Ο Κόντε Νάνο στο Ναύπλιο

Μια μουσικοθεατρική παράσταση για την Ελλάδα που υποδέχθηκε τον Καποδίστρια

3' 29" χρόνος ανάγνωσης
Φόρτωση Text-to-Speech...

«Δεν είμαι ιστορικός, ούτε θέλω να τον παραστήσω», μας τονίζει ο σκηνοθέτης Θοδωρής Γκόνης. «Υπάρχει ωστόσο μια ιδιοτέλεια υψηλού φρονήματος, θέλω να ελπίζω, στο έργο που τώρα προετοιμάζουμε. Οταν από μικρό παιδί έχεις μεγαλώσει στο Ναύπλιον, ο Καποδίστριας δεν είναι ακριβώς το ιστορικό πρόσωπο των βιβλίων – δεν είναι μόνον ο ακέραιος διπλωμάτης, το προικισμένο πνεύμα, ο σπουδαίος Ελληνας που θα μπορούσε να έχει αλλάξει τη μοίρα της χώρας. Είναι ένα κομμάτι των προσωπικών σου αναμνήσεων».

Για τον πολυπράγμονα δημιουργό –συγγραφέα, σκηνοθέτη, στιχουργό– και καλλιτεχνικό διευθυντή του Φεστιβάλ Ακροναυπλίας, που φέτος διοργανώνεται για δεύτερη χρονιά, η αγάπη στην πόλη των παιδικών του χρόνων δεν κρύβεται. Στο «Ναύπλιον», όπως το ονομάζει χρησιμοποιώντας την παλαιά γραμματική, το παρελθόν δεν στοιχειώνει αλλά γονιμοποιεί το παρόν.

Στην παράσταση «Ove vai? Conte Nano, ove vai?» που παρουσιάζεται στο Παλαμήδι σε σύλληψη και σκηνοθεσία του Θοδωρή Γκόνη, ο Ιωάννης Καποδίστριας επιστρέφει στη μοιραία πόλη μέσα από μια μουσικοθεατρική Βαβυλωνία. «Κόντε Νάνο», όπως ήταν το χαϊδευτικό όνομα του Κυβερνήτη, «πού πας, σε ποιο χάος ετοιμάζεσαι να μπεις;», αναρωτιούνται οι συντελεστές της παράστασης.

Ο Κόντε Νάνο στο Ναύπλιο-1
Ο πολυπράγμων δημιουργός –συγγραφέας, σκηνοθέτης, στιχουργός– και καλλιτεχνικός διευθυντής του Φεστιβάλ Ακροναυπλίας, Θοδωρής Γκόνης. [Ανδρέας Γεωργιάδης]

Δύο ηθοποιοί και πέντε μουσικοί θα ανέβουν στις ντάπιες του φρουρίου για μια αναμέτρηση με την Ιστορία. Το θέαμα είναι σπονδυλωτό και κατά βάσιν μουσικό. Ο λόγος βασίζεται σε αυθεντικά κείμενα της εποχής: τις «Ιστορικές αναμνήσεις» του Νικολάου Δραγούμη, τα «Στρατιωτικά ενθυμήματα» του Νικολάου Κασομούλη, την «Ιστορική ανθολογία» του Γιάννη Βλαχογιάννη, την «Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως» του Θωμά Γόρδωνος και άλλα, όπως και πρωτότυπα κείμενα και τραγούδια.

Η Τροιζήνα του 1827, με το λεμονοπεριβόλι του Δαμαλά, γίνεται το σημείο εκκίνησης. Εκεί, μέσα σε μια Ελλάδα που σπαράσσεται από τον Ιμπραήμ και τον Κιουταχή, οι αντιπρόσωποι του νεοσύστατου κράτους τρώνε ωμά κουκιά και ερίζουν για την εξουσία υποφέροντας από άγριο πονόκοιλο, όπως λένε οι μαρτυρίες της εποχής. Ο Καποδίστριας καλείται να βάλει τάξη σε μια χώρα που μοιάζει με σκηνή της «Βαβυλωνίας» του Δημητρίου Βυζάντιου: ο Κρητικός, ο Αρβανίτης, ο Σοφολογιότατος και ο Αστυνομικός μιλούν διαφορετικές γλώσσες, αλλά τρώνε μαζί στη λοκάντα. Η πλήρης ακατανοησία δίνει το έναυσμα για να ξετυλιχτεί μια κωμικοτραγική αφήγηση γλωσσικής σύγχυσης, πολιτικής αμηχανίας και ανθρώπινης τρυφερότητας στο ύφος του Θοδωρή Γκόνη.

