Πέτυχε τον σκοπό της η καθιερωμένη συναυλία της Εθνικής Συμφωνικής Ορχήστρας της ΕΡΤ που πραγματοποιήθηκε στις 21 Ιουνίου στο Ηρώδειο με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα Μουσικής. Ο μουσικός διευθυντής της ορχήστρας Μιχάλης Οικονόμου πρότεινε ένα πρόγραμμα που στην πράξη αποδείχθηκε πολύ επιτυχέστερο από ό,τι έμοιαζε στο χαρτί: έντεκα σχετικά σύντομα έργα ισάριθμων συνθετών από διαφορετικές χώρες και εποχές δόθηκαν με ελκυστικό τρόπο, χωρίς προσποίηση, με αποτέλεσμα να συνεπάρουν το κοινό. Μόνον ως κέρδος για τη σοβαρή μουσική μπορεί να το θεωρήσει κανείς αυτό.
Οχι, δεν ήταν μια βραδιά με «popular classics», παρότι έτσι έμοιαζε εκ πρώτης όψεως. Που και αυτό, για τη συγκεκριμένη επέτειο και τον συγκεκριμένο χώρο, δεν θα ήταν διόλου κακό. Ναι, το πρόγραμμα περιελάμβανε έργα δημοφιλή, όπως το «Αντάτζιο» του Σπάρτακου και της Φρυγίας από το μπαλέτο «Σπάρτακος» του Χατσατουριάν –άλλοτε μεγάλο «χιτάκι» του Φεστιβάλ Αθηνών–, ή το «Χορωδιακό των Τσιγγάνων» από τον «Τροβαδούρο» του Βέρντι και το «Μπολερό» του Ραβέλ. Εξίσου, όμως, ακούστηκαν η εισαγωγή από την όπερα «Ριέντσι» του Ρίχαρντ Βάγκνερ, όπως και η μινιμαλιστική «φανφάρα για ορχήστρα» με τίτλο «Σύντομη βόλτα σε γρήγορο μηχάνημα» του Αμερικανού συνθέτη Τζον Aνταμς, η οποία μάλιστα λειτούργησε εξαιρετικά ως αντίστιξη αμέσως μετά τον Βάγκνερ. Με ανάλογο τρόπο λειτούργησε επίσης μετά το «Μπολερό» ο περίφημος, κεφάτος, χαλαρός «Χορός» αρ. 2 του Μεξικανού Αρτούρο Μάρκες, που σχετικά πρόσφατα έγινε παγκόσμια γνωστός χάρη στον Γκουστάβο Ντουνταμέλ και στην ορχήστρα νέων «Σιμόν Μπολίβαρ» της Βενεζουέλας.
Ο Μιχάλης Οικονόμου και η Εθνική Συμφωνική Ορχήστρα της ΕΡΤ παρουσίασαν ένα καλά σχεδιασμένο πρόγραμμα.
Η βραδιά ξεκίνησε δυναμικά με την κεφάτη εισαγωγή στην όπερα «Ρουσλάνος και Λιουντμίλα» του Μιχαήλ Γκλίνκα. Πρόκειται για σελίδα ιδιαίτερα απαιτητική για τα έγχορδα, αφού προϋποθέτει πολύ καλό συντονισμό προκειμένου να ακουστεί με ευκρίνεια. Η ορχήστρα ανταποκρίθηκε συνολικά με εντυπωσιακή επιτυχία, αν παραβλέψει κανείς κάποιες σύντομες στιγμές τονικής αβεβαιότητας στα πρώτα βιολιά. Στο «Αντάτζιο» από τον «Σπάρτακο» ο ομποΐστας Σπύρος Κοντός παρουσίασε με μεγάλο λυρισμό το μουσικό θέμα, που στη συνέχεια περνάει με σαρωτικό τρόπο σε ολόκληρη την ορχήστρα. Κι ενώ όλα πήγαιναν καλά, ο περίφημος «Μολδάβας» φάνηκε να μην κυλάει τόσο ομαλά ή τουλάχιστον τόσο ανεμπόδιστα όσο ρέει ο ομώνυμος ποταμός από τον οποίο τον εμπνεύστηκε ο Τσέχος συνθέτης Μπεντρίχ Σμέτανα. Οι καλές επιδόσεις των ξύλινων πνευστών και ειδικά των φλάουτων (Μελίνα Μακρή, Νίκος Δημητράτος) προσμετρώνται στα θετικά.
Eργα με χορωδία
Ακολούθησαν τρία έργα στα οποία συμμετείχαν οι χορωδίες της ΕΡΤ (μουσική διδασκαλία: Μιχάλης Παπαπέτρου) και του Δήμου Αθηναίων (μουσική διδασκαλία: Σταύρος Μπερής). Αρχικά ακούστηκε το μοτέτο «Χαίρε, αληθινό σώμα» («Ave, verum corpus»), που ο Μότσαρτ συνέθεσε κατά την τελευταία χρονιά της σύντομης ζωής του. Δόθηκε με ταιριαστά υποβλητικό ύφος, αλλά επίσης με επισημότητα δίχως στόμφο. Τον στόμφο σε όλο του το προβλεπόμενο μεγαλείο φύλαξε ο Οικονόμου για το πρώτο από τα πέντε εμβατήρια της συλλογής «Επίσημα και εντυπωσιακά» –«Pomp and circumstance»– του Εντουαρντ Ελγκαρ, που ολοκλήρωσε με επιβλητικό τρόπο το πρώτο μέρος της βραδιάς. Ανάμεσα στα δύο ακούστηκε το προαναφερθέν χορωδιακό από τον «Τροβαδούρο».
Μετά το διάλειμμα τη σκυτάλη πήρε η επιβλητική, μελωδικά νοσταλγική, ίσως και κάπως πένθιμης διάθεσης μουσική του Βάγκνερ. Το κλίμα αποφόρτισε το έργο του Ανταμς, που δόθηκε με νεύρο και ακρίβεια. Ακολούθησαν δύο μέρη από τη «Δωδεκανησιακή σουίτα» του Γιάννη Κωνσταντινίδη, που συνιστούσαν την ελληνική συμβολή στο μουσικό πανόραμα της βραδιάς. Το «Μπολερό» δίνει σε αρκετά όργανα την ευκαιρία να ξεχωρίσουν, ανάμεσά τους και στα διαφορετικά σαξόφωνα που έπαιξε πολύ καλά ο Γκουίντο ντε Φλάβις, ενώ η τρομπέτα του Σπύρου Αρκούδη συνέβαλε στο κέφι του κουβανο-μεξικανικού χορού με τον οποίο ολοκληρώθηκε η βραδιά.

