Αν δεν υπήρχε το πένθος δεν θα υπήρχε η ζωή. Είναι τόσο απλό και καθαρό. Κι ωστόσο, τόσο δύσκολο να το αποδεχθούμε: τη σχέση μας με το κενό που γίνεται απώλεια που γίνεται στο τέλος απουσία. Διότι, πέρα από τη φυσική μας λύπη που χάθηκε ένα αγαπημένο πρόσωπο, μια σχέση, μια ηλικία, κάθε απώλεια μας φέρνει σε μια ενδόμυχη επαφή με τη δική μας θνητότητα. Το έχουμε ξαναπεί: κουβαλάμε μέσα μας το τέλος μας από τη στιγμή που γεννιόμαστε. Αλλά προσπαθούμε να μην το σκεφτόμαστε. Από τις δίαιτες έως τις πλαστικές και από τις λογοτεχνίες έως τον ερωτισμό, κάνουμε ό,τι μπορούμε να ξορκίσουμε τη μόνη βεβαιότητα που έχουμε – και είναι πολύ ανθρώπινο όλο αυτό.

Διαχρονικά, λοιπόν, ο άνθρωπος δυσκολεύεται στην ιδέα του πένθους. Σήμερα ίσως να είμαστε ακόμα λιγότερο ανθεκτικοί, όχι μόνο στο πένθος αλλά και στην κοινή, καθημερινή λύπη. Η ιατρικοποίηση των πάντων έχει ξορκίσει τη λεγόμενη αδύναμη πτυχή του εαυτού μας σαν εκδήλωση αρρώστιας. Ολα βαφτίζονται κατάθλιψη, όλα μεταλλάσσονται αβασάνιστα σε ψυχιατρική υπόθεση.
Στο βιβλίο του «Φαντάσου το τέλος. Πένθος και ηθικός βίος», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Κύκλος σε μετάφραση του Γιάννη Μολυνδρή, ο Αμερικανός ψυχαναλυτής και καθηγητής Φιλοσοφίας Τζόναθαν Λιρ (1948-) πραγματεύεται τέτοια ζητήματα με τρόπο διεισδυτικό, άμεσο, στοχαστικό. Μιλήσαμε μαζί του ηλεκτρονικά, ενώ ζητήσαμε από τον μεταφραστή του βιβλίου Γιάννη Μολυνδρή και από την Ευγενία Μυλωνάκη, καθηγήτρια Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο Πατρών, ένα δικό τους σχόλιο.

– Πολλοί σήμερα θεωρούν το πένθος κάτι αφύσικο, ανώμαλο, όπως επίσης τη λύπη και τη μελαγχολία. Σαν να μην έπρεπε να υπάρχουν και ίσως γι’ αυτό έχουν ιατρικοποιηθεί αυτές οι καταστάσεις. Παίρνουμε χάπια για τα πάντα. Σαν να είναι αρρώστιες.
– Δεν θα ήθελα να προτάξω τον εαυτό μου ως ειδικό σε ό,τι συμβαίνει στην κοινωνία. Στο βιβλίο όμως θέλω να προτάξω την ψυχαναλυτική αντίληψη του πένθους, διότι έχω την αίσθηση ότι μπορεί να μας φανεί χρήσιμη. Η ψυχαναλυτική άποψη στοχεύει απευθείας στην καρδιά αυτού που είμαστε εμείς οι άνθρωποι: ευάλωτοι στην απώλεια. Σε ένα πρώτο επίπεδο, οι αγαπημένοι μας μπορεί να αρρωστήσουν, να πληγωθούν ή και να πεθάνουν. Το στοιχείο του ευάλωτου όμως μέσα μας πάει πολύ πιο βαθιά από αυτό. Ενα μέρος αυτού που λέμε «μεγαλώνω» είναι να αφήνουμε πίσω μας διάφορες μορφές σύνδεσης, από τους γονείς μας έως άλλα αγαπημένα πρόσωπα του περιβάλλοντός μας. Η βαθιά πρόκληση που έχουμε να αντιμετωπίσουμε είναι η εξής: υπάρχουν περισσότεροι και λιγότερο υγιείς τρόποι να διαχειριστούμε την απώλεια και την ευθραυστότητα; Στην ψυχανάλυση, το πένθος είναι το όνομα που δίνουμε σε πιο υγιείς τρόπους κατανόησης της απώλειας, της προσωρινότητας και της εξάρτησης από τους άλλους. Από αυτή την άποψη, η κατάθλιψη και η μελαγχολία είναι μορφές άρνησης του πένθους. Και αυτή είναι η επιλογή που μας έδωσε ο Φρόιντ, τόσο ως άτομα αλλά και ως κουλτούρες: ποιο θα είναι το αποτέλεσμα; Το πένθος ή η μελαγχολία; Το «Φαντάσου το τέλος» διερευνά αυτή την πρόκληση σε διαφορετικά επίπεδα.
