Αχρείαστο παρελθόν

Ενας άγνωστος φτάνει βράδυ με το τρένο στο Ελσίνκι και δέχεται εκεί άγρια επίθεση από μια συμμορία που τον ληστεύει και τον αφήνει μισοπεθαμένο. Στο νοσοκομείο ο γιατρός τον θεωρεί νεκρό και η νοσοκόμα τον καλύπτει με το λευκό σεντόνι, με το οποίο σκεπάζουν όποιον πεθαίνει στον θάλαμο

4' 55" χρόνος ανάγνωσης
Φόρτωση Text-to-Speech...

Ενας άγνωστος φτάνει βράδυ με το τρένο στο Ελσίνκι και δέχεται εκεί άγρια επίθεση από μια συμμορία που τον ληστεύει και τον αφήνει μισοπεθαμένο. Στο νοσοκομείο ο γιατρός τον θεωρεί νεκρό και η νοσοκόμα τον καλύπτει με το λευκό σεντόνι, με το οποίο σκεπάζουν όποιον πεθαίνει στον θάλαμο. Επόμενη σκηνή: Ο νεκρός ξηλώνει από πάνω του όλα τα καλώδια, τα σωληνάκια και τους επιδέσμους και φεύγει. Ανασταίνεται! Εχει όμως χάσει ολότελα τη μνήμη του, δεν θυμάται το όνομά του, δεν ξέρει ποιος είναι, ούτε κανείς άλλος το ξέρει (οι αλήτες πέταξαν το πορτοφόλι με την ταυτότητά του στα σκουπίδια). Η ζωή του μέχρι εκείνη τη στιγμή έχει σβήσει, ο εαυτός του έχει χαθεί.

Θα παρακολουθήσουμε από εκεί και πέρα την πορεία του ήρωα προς τη νέα ζωή του, στην ταινία «Ο άνθρωπος χωρίς παρελθόν» (2002), του μεγάλου στυλίστα Ακι Καουρισμάκι (γενν. 1957), γέννημα της Φινλανδίας και θρέμμα των κινηματογραφικών λεσχών της (έβλεπε εκεί, στα νιάτα του, σύμφωνα με ομολογία του, τρεις έως έξι ταινίες την ημέρα, Peter von Bagh, «Aki Kaurismäki», Cahiers du cinéma / Festival International du Film de Locarno, 2006, σ. 18). Η ταινία αυτή αποτελεί αριστουργηματική έκφραση της ευαγγελικής ιδέας ότι για να σώσεις τη ζωή σου πρέπει πρώτα να τη χάσεις («ος γαρ αν θέλη την ψυχήν αυτού σώσαι, απολέσει αυτήν», Μτ 16:25), χωρίς ίχνος πάντως ηθικοδιδακτικής διάθεσης, αλλά με χιούμορ και τρυφερότητα.

Με τους απόκληρους

Τα βήματα του άγνωστου και ανώνυμου Μ –φόρος τιμής στον Φριτς Λανγκ;– θα τον φέρουν τυχαία σε μια γειτονιά απόκληρων που ζουν σε κοντέινερ, οι οποίοι θα τον φροντίσουν πρόθυμα από το υστέρημά τους. Αυτός ο κόσμος των απόκληρων με την αλληλεγγύη του αντιπαραβάλλεται προς τον κόσμο των κρατικών λειτουργών και των υπηρετών του νόμου με την αναλγησία του. Τους απόκληρους τους συντρέχει ο Στρατός Σωτηρίας, με ένα πιάτο σούπα, ρουχισμό, αλλά και γιορτάζοντας μαζί τους.

Η σκηνή της «παγανιστικής» γιορτής, όπου παίζει η μπάντα του Στρατού Σωτηρίας, τραγουδάει η διευθύντρια –την υποδύεται η γνωστή Φινλανδή τραγουδίστρια Ανικι Τάχτι– και χορεύουν οι άστεγοι, είναι βαθιά συγκινητική, όπως και η άλλη με τη «συναυλία» τους, ανανεωμένη με στοιχεία ροκ, κατά τις προτάσεις του Μ. Ενα από τα πολλά που θαυμάζω σε αυτή την ταινία του Καουρισμάκι είναι η τρυφερότητα με την οποία αντιμετωπίζει τους ανθρώπους, άντρες και γυναίκες, του Στρατού Σωτηρίας, αυτούς που εμείς εδώ θα αποκαλούσαμε θεούσες και θεούσους, «κολλημένους», και άλλα παρομοίως απαξιωτικά και περιφρονητικά. Φαντάζεται κανείς Ελληνα σκηνοθέτη να αντιμετωπίζει με τον ίδιο τρόπο τους ανθρώπους των θρησκευτικών οργανώσεων της «Ζωής» και του «Σωτήρα» και τα χριστιανικά τραγούδια τους;

Στον «Ανθρωπο χωρίς παρελθόν», ο Καουρισμάκι φαίνεται να λέει πως μια καινούργια ζωή είναι δυνατή, χωρίς τα δεσμά του παρελθόντος! Ισως κάποτε να χρειάζεται για αυτό ένα κατακέφαλο χτύπημα, μια εμπειρία στα όρια του θανάτου.

