ΑΜΑΝΤΑ ΜΙΧΑΛΟΠΟΥΛΟΥ
Το μακρύ ταξίδι της μιας μέσα στην άλλη
εκδ. Πατάκη, 2025, σελ. 400
Μια γυναίκα –μητέρα, κόρη, σύζυγος, συγγραφέας– δεν μπορεί να κοιμηθεί, ελέω εμμηνόπαυσης. Κατά τη διάρκεια άλλης μιας νύχτας αϋπνίας, εμφανίζεται στο σκοτάδι η Παναγία, με τιγρέ ρόμπα, βελούδινο νυχτικό και γαλάζιο μαντίλι. Η επίσκεψη της παράδοξης αυτής παρουσίας γίνεται τακτικό γεγονός και αποτελεί έναυσμα για μια πυρετώδη έρευνα, σε εκκλησιαστικά κείμενα, ζωγραφικούς πίνακες, ψυχαναλυτικά εγχειρίδια, ονειροκρίτες και Ι Τσινγκ. Η ηρωίδα συνδιαλέγεται με την Παναγία, με τα ερωτήματα να παίρνουν κρυπτικές ή και ανατρεπτικές απαντήσεις. Παράλληλα, η ηρωίδα ανατρέχει στο παρελθόν της και στη σχέση της με τις γυναίκες της ζωής της, τη δική της μητέρα, κόρη, αδελφή.
Εντελώς απροσδόκητα, ένα βράδυ η Παναγία ανακοινώνει την οριστική αναχώρησή της. Η ηρωίδα είναι απαρηγόρητη. Κάθε βράδυ την περιμένει διακαώς να επιστρέψει, αλλά μάταια. Το βιβλίο που έχει γράψει η ηρωίδα, εμπνευσμένη από τις μεταμεσονύκτιες αυτές επισκέψεις, αναζητεί τους πρώτους αναγνώστες του. Θα είναι η κόρη της, η μητέρα της και ο σύζυγός της. Και οι τρεις τους θα κάνουν σχόλια που θα βάλουν τις αναζητήσεις της συγγραφέως σε νέα βάση.
Ακολουθεί μια ευδιάκριτη τομή στο κείμενο, σαν χαρακιά, και ξεκινά το δεύτερο μέρος του βιβλίου, όπου αρχίζουν να παρατίθενται ορισμοί λέξεων, προσωπικές μαρτυρίες γυναικών, ετυμολογικά σχόλια επί εκφράσεων γλωσσών απ’ όλον τον πλανήτη, συνεντεύξεις, πληροφορίες για τη βιολογία των θηλαστικών και όχι μόνο, σχόλια πάνω σε θρησκευτικά και φιλοσοφικά κείμενα. Στο τρίτο μέρος πια, ο κύκλος ολοκληρώνεται, δίνεται μια αίσθηση πληρότητας – τοκετού;
Η Αμάντα Μιχαλοπούλου γράφει ένα βιβλίο που επικεντρώνεται στη γυναικεία εμπειρία. Οπως η Σελήνη, μια γυναίκα περνά από τις φάσεις της Κόρης, της Μητέρας και της Ηλικιωμένης. Σε αντίθεση με τη Σελήνη, όμως, μια γυναίκα μπορεί να ενσαρκώνει ταυτόχρονα, στο ίδιο χρονικό σημείο, και τις τρεις πραγματικότητες. Η ηρωίδα ακροβατεί έχοντας στα χέρια της ως άλλα μπαλάκια ζογκλέρ και τους τρεις ρόλους – τέσσερις, αν προστεθεί και ο ρόλος της αδελφής, πέντε, αν προστεθεί και ο ρόλος της συζύγου. Τα μεταβατικά, δε, στάδια –εφηβεία, εμμηνόπαυση– επισύρουν πολλή αγωνία και μεγάλη βάσανο, το βιβλίο άλλωστε αποτυπώνει ακριβώς τις αγωνιώδεις νοητικές διαδρομές και αναζητήσεις μιας γυναίκας στο κατώφλι ενός νέου κεφαλαίου ζωής.