– «Δεν θα λείψουμε σε κανέναν», γράφετε στο βιβλίο αναφορικά με το τέλος της ανθρωπότητας. Αλλά σε ατομικό επίπεδο; Ο φόβος πως όταν πεθάνουμε δεν θα λείψουμε σε κανέναν; Οταν πεθάνω οι δύο μου κόρες θα πενθήσουν, αλλά ελπίζω ότι σύντομα θα προχωρήσουν με τις ζωές τους. Μήπως η ζωή είναι πιο σκληρή από τον θάνατο;
– Το ερώτημα που θέτετε έχει κάτι σπαρακτικό – θα πρέπει όμως να αναρωτηθείτε γιατί σας προκύπτει σε αυτή τη σπαρακτική μορφή; Είναι επειδή γερνάτε; Ή επειδή είστε άρρωστος; Ή είναι επειδή και εσείς αισθάνεστε ότι αποτελείτε κομμάτι ενός κόσμου που απειλείται με καταστροφή; Εδώ οι δύο έννοιες του «τέλους» (σκοπός και θάνατος) έρχονται κοντά τόσο στο ατομικό επίπεδο –σε αυτή την περίπτωση, σε εσάς– όσο και στον κόσμο. Δεν είναι τυχαίο όταν αυτό συμβαίνει. Είναι μέρος της βασικής προβληματικής του βιβλίου.
– Η πίστη στον Θεό, η σχέση με το ιερό, συνδέονται στενά με τις έννοιες του πένθους και της θνητότητας; Μήπως η απουσία μεταφυσικής από τις ζωές μας παίζει ρόλο στο πώς αντιμετωπίζουμε τον θρήνο και την απώλεια;
– Οποιος δεν κάνει μια παύση για να απαντήσει σε αυτό το ερώτημα είναι ανόητος. Θα πω όμως ότι είμαι καχύποπτος με τον ισχυρισμό σας ότι επικρατεί μια «απουσία της μεταφυσικής από τις ζωές μας». Υποπτεύομαι ότι η κατάστασή μας είναι μάλλον ότι δεν έχουμε συνείδηση του ρόλου που παίζει η μεταφυσική στη ζωή μας.
Αρνηση – Στην ψυχανάλυση, το πένθος είναι το όνομα που δίνουμε σε πιο υγιείς τρόπους κατανόησης της απώλειας, της προσωρινότητας και της εξάρτησης από τους άλλους. Από αυτή την άποψη, η κατάθλιψη και η μελαγχολία είναι μορφές άρνησης του πένθους.
– Μήπως η άρνηση του πένθους σήμερα σχετίζεται με μια ακραία τάση ναρκισσισμού, με μια αυταπάτη απόλυτου ελέγχου απέναντι στη ζωή;
– Και πάλι, δεν θέλω να προβάλω τον εαυτό μου ως ειδήμονα στην κοινωνική κριτική. Αλλά νομίζω ότι όλο αυτό σχετίζεται με τον πειρασμό της παντοδυναμίας. Είναι μια ουσιαστικά βρεφική σκέψη: το ότι είμαι βασιλιάς των πάντων, μπορώ να φανταστώ ό,τι θέλω ως πραγματικό, χάνοντας έτσι την απόσταση ανάμεσα σε αυτό που φαντάζομαι και σε αυτό που αντιλαμβάνομαι ως πραγματικό. Η παντοδυναμία είναι ένας μανικός ισχυρισμός ότι είμαι άτρωτος στην απώλεια διότι είμαι η πηγή των πάντων. Είναι ένας πολύ ανθυγιεινός τρόπος ζωής – και νομίζω πως αν κοιτάξουμε γύρω μας μπορούμε να το δούμε παντού.
