Ο Μορίς Ραβέλ (1875-1937) δεν ήταν και πολύ καλός πιανίστας. Σπάνια έπαιζε έργα του δημοσίως. Ωστόσο, λάτρευε το πιάνο· έβρισκε σε αυτό μια πλήρη χρωματική κλίμακα την οποία μπορούσε με μαεστρία να μεταφέρει στη συμφωνική ορχήστρα.
Με εξαίρεση το πασίγνωστο «Μπολερό», που έγραψε απευθείας για ορχήστρα, όλα τα συμφωνικά του έργα ο σπουδαίος αυτός Γάλλος τα συνέθεσε πρώτα στο πιάνο και στη συνέχεια τα μετέγραψε ο ίδιος για ορχήστρα. Και, σημειωτέον, ο Ραβέλ ήταν έξοχος ενορχηστρωτής. Μόνο το μυστηριακό και αισθησιακό συμφωνικό ποίημα «Δάφνις και Χλόη» να ακούσει κάποιος, θα αντιληφθεί το μεγαλείο του.
Οπως σημείωνε ο Ντέιβιντ Μόνκουρ το 2008, το σχετικό εκτενές δοκίμιο του οποίου περιλαμβάνεται στο φυλλάδιο που συνοδεύει την ηχογράφηση των απάντων πιανιστικών έργων του Ραβέλ από τον Ελληνα πιανίστα Κωνσταντίνο Δεστούνη, μπορεί ο Γάλλος δημιουργός να απέφευγε να ερμηνεύει δημοσίως τα πιο απαιτητικά έργα του, όμως είχε άποψη ως προς το πώς θα έπρεπε να παίζονται.
Το «Ravel. Complete Piano Works», που μόλις κυκλοφόρησε από την Piano Classics, περιλαμβάνει όλα τα πιανιστικά έργα του Ραβέλ, που ο Κωνσταντίνος Δεστούνης ηχογράφησε το φθινόπωρο του 2024 στο κέντρο ηχογράφησης του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών. Το διπλό αυτό άλμπουμ προσφέρει μοναδική ηχητική θέα σε μια πλευρά του Ραβέλ που είναι εξαιρετικά σημαντική. Τα εύσημα στον Ελληνα πιανίστα.
Ο «Τάφος του Κουπρέν», ο «Γκασπάρ της Νύχτας», οι «Καθρέφτες», η «Γκροτέσκα Σερενάτα», το «Πρελούδιο» είναι μερικά από τα αριστουργήματα που βρίσκουμε εδώ και μεταφέρουν στο ακέραιο τις ατμόσφαιρες του Ραβέλ.
Στο εκπληκτικό βιβλίο του «The Rest is Noise. Listening to the Twentieth Century» (εκδ. 4th Estate, 2012) ο Αλεξ Ρος, μουσικοκριτικός στο The New Yorker, γράφει ότι ο Ραβέλ είναι ειδική περίπτωση μεταξύ των λεγόμενων ρεαλιστών στο γύρισμα του 20ού αιώνα. Ειδικά σε ό,τι αφορά το πιανιστικό του έργο, σημειώνει ότι ο Ραβέλ επιτέλεσε μια «βελούδινη επανάσταση» ανανεώνοντας τη μουσική γλώσσα, αλλά χωρίς να διαταράξει την ησυχία.
Ο δε «Τάφος του Κουπρέν» είναι γραμμένος εν μέσω του Μεγάλου Πολέμου (ο Ραβέλ υπηρέτησε στα μετόπισθεν) αλλά δεν είναι μόνο φόρος τιμής στο μπαρόκ: κάθε μέρος του έργου είναι αφιερωμένο σε φίλους του που σκοτώθηκαν στη μάχη. Πρόκειται για μια «παρέλαση φαντασμάτων», γράφει ο Ρος.
Αισθαντικός όσο και αινιγματικός, συναισθηματικός μα διόλου γλυκερός (το αντίθετο!), ο Ραβέλ αποτελεί σπάνια και ακριβή υπόθεση στη μουσική των αρχών του 20ού αιώνα.