«Οταν από μικρό παιδί έχεις μεγαλώσει στο Ναύπλιον, ο Καποδίστριας δεν είναι ακριβώς το ιστορικό πρόσωπο των βιβλίων. Είναι ένα κομμάτι των προσωπικών σου αναμνήσεων», λέει ο Θοδωρής Γκόνης.

Ο ίδιος δεν κρύβει την προσωπική του εμπλοκή στο θέμα του έργου. Η παράσταση είναι μια πράξη εναργούς μνήμης και αγάπης. Οι αστείες ιστορίες που εντάσσονται στο έργο σαν αυτή που περιγράφει ο Δραγούμης για μία από τις περιοδείες του Καποδίστρια στην Πελοπόννησο με συνοδούς τον Κολοκοτρώνη και τον Νικηταρά, και οδηγό τον Αρκάδα Καρδαρά –επικεφαλής των ταχυδρομικών ίππων– που όντας ντυμένος με φανταχτερή στολή όλοι τον περνούσαν για τον σπουδαίο Κυβερνήτη, δεν είναι απλώς ανέκδοτα. «Ολα αυτά είναι η φυλή μας, η ανθρώπινη πλευρά της Ιστορίας», εξηγεί ο σκηνοθέτης.

Τον ρωτάμε για τις προσωπικές του «αναμνήσεις» από τον Κυβερνήτη. «Τον “θυμάμαι” στις εθνικές γιορτές να στέκεται στο βάθρο του, στις παρελάσεις περνούσαμε πάντοτε μπροστά από το άγαλμά του. Παίζαμε ποδόσφαιρο κοντά στην εκκλησία του Αγιου Σπυρίδωνα και η μπάλα μπορούσε να χτυπήσει επάνω στην κορνίζα της προθήκης που προφυλάσσει το ίχνος της σφαίρας που εποστρακίστηκε», απαντά. «Παλιά οι αλαφροΐσκιωτοι της πόλης έλεγαν ότι έβλεπαν όλους τους ήρωες να περπατούν τη νύχτα στα δρομάκια».

Το Ναύπλιο για τον Γκόνη είναι και δραματουργός και ήρωας πολλών καλλιτεχνικών έργων. «Δεν είναι η πόλη που μας έχει ανάγκη, αλλά εμείς τη χρειαζόμαστε», υπογραμμίζει. «Οι νεκροί της δίνουν το μέτρο και το στίγμα της, όπως συμβαίνει στους ιστορικούς τόπους. Εδώ οι αιώνες μπορούν να συμπορεύονται, ο 19ος δίπλα στον 21ο, και αυτό να μην προσβάλλει ούτε τους μεν ούτε τους δε».

Ετσι και ο Καποδίστριας δεν επιστρέφει στο «Ove vai?» ως μνημείο, αλλά ως παλιός γνώριμος. «Την ώρα που σκέφτομαι πόσο σπουδαίος ήταν, κάνω άλλη μια βόλτα γύρω από τον ανδριάντα του. Και σαν να τον ακούω στη φαντασία μου να μου λέει: «Πάλι εδώ είσαι εσύ; Αλλά στην τελευταία παρέλαση του σχολείου είχες κάνει κοπάνα, για να παίξεις μπιλιάρδο. Ομως να που επέστρεψες!».

«Ove vai? Conte Nano, ove vai? Το λεμονοπεριβόλι του Δαμαλά», Φρούριο Παλαμηδίου, 25-26/8.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT