices.gr. 

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT