Σε μια αυτο-συνέντευξη του Λουκά Σαμαρά που δημοσιεύεται στην έκδοση «Samaras Album» του 1971, ο υποτιθέμενος συνομιλητής του καλλιτέχνη ξεκινάει μια φράση λέγοντας: «Νόμιζα ότι η τέχνη είναι…». Ο Σαμαράς απαντάει: «Για ξανασκεφθείτε το». Νάρκισσος, εμπρηστικός, εμμονικός, πρωτοπόρος, αινιγματικός, ο Λουκάς Σαμαράς ανήκει σε εκείνους τους δημιουργούς που αντιμετωπίζοντας τον εαυτό τους ως το κύριο θέμα, μας έκαναν να σκεφθούμε με νέους όρους τι συνιστά τέχνη. Στην έκδοση με παρέπεμψε η Αρτεμις Μπαλτογιάννη, ιδρύτρια της «The Intermission», η οποία σε συνεργασία με την «Pace Gallery» θα παρουσιάσει την έκθεση «Lucas Samaras. Master of the Uncanny», συγκεντρώνοντας σειρές έργων που καλύπτουν όλο το φάσμα της διαδρομής του. «Με την “Pace” συζητάμε δύο χρόνια για να οργανώσουμε μια έκθεση, έπεσαν διάφορα ονόματα στο τραπέζι, εγώ ζήτησα τον Σαμαρά και από τη στιγμή που συμφωνήσαμε, ξεκίνησα να διαβάζω ό,τι έχει γραφτεί για εκείνον ή από εκείνον», αναφέρει. Σχολιάζει ότι αυτό είναι το πιο συναρπαστικό κομμάτι στην οργάνωση μιας έκθεσης.
Η έκθεση είναι αναδρομικού χαρακτήρα, περιλαμβάνοντας έργα από τη δεκαετία του 1960 έως το 2010 και ανάμεσά τους τα Auto -Polaroids, τα Photo – Transformations, τα περίτεχνα Boxes, τα έργα παστέλ σε χαρτί και τα γλυπτά-κοσμήματα. «Αισθάνομαι ιδιαίτερη τιμή που θα δείξω αυτά τα έργα στην γκαλερί, ιδίως τα αγαπημένα μου Boxes και τα Polaroids, 20 χρόνια μετά την τελευταία του ατομική έκθεση στην Ελλάδα».

Είχε προηγηθεί το 2005 η αναδρομική έκθεση που είχε διοργανώσει το Ιδρυμα Ιωάννου Φ. Κωστοπούλου στην Εθνική Πινακοθήκη, σε επιμέλεια Κατερίνας Κοσκινά, η οποία συνοδευόταν από έναν εξαιρετικό κατάλογο. Τι από όλα αυτά που έχει διαβάσει την έχει εντυπωσιάσει περισσότερο; «Θα σου πω κάτι που δεν έχω διαβάσει, αλλά το σκέφτομαι ολοένα και περισσότερο. Βρίσκω κοινά σημεία ανάμεσα στο δικό του Mirrored Room και στο έργο της Γιαγιόι Κουσάμα, και όχι μόνο εκεί, ακόμη και αυτό που κάνει η Κουσάμα με τα patterns τα οποία καταλαμβάνουν κάθε επιφάνεια. Το ίδιο κάνει και ο Σαμαράς στο σπίτι του. Δείχνει ένα ενδιαφέρον γι’ αυτό το pattern το οποίο απομακρύνεται από την αμιγώς καλλιτεχνική πράξη και γίνεται craft. Με εντυπωσιάζει, επίσης, το πόσο πολύ τον απασχολούν η ομορφιά, η εξωτερική εμφάνιση και το πώς προσπαθεί να μεταμορφώσει το άσχημο σε όμορφο, όπως ένα ημι-σηκωμένο πέος, όπως αναφέρει κάπου. Δουλεύει με το σώμα του και μέσα από την εξερεύνηση του εαυτού ανακαλύπτει τον κόσμο», εξηγεί, προσθέτοντας πως ο ίδιος σε μια συνέντευξη που είχε παραχωρήσει στον Δημοσθένη Δαββέτα το 1983 παραδέχεται πως το σώμα του το θαύμαζε, το έδειχνε, το πρόσφερε σαν πόρνη. Στην ίδια απάντηση μιλάει για την ενοχή που του πρόσφερε η ελληνορθόδοξη χριστιανική παιδεία του, για τον φόβο και την απέχθεια που του προκαλούσε, μεγαλώνοντας, η γύμνια του. Τα ξόρκισε όμως όλα αυτά μέσα από την τέχνη του. Τελικά, όμως, τι σχέση είχε με την Ελλάδα; «Δήλωνε Αμερικανός, έμεινε πίσω στις ΗΠΑ όταν όλη η οικογένεια πήρε την απόφαση να επιστρέψει στην Ελλάδα το 1964· κάτι δείχνει αυτό. Από την άλλη, έχει μιλήσει για την επιρροή που είχαν οι βυζαντινές εικόνες στο έργο του, γνωρίζει ότι κουβαλούσε μια διαφορετική κληρονομιά», απαντάει η Αρτεμις Μπαλτογιάννη.