Κόρη, μητέρα, σύζυγος, αδελφή, φίλη, έφηβη, ηλικιωμένη. Απειροι οι ρόλοι που καλείται να παίξει μια γυναίκα.
Η διάρθρωση του βιβλίου απηχεί τις διεργασίες στην ψυχοσύνθεση της ηρωίδας. Το πρώτο μέρος μοιάζει τακτικά μοιρασμένο ανάμεσα στο όνειρο και στην πραγματικότητα, αφού τα κεφάλαια εναλλάσσονται: ένα κεφάλαιο η περιγραφή του ονείρου της βραδιάς, ένα κεφάλαιο η περιγραφή της πραγματικότητας. Η δομή αυτή καταλύεται όταν η παράδοξη, ωστόσο τακτική εμφάνιση του επαναλαμβανόμενου ονείρου σταματά απροειδοποίητα. Τα εναπομείναντα κεφάλαια του πρώτου μέρους περιγράφουν μια πραγματικότητα που έχει ενθυλακώσει το όνειρο, αφού η ηρωίδα-συγγραφέας έχει γράψει βιβλίο ιστορώντας τις βραδινές της περιπέτειες, ενώ διαφορετικά κειμενικά είδη εμφιλοχωρούν, ενδεικτικά οι επιστολές της μητέρας και της κόρης της, με αφορμή το βιβλίο.
Το δεύτερο μέρος, αρκετά μικρότερο από το πρώτο, έχει πια χάσει κάθε αυστηρή συμμετρία, τα κεφάλαια δεν έχουν πλέον αρίθμηση, τάξη, εξωτερική συνοχή. Συμπλέκονται αρμονικά ετυμολογικές πληροφορίες για λέξεις και εκφράσεις, ελληνικές και ξένες, σχετικές με τη γέννα με προσωπικές μαρτυρίες γυναικών –στις οποίες συμπεριλαμβάνεται και μια τρανς γυναίκα– με βιολογικά, ζωολογικά δεδομένα, θεολογία και φιλοσοφία. Στο τρίτο και τελευταίο μέρος του βιβλίου μοιάζουν να έχουν χωνευτεί όλα όσα προηγήθηκαν, όνειρα, πραγματικότητα, όλα έχουν γίνει ένα αμάλγαμα που θα καταλήξει σε μια καινούργια, αστραφτερή αποδοχή της πραγματικότητας.
«Το μακρύ ταξίδι της μιας μέσα στην άλλη» είναι ένα βιβλίο που γράφτηκε όχι με το χέρι αλλά με ολόκληρο το σώμα. Ενα σώμα που γεννά, πονά, υποφέρει από αϋπνίες, κάνει έρωτα, έχει πόνο στο ισχίο, θηλάζει. Ενα σώμα γυναικείο. Η Παναγία λειτουργεί ως το απόλυτο σύμβολο της μητέρας, μιας μητέρας η οποία όμως έρχεται να ανατρέψει τα στερεότυπα, τις έτοιμες απαντήσεις. Η εμφάνισή της λειτουργεί ως αφορμή για να τεθούν τα ερωτήματα, η εξαφάνισή της, ως άλλος απογαλακτισμός, θα γίνει η αιτία να αναζητηθούν –ή να εφευρεθούν– οι απαντήσεις. Η συγγραφέας της «Γυναίκας του θεού» και της «Μεταμόρφωσής της» δεν καταπιάνεται πρώτη φορά με το σώμα και τις επιταγές του, σε αντίστιξη με ένα πνεύμα που του αντιπαρατίθεται είτε σε εξωτερική είτε σε εσωτερική πάλη. Ισως πρόκειται για το πιο προσωπικό και το πιο τολμηρό βιβλίο της Μιχαλοπούλου, με στοιχεία που θα το κατέτασσαν στην αυτομυθοπλασία. Για άλλη μια φορά, η λύση του δράματος δεν θα έρθει με την επικράτηση της μιας ή της άλλης πλευράς, αλλά με την εύρεση της ολότητας, τη γαλήνη της αποδοχής και την πληρότητα. Αυτό, ναι, παραπέμπει στη γυναικεία εμπειρία.

