Η Μαρία Δριμή γεννήθηκε στην Αθήνα. Εργάζεται ως ιατρός σε μονάδα εντατικής θεραπείας. Εχει πτυχίο φιλολογίας. Ασχολείται με την πεζογραφία και το θέατρο. Τα θεατρικά έργα της «Garamond 12» και «Ξέρξης» έχουν ανεβεί με επιτυχία στη σκηνή. Η νουβέλα «Τετ-α-τετ» (Εστία, 2025) είναι το τελευταίο της βιβλίο.
Ποια βιβλία έχετε αυτόν τον καιρό πλάι στο κρεβάτι σας;
Εδώ και μερικά χρόνια στο κομοδίνο μου υπάρχει πάντα ο Προυστ και δίπλα του το σημειωματάριο όπου μαζεύω τους θησαυρούς του. Είμαι στον δεύτερο τόμο του «Αναζητώντας τον χαμένο χρόνο», το διαβάζω αργά, ανάμεσα στα υπόλοιπα βιβλία, σαν αποθεραπεία. Εχω επίσης τη βιογραφία του Κούντερα από τη Φλοράνς Νουαβίλ και το «Πρόσκληση σε έναν αποκεφαλισμό» του Βλαντίμιρ Ναμπόκοφ.
Ποιο ήταν το πιο ενδιαφέρον στοιχείο που μάθατε πρόσφατα χάρη στην ανάγνωση ενός βιβλίου;
Από το διήγημα του Μπέρναρντ Μάλαμουντ «Η Αλμα δικαιώνεται» έμαθα για την ερωτική ζωή της Αλμα Μάλερ, μιας καλλονής που έζησε δίπλα σε σπουδαίους άνδρες, όπως ο Γκούσταφ Μάλερ, ο Γκούσταφ Κλιμτ, ο Οσκαρ Κοκόσκα, ο αρχιτέκτονας Βάλτερ Γκρόπιους, ο ποιητής Φραντς Βέρφελ και πολλοί άλλοι. Πώς είναι άραγε να έχει περάσει από τη ζωή σου και το κρεβάτι σου ο μισός πολιτισμός του 20ού αιώνα; Ολόκληρη η συλλογή «Το καπέλο του Ρέμπραντ και άλλες ιστορίες» είναι αξιανάγνωστη. Δεν είχα ξαναδιαβάσει Μάλαμουντ.
Βρήκατε ποτέ τον μπελά σας επειδή διαβάσατε ένα βιβλίο;
Ημουν στο δημοτικό, είχα ανακαλύψει στη βιβλιοθήκη της μητέρας μου, που ήταν καθηγήτρια φιλόλογος, ένα σχολικό βιβλίο με πράσινο εξώφυλλο: Υγιεινή της Ε΄ Γυμνασίου. Καθόμουν κατάχαμα, μπροστά στη βιβλιοθήκη, και το διάβαζα με τις ώρες. Σε γλώσσα καθαρεύουσα, περιέγραφε τις αρρώστιες και τα συμπτώματά τους. Ενας συναρπαστικός κόσμος ανοιγόταν μπροστά μου και με τραβούσε σαν μαγνήτης. Είχα ήδη βρει τον μπελά της ζωής μου.
Περιγράψτε την ιδανική αναγνωστική συνθήκη.
Ενα χειμωνιάτικο πρωινό, μόνη σε κάποιο ήσυχο καφέ ή καλοκαίρι, μόνη στην παραλία.
Υπάρχουν κάποια είδη λογοτεχνίας που προτιμάτε και άλλα που αποφεύγετε;
Αγαπώ ιδιαίτερα τη μικρή φόρμα και την πεζογραφία που άπτεται της σύγχρονης πραγματικότητας. Αποφεύγω τα ιστορικά μυθιστορήματα και τα δυστοπικά έργα, χωρίς αυτό να αποκλείει να λατρέψω βιβλία που ανήκουν σε αυτές τις κατηγορίες.
Τι είναι αυτό που σας συγκινεί περισσότερο σε ένα βιβλίο;
Οι χαρακτήρες, αν έχουν βάθος, τραγικότητα και αντιδράσεις που έρχονται με φυσικό τρόπο μέσα στην πλοκή. Επίσης, η γλώσσα, το ύφος. Μου αρέσει να ζηλεύω τους συγγραφείς που διαβάζω για το πώς έγραψαν μια φράση ή μια παράγραφο. Κολλάω σε τέτοια σημεία, τα διαβάζω ξανά και ξανά. Τα ζηλεμένα τα μαζεύω σε ένα σημειωματάριο, το οποίο επιγράφω «Θησαυροφυλάκιο του Τριγκόριν». Για τον Προυστ έχω ξεχωριστό σημειωματάριο, είναι τόσο πολλά τα δικά του πολύτιμα πετράδια.
Υπάρχει κάποιο αγαπημένο βιβλίο που θα θέλατε να γίνει ταινία;
Το «Ελάχιστο ίχνος» του Βαγγέλη Χατζηγιαννίδη.
Τι συμβολίζει ο τίτλος του βιβλίου σας «Τετ-α-τετ»;
Με τον όρο τετ-α-τετ έχουμε συνηθίσει να περιγράφουμε μια συνάντηση, είτε ρομαντική, ευχάριστη, είτε σημαντική, όπως ένα επαγγελματικό ραντεβού, μια πολιτική αντιπαράθεση. Στο βιβλίο μου ο όρος προσλαμβάνει κυριολεκτική διάσταση, δυο κεφάλια κολλημένα, μια συνθήκη αναγκαστικής συνύπαρξης, μια φυλακή. Αρχικά είχα άλλο τίτλο για τη νουβέλα. Το «Τετ-α-τετ» μού ήρθε σαν επιφοίτηση. Κανόνιζα να δω όπερα με έναν φίλο, τον ρώτησα αν θα έρθει και κάποιος άλλος μαζί και πήρα την απάντηση: «Οχι, θα είμαστε τετ-α-τετ». Επιφάνεια.
Σκιαγραφήστε τις ηρωίδες, Μαρία και Αννα.
Η Μαρία είναι ευαίσθητη, ανησυχεί για τα καθημερινά και για το μέλλον, ονειρεύεται και επιθυμεί σαν συνηθισμένη γυναίκα και καταρρακώνεται συνειδητοποιώντας το παράλογο της ύπαρξής της. Η Αννα είναι κυνική και συμβιβασμένη με την κατάσταση, αρκείται στο σήμερα και στις μικρές υλικές απολαύσεις. Δύο αντίθετα μυαλά μέσα στο ίδιο κεφάλι.