– Στην εποχή της τεχνητής νοημοσύνης (Τ.Ν.), ποια είναι η θέση του πένθους;
– Αυτή είναι μια πολύ δύσκολη ερώτηση και δεν είμαι σίγουρος ακόμα πώς να την απαντήσω. Νομίζω πως είναι σχεδόν αδύνατον να φανταστεί κάποιος πώς η Τ.Ν. θα αλλάξει τον κόσμο – ακόμα και μέσα σε πέντε χρόνια. Βρισκόμαστε στο χείλος τεράστιων αλλαγών τις οποίες δεν μπορούμε να φανταστούμε. Αυτό όμως που μπορούμε να κάνουμε είναι να αντιμετωπίσουμε αυτές τις προκλήσεις με έναν πιο υγιή τρόπο. Αυτό που συναντώ συχνά στην ψυχαναλυτική κλινική εργασία είναι ότι τα προβλήματα που συζητούν οι ασθενείς είναι πολύ πραγματικά. Πάντοτε όμως υπάρχει ένα ακόμα ερώτημα πόσο καλά ή άσχημα χρησιμοποιούν τη φαντασία τους για να αντιμετωπίσουν αυτά τα προβλήματα. Με απασχολεί και αυτό το ζήτημα στο βιβλίο.
– Ως άτομα δεν θα είμαστε εδώ για πάντα. Ούτε η Γη θα είναι εδώ για πάντα – ακόμα και ολόκληρο το σύμπαν κάποτε θα καταρρεύσει. Τείνουμε να χρησιμοποιούμε αυτές τις δύο λέξεις («για πάντα») τόσο πολύ. Εχουν όμως κάποιο νόημα;
– Εξοχη ερώτηση! Αλλά υποπτεύομαι ότι αυτό που μετράει σε εμάς είναι: είναι τόσο στέρεες οι δεσμεύσεις που αναλαμβάνουμε, οι αξίες βάσει των οποίων ζούμε τη ζωή μας, που μπορούμε στ’ αλήθεια να αφιερώσουμε όλο μας το είναι σε αυτές; Αυτή η έννοια του «για πάντα» έχει σημασία. Εάν ζούμε με αξίες που είναι ανόητες, κακές, επιζήμιες, γιατί να μας νοιάζει αν θα αντέξουν; Αυτό που αναζητούμε είναι η αλήθεια και η πραγματικότητα της ανθρώπινης ζωής – και η εικόνα του «για πάντα» είναι μια μεταφορά. Τουλάχιστον αυτό ψυχανεμίζομαι.
– Πώς συνδέεται η αντίληψή μας περί πένθους με έναν ηθικό βίο; Η αποδοχή της απώλειας συνιστά θάρρος και αυθεντικό τρόπο ύπαρξης;
– Oταν τίθεται το ζήτημα του ηθικού βίου, εμπνέομαι από τον Αριστοτέλη. Πίστευε ότι υπήρχε κάτι πραγματικό και ζωντανό σχετικά με την ανθρώπινη ευδαιμονία, την ικανότητά μας να ανθίζουμε ως υπάρξεις. Και πίστευε ότι αυτό σχετιζόταν με την ανθρώπινη αρετή. Μια πρωταρχική αρετή είναι το θάρρος. Το θάρρος αναδύεται μέσα μας όταν μπορούμε να αντιμετωπίσουμε και να αποδεχθούμε την απώλεια. Αναπόφευκτα αντιμετωπίζουμε καθημερινά τον κίνδυνο κάτι να χάσουμε και συχνά πρέπει να υποστούμε την απώλεια, και το θαρραλέο άτομο το κάνει αυτό με θάρρος. Οπως το βλέπω, αυτό είναι το πένθος: η δύναμη της φαντασίας ενός θαρραλέου ανθρώπου που αντιμετωπίζει την απώλεια.