Εκεί ο Μ θα γνωρίσει την Ιρμα, μέλος του Στρατού Σωτηρίας, μοναχική, μαζεμένη, η οποία ωστόσο στο υπνωτήριο όπου μένει ακούει ροκ μουσική. Θα την αγαπήσει και θα τον αγαπήσει και εκείνη, διστακτικά, χωρίς μεγάλη εκδηλωτικότητα, αλλά αληθινά. Οταν ο Μ κινδυνέψει σοβαρά στα νύχια της γραφειοκρατίας, η Ιρμα θα του στείλει δικηγόρο να τον υπερασπιστεί και να τον γλιτώσει. Ας σημειώσω ότι τον υποδύεται ο Μάτι Βουόρι (1945-2005), ο γνωστός Φινλανδός δικηγόρος, αγωνιστής των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και ευρωβουλευτής, τον οποίο ο Καουρισμάκι εκτιμούσε βαθιά. Μέσα στον άδικο κόσμο του καπιταλισμού και των ληστρικών τραπεζών η αλληλεγγύη είναι δυνατή. Οταν στο τέλος ξαναεμφανιστούν οι τρεις αδίστακτοι αλήτες, μια ομάδα απόκληρων θα τους μαυρίσει στο ξύλο. Εκείνη η καρικατούρα σκληρού «επιχειρηματία» και «φύλακα», που νοικιάζει παράνομα το κοντέινερ, και κυκλοφορεί με τον άγριο σκύλο του, που αποδεικνύεται άκακη σκυλίτσα, θα πει στον Μ πως καλά τους έκαναν γιατί «έχουν χτυπήσει πολλούς από εμάς», ενώ ο ληστής της τράπεζας θα μοιράσει τα χρήματα που έκλεψε σε όσους τα χρωστούσε. «Ολα είναι φιλανθρωπία», όπως λέει κάποια στιγμή η Ιρμα στον Μ, επιστρέφοντας από μια εκδρομή στο δάσος.

Η δημοσίευση της φωτογραφίας του Μ, μετά την άδικη ταλαιπωρία του με τις δικαστικές και αστυνομικές αρχές, θα έχει ως ευτυχές παρεπόμενο να τον αναγνωρίσει η γυναίκα του. Ο Μ επιστρέφει σπίτι του, οπότε μαθαίνουμε και εμείς, μαζί με εκείνον, λίγα πράγματα για τη ζωή του: Ηταν παντρεμένος, είχε το πάθος του τζόγου, κακομεταχειριζόταν τη γυναίκα του, γι’ αυτό και εκείνη ζήτησε διαζύγιο. Ο Μ όμως τώρα είναι άλλος άνθρωπος, έχει γεννηθεί σε μια καινή ζωή αγάπης. Θα συμφιλιωθεί και θα φύγει. Εχει μεσολαβήσει η αλληλεγγύη των συνανθρώπων του και κυρίως η αγάπη της Ιρμας. Η προσπάθεια να ξαναβρεί τον εαυτό του ξαναβρίσκοντας το παρελθόν μένει ατελέσφορη και είναι ουσιαστικά αχρείαστη.

Μια νέα αρχή

Το παρελθόν αυτό έχει πεθάνει, η αναστημένη ζωή της αγάπης δεν το χρειάζεται, δεν έχει ανάγκη από το διαρκές και νοσηρό ανασκάλεμα του παρελθόντος, στο οποίο εθίζει συχνά τους ανθρώπους η περιρρέουσα ψυχαναλυτική κουλτούρα. Συνηθίζουμε να λέμε ότι κανείς δεν μπορεί να απαλλαγεί από το παρελθόν του, ο Καουρισμάκι όμως εδώ φαίνεται να λέει το αντίθετο: μια καινούργια ζωή είναι δυνατή, χωρίς τα δεσμά του παρελθόντος! Ισως κάποτε να χρειάζεται για αυτό ένα κατακέφαλο χτύπημα, μια εμπειρία στα όρια του θανάτου. Ο Μ ξέρει πια πώς θέλει να ζήσει. Οταν επιστρέφει στην Ιρμα, που επίσης τον περιμένει και του λέει ότι φοβήθηκε μια στιγμή, της απαντάει καθησυχαστικά: «Χωρίς λόγο». Θα φύγουν μαζί από τη γιορτή όπου τη συνάντησε, ήρεμα, χωρίς έξαρση, ενώ η Ανικι Τάχτι τραγουδάει το παλιό τραγουδάκι «Muistatko Monrepos’n». Η εμπορική αμαξοστοιχία που περνάει μας κόβει τη θέα τους. Η δυσπερίγραπτη καινή ζωή της αγάπης προφυλάσσεται έτσι από το φιλοπερίεργο βλέμμα μας.

Θα ήθελα, κατακλείοντας, να αναφέρω ποια στάθηκε η αφορμή να γράψω για αυτή τη σπουδαία και αγαπημένη μου ταινία. Η ενορία της Γραμμενίτσας, ενός χωριού της Ηπείρου, πρόβαλε την ταινία, μαζί με άλλες, και είχα τη χαρά να τη συζητήσω με τη μικρή κοινότητα και να την καταλάβω και εγώ καλύτερα. Ηταν μια εξαιρετική εμπειρία με ένα θαυμάσιο κοινό, εκείνο που συζητάει τις ταινίες και τα βιβλία ως κάτι που έχει σημασία στη δική του ζωή.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT