Στα μέσα του 18ου αιώνα, στο ψαροχώρι του Μπράιτον, 76 χιλιόμετρα νότια του Λονδίνου, ένας γιατρός ονόματι Ρίτσαρντ Ράσελ συνέστησε το καθημερινό κολύμπι και την κατανάλωση θαλασσινού νερού ως γιατρικό. Σύντομα, το φιλήσυχο παραθαλάσσιο χωριό έγινε προορισμός «θαλάσσιας λουτροθεραπείας» και, έναν αιώνα μετά, όταν έφτασε εκεί ο σιδηρόδρομος, η κοινότητα των ψαράδων έβλεπε πλέον τον τόπο της να γίνεται γενέτειρα του μαζικού θερινού τουρισμού.
Αυτή η μεταμόρφωση των ακτών του Μπράιτον αποτελεί μόνο μία από τις πολλές απολαυστικές ιστορίες που ξετυλίγονται στο «The Beach: A History of Paradise on Earth» (εκδ. Viking, Νέα Υόρκη) των ακαδημαϊκών ερευνητών Λένα Λέντσεκ και Γκίντεον Μπόσκερ, πόνημα κλασικό πλέον που χαρτογραφεί το φαινόμενο από την αρχαιότητα έως σήμερα.

Οι συγγραφείς αποτυπώνουν την παραλία ως ζωντανό οργανισμό που διαρκώς μεταμορφώνεται και αντανακλά τις ανάγκες, τις επιθυμίες και τις αξίες κάθε εποχής. Ανιχνεύουν τη θεραπευτική δύναμη του θαλασσινού νερού, φέρνοντας στο φως πτυχές της σχέσης του ανθρώπου με τη θάλασσα που φτάνουν στην αρχαία Ελλάδα και στη Ρώμη. Οι γιατροί της αρχαιότητας συνδύαζαν την επαφή με το κύμα και τη δύναμη του θαλασσινού αέρα, αναγνωρίζοντας ότι η παραλία –«το ιατρείο της φύσης», όπως την αποκαλούσαν– προσέφερε δυνατότητες ίασης αξεπέραστες από οποιοδήποτε άλλο περιβάλλον. Αυτή η ολιστική προσέγγιση στην υγεία, που λάμβανε υπόψη την επίδραση του φυσικού περιβάλλοντος στον ανθρώπινο οργανισμό, έθεσε τα θεμέλια για τη μελλοντική ανάπτυξη των παραθαλάσσιων θερέτρων.
Τα λουτρά
Τον 1ο αιώνα π.Χ., ο Αύγουστος ίδρυσε τη Νικόπολη, συνοδεύοντας την ανέγερσή της με μεγαλοπρεπή λουτρά με θέα στο Ιόνιο. Στη ρωμαϊκή της εκδοχή, έγινε τόπος κοινωνικής επίδειξης, διασκέδασης και χαλάρωσης για την ανώτερη τάξη. Το πέρασμα στον Μεσαίωνα έφερε μια πνευματική διάσταση στις ακτές: τα παράλια της Κωνσταντινούπολης, της Σικελίας και της Κρήτης φιλοξενούσαν μοναστικές κοινότητες που συντηρούσαν «θαυματουργές» πηγές και θαλάσσια λουτρά, δίνοντας στην ακτογραμμή ένα χαρακτήρα τόπου κάθαρσης αμαρτιών και εσωτερικής αναζήτησης.
Στην απέναντι πλευρά του Ατλαντικού, στα τέλη του 19ου αιώνα, ο Τσαρλς Λουφ, γιος μεταναστών από τη Δανία που είχε ταλέντο στο να φτιάχνει «ψυχαγωγικές μηχανές», εγκαθιστά στο Κόνεϊ Αϊλαντ το πρώτο καρουζέλ, συνδυάζοντας τις λουτρικές εγκαταστάσεις με λούνα παρκ, τρενάκια και ζωντανή μουσική. Εκτοτε, το παραθαλάσσιο θέρετρο της Νέας Υόρκης καθιερώθηκε ως λαοφιλής και αρχετυπικός προορισμός «διασκέδασης δίπλα στην ακτή».