Το ταξίδι με το υπερωκεάνιο
Ο Λουκάς Σαμαράς, γεννημένος το 1936 στην Καστοριά, επιβιβάζεται το 1948 μαζί με τη μητέρα του, από τον Πειραιά, στο υπερωκεάνιο «Νέα Ελλάς» με προορισμό την Αμερική. Δεν μιλάει τη γλώσσα, δεν μπορεί να κοινωνικοποιηθεί εύκολα με συνομηλίκους του, στρέφεται στη ζωγραφική. Το 1955 κερδίζει μια υποτροφία για τη Σχολή Καλών Τεχνών και Επιστημών του Rutgers University. Το 1956 κάνει ήδη την πρώτη του αυτοπροσωπογραφία και την επόμενη χρονιά ξεκινάει τα παστέλ, συμμετέχει στα πρώτα του Happenings και το 1962 ο μινιμαλιστής Ντόναλντ Τζαντ χαρακτηρίζει το έργο του «μια γενική απειλή για την αμιγή πλήξη που κυριαρχεί στις μέρες μας».
«Ο,τι έκανε ο Σαμαράς με τα Auto – Polaroids, σήμερα ένα παιδί το κάνει με το iPhone του. Δεν μπορεί να καταλάβει πόσο ριζοσπαστικό ήταν να στρέψει ο Σαμαράς την κάμερα πάνω του», λέει στην «Κ» η γκαλερίστα Αρτεμις Μπαλτογιάννη.
Ακολουθούν εκθέσεις στο Whitney Museum of American Art και πλέον η τέχνη έχει βρει το νέο «κακό» παιδί της, μια φωνή που δεν μπορεί κανείς να ερμηνεύσει, ούτε να κατατάξει. Στην Ελλάδα πώς υποδέχονται αυτή την επιτυχία; «Δεν νομίζω πως η Ελλάδα ήταν έτοιμη εκείνη την εποχή να δεχθεί την τέχνη του Σαμαρά», υποστηρίζει η Ελληνίδα γκαλερίστα και art advisor. Σήμερα πώς πιστεύει ότι διαβάζεται το έργο του από ένα νέο παιδί; «Ο,τι έκανε ο Σαμαράς με τα Auto – Polaroids, σήμερα ένα παιδί το κάνει με το iPhone του. Δεν μπορεί να καταλάβει πόσο ριζοσπαστικό ήταν να στρέψει ο Σαμαράς την κάμερα πάνω του, ότι έγινε αυτός ο ίδιος το υλικό του, ότι είναι άνδρας και τοποθετείται έτσι. Ακόμη και ο φωτισμός που κάνει, ότι δείχνει τον προσωπικό χώρο του. Είναι πολλά αυτά με τα οποία μας εξοικείωσε. Για μένα είναι ανάμεσα στους τρεις πιο σημαντικούς Ελληνες της σύγχρονης τέχνης, αυτούς που είχαν διεθνή απήχηση και επηρέασαν: Takis, Κουνέλλης και Σαμαράς». Τελικά, η ίδια πώς θα τον χαρακτήριζε; «Ηταν χείμαρρος, πήγαζε από μέσα του αυτή η λοξή ματιά στα πράγματα. Ηταν ένας άνθρωπος διαφορετικός, που δεν φοβήθηκε να διαχειρισθεί και να επικοινωνήσει τη διαφορετικότητά του».
Από 25/9 έως 20/12, The Intermission, Πολυδεύκους 37Α, Πειραιάς,
www.theintermission.art