Ελάχιστα χιλιόμετρα προς τα ανατολικά, στην παραλία Ρόκαγουεϊ, έναν αιώνα αργότερα, οι σέρφερ της Νέας Υόρκης βρίσκουν ωκεάνια κύματα και οι Ραμόουνς γράφουν έναν πανκ-ροκ ύμνο για την ανεμελιά της παραλίας. Η «ροκ συμμορία» από το Κουίνς, όμως, είχε πάρει τη σκυτάλη από τις ακτές του Ειρηνικού και τα χέρια του Μπράιαν Γουίλσον των Beach Boys, που ήδη μια δεκαετία πριν είχαν εμποτίσει τη λαϊκή φαντασία με το απόλυτο όνειρο της μεταπολεμικής Αμερικής. Το 1963, το διώροφο «κόκκινο» λεωφορείο του Κλιφ Ρίτσαρντ και της ροκ εν ρολ μπάντας του, των Shadows, θα ξεκινούσε από το Λονδίνο για να καταλήξει στην Αθήνα, γράφοντας μια ποπ επιτυχία («Summer Holiday») και γυρίζοντας μια ομώνυμη κινηματογραφική ταινία που πυροδότησε το βρετανικό όνειρο του «ελληνικού καλοκαιριού». Τα ταξιδιωτικά γραφεία ανταποκρίθηκαν άμεσα στη νέα τάση, αρχίζοντας να προσφέρουν πακέτα που καθιστούσαν τις διακοπές στην παραλία πιο προσιτές και δελεαστικές από ποτέ. Η Μεσόγειος –από τα ελληνικά νησιά μέχρι την Ισπανία και την Τουρκία– αναδείχθηκε σε κορυφαίο προορισμό για την εκπλήρωση των «καλοκαιρινών ονείρων» όσων είχαν την ατυχία να ζουν σε υγρούς, συννεφιασμένους τόπους του Βορρά.
Οι πληγές
Το βιβλίο κλείνει με μια καταγραφή των οικολογικών πληγών που έχουμε καταφέρει στις ακτές και στις θάλασσες και με μια αναφορά στις απαρχές του τέρατος του υπερτουρισμού. «Mε κάθε φουσκοθαλασσιά που έρχεται, τα κύματα θυμίζουν τις αποτυχίες του πολιτισμού μας», αναφέρουν χαρακτηριστικά οι συγγραφείς.
Ευτυχώς, μέσα στα χρόνια προχώρησε η τεχνολογία που σήμερα προσφέρει πολύτιμες λύσεις, από αισθητήρες που μετρούν σε πραγματικό χρόνο παράγοντες ποιότητας του νερού έως αλγοριθμικά μοντέλα πρόβλεψης που χρησιμοποιούν μετεωρολογικά και ωκεανογραφικά δεδομένα για να εντοπίσουν περιοχές υψηλής συγκέντρωσης απορριμμάτων.
Οι θετικές εξελίξεις
Στα εγχώρια «καλά νέα» ανήκει και η αναγέννηση άλλοτε «λησμονημένων» παραλιών και ακτών από λάτρεις θαλάσσιων σπορ και δραστηριοτήτων που έγιναν δημοφιλή την τελευταία δεκαετία. Η Μεγάλη Κολυμπήθρα της Τήνου, μια αμμουδερή ακτή 300 μέτρων μήκους που κάποτε γέμιζε από σκουπίδια και πλαστικά που ξέβραζε το μελτέμι, τα τελευταία 15 χρόνια καθαρίζεται συστηματικά και αποτελεί δημοφιλή προορισμό, φιλοξενώντας σχολή του σερφ. Αξίζει να αναφέρουμε και την περίπτωση του ενάλιου αρχαιολογικού πάρκου της Κέας που εγκαινιάστηκε το 2022, ένα «μουσείο ναυαγίων» που αναδεικνύει την αξιοποίηση των παράκτιων τόπων ως προορισμών καταδυτικού τουρισμού.
Οσο για τα social media, μια δεκαετία πριν, πυροδότησαν το φαινόμενο του «Instagram tourism» και συνέβαλαν τα μάλα στην υπερέκθεση άλλοτε ήσυχων, αυθεντικών παραθαλάσσιων τόπων στις ορδές του υπερτουρισμού. Σήμερα, έχουν καταστήσει πρακτικά αδύνατον το να παραμείνει κάτι «κρυφό». Ακόμα και οι ίδιοι οι «κοσμικοί» ινφλουένσερ της προπανδημικής εποχής αναζητούν πλέον εκείνες τις ακτές που παραμένουν ερημικές, κρυφές. Και η ειρωνεία της υπόθεσης έγκειται στο γεγονός πως όταν τις ανακαλύψουν, θα πάψουν πια να είναι τέτοιες.
Τα social media συνέβαλαν στην υπερέκθεση άλλοτε ήσυχων, αυθεντικών παραθαλάσσιων τόπων στις ορδές του υπερτουρισμού.
Εντέλει, υπάρχει ακόμα κάπου αυτός ο παράκτιος «παράδεισος επί της γης»; Οι συγγραφείς του «The Beach» απαντούν ως εξής: «Οποια και αν είναι η παραλία, είναι ακόμα εφικτό, μέσα στο αέναο βάπτισμα των κυμάτων, τον συριγμό της άμμου και το ζεστό φιλί του ήλιου, να ξεχάσουμε τη φθορά των χρημάτων, της δουλειάς και της ευθύνης. Ερχόμαστε ακόμα στην παραλία για να δραπετεύσουμε, μέσα από μια χαραγματιά στον χρόνο, στον παράδεισο της λησμονιάς του εαυτού μας».

