Υπάρχει μια ερώτηση που πρέπει και συνήθως την απευθύνουμε στον εαυτό μας όταν με την οποιαδήποτε αφορμή ερχόμαστε αντιμέτωποι ή απλώς παρατηρούμε τις αντιδράσεις ανθρώπων απέναντι σε μια δύσκολη ή και ανυπόφορη συνθήκη ζωής: Τι θα έκανα εγώ στη θέση τους; Η απάντηση που θα δώσεις δεν είναι βεβαίως ποτέ αξιόπιστη, δεν είναι καθόλου σίγουρο ότι στις απαιτήσεις μιας υπαρκτής πραγματικότητας θα είναι αυτή που –σε συνθήκες «εργαστηρίου»– φαντάζεσαι. Μπορεί, όμως, να σε κάνει να σκεφτείς το πλήθος και την πολυπλοκότητα των παραγόντων από τους οποίους θα εξαρτηθεί εάν και πότε θα ειπωθεί το κατά Καβάφη «μεγάλο Ναι ή το μεγάλο το Οχι». Η έκθεση «Νo», που επιμελήθηκε η ομάδα του δημοσιογραφικού ηλεκτρονικού μέσου Meduza, ανοιχτή στο κοινό μέχρι τις 6 Ιουλίου στο Βερολίνο, ενώνει τις φωνές όσων αποφάσισαν και συνεχίζουν να λένε «όχι» στη δικτατορία, στη λογοκρισία, στην πόλωση, στον φόβο και στον πόλεμο, στην εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία. Είναι ένας φόρος τιμής στους ανεξάρτητους δημοσιογράφους, στους πολιτικούς ακτιβιστές και σε όλους όσοι έχουν το θάρρος να διαφωνούν.
Η πιο επικίνδυνη λέξη
Ο τίτλος είναι μια δήλωση αντίστασης, μια λέξη που έχει γίνει επικίνδυνη στη σημερινή Ρωσία, μια λέξη που μπορεί να οδηγήσει σε φυλάκιση ή δολοφονία. Απευθύνεται σε όσους θέλουν «να καταλάβουν» και «να νιώσουν» ακόμη και αν, προκειμένου να φτάσουν σε ένα επίπεδο ενσυναίσθησης, πρέπει να έρθουν σε σύγκρουση με βαθιά ριζωμένες πεποιθήσεις.

Η έκθεση «No» είναι ένα πολυθεματικό έργο που συνδυάζει τη σύγχρονη τέχνη και τις μαρτυρίες ντοκιμαντέρ. Επιθυμεί να φέρει σε επαφή το κοινό με τις εμπειρίες απλών ανθρώπων, που έχουν μάθει να ζουν και να εργάζονται σε ακραίες συνθήκες.
Η αφήγηση της έκθεσης είναι δομημένη γύρω από δύο άξονες: τα έργα 13 διεθνών εικαστικών καλλιτεχνών και ένα ντοκιμαντέρ που δημιουργήθηκε ειδικά για την έκθεση. Αυτή η ενότητα μη μυθοπλασίας, σε σκηνοθεσία του θεατρικού συγγραφέα Μιχαήλ Ντουρνένκοφ, περιλαμβάνει κοντινά βίντεο με πορτρέτα δημοσιογράφων και συνεργατών της Meduza – ανθρώπων που έχουν ζήσει αυτή την ιστορική περίοδο. Μεταξύ των συνεργατών που παρουσιάζονται είναι οι δημοσιογράφοι Τασιά Μπεκμπουλάτοβα, Ελένα Κοστιούτσενκο, Σβετλάνα Ράιτερ και Λίλια Γιαπάροβα, η συγγραφέας Ζένια Μπερεζνά, ο κριτικός κινηματογράφου Αντόν Ντολίν, ο φωτογράφος Αλεξάντερ Γκρόνσκι, οι συνιδρυτές της Meduza, Ιβάν Κολπάκοφ και Γκαλίνα Τιμτσένκο, και άλλοι. Αρκετοί χωρίς το πραγματικό τους όνομα, για ευνόητους λόγους.

Με βάση μια ανάλυση των πρωτοσέλιδων της Meduza από τα τελευταία δέκα χρόνια, η έκθεση εξερευνά τα καθοριστικά θέματα της τελευταίας δεκαετίας: Δικτατορία, αντίσταση, λογοκρισία, πόλεμος, εξορία, φόβος, πόλωση, μοναξιά και ελπίδα. Κάθε ένα από αυτά αναλύεται σε έργα τέχνης και δημοσιογραφικές μαρτυρίες.
Η τελευταία ενότητα, με τίτλο «Ελπίδα», δεν δίνει εύκολες απαντήσεις στον επισκέπτη. Αντιθέτως, θέτει ένα απλό αλλά ουσιαστικό ερώτημα: Γιατί όσοι ενημερώνουν, δημιουργούν, αντιστέκονται, συνεχίζουν να κάνουν αυτό που κάνουν; Οι απαντήσεις τους είναι πολύπλοκες, αλλά ένα πράγμα είναι σαφές: τόσο οι καλλιτέχνες όσο και οι δημοσιογράφοι κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου για ό,τι θεωρούσαμε δεδομένο και δεν είναι πια, για ό,τι συνιστά ελευθερία και ανθρώπινο δικαίωμα. Υπενθυμίζουν την κοινή μας ευθύνη να τα προστατεύσουμε. Αυτοί ξέρουν πώς είναι να τα στερείσαι…

Ο Φερνάντο Σάντσεζ Καστίγιο στην ενότητα «Resilience» υπογράφει το έργο τέχνης με τίτλο «Μνημείο για τον Αλεξέι Ναβάλνι», τον κύριο αντίπαλο του Βλαντιμίρ Πούτιν, ο οποίος «απεβίωσε» στη φυλακή.
«Αμέτρητες ήττες»
Το δοκίμιο που συνοδεύει την ίδια ενότητα υπογράφεται από τον Ρώσο Ιλιά Κρασίλσχικ, δημοσιογράφο, καταδικασμένο από δικαστήριο της Μόσχας, ερήμην, σε οκτώ χρόνια φυλάκισης εξαιτίας μιας ανάρτησης στο Instagram σχετικά με τη δολοφονία Ουκρανών αμάχων στην Μπούτσα από Ρώσους στρατιώτες. Γράφει: «Η σύγχρονη κουλτούρα στηρίζεται σε μεγάλο βαθμό στην εικόνα του αδύναμου που νικάει τον ισχυρό, της δικαιοσύνης που νικάει την αδικία. Στις επικεφαλίδες των ειδήσεων και στους τίτλους των ταινιών, διαβάζουμε ξανά και ξανά για ηρωική αντίσταση σε δικτατορίες, τυραννία, βία και πόλεμο. Η πραγματικότητα, δυστυχώς, είναι πολύ πιο περίπλοκη και σκοτεινή.

»Στη λογοτεχνία, η αντίσταση συνήθως οδηγεί στη νίκη. Στην πραγματική ζωή, συνοδεύεται από απογοήτευση, αδυναμία, φόβο και οδηγεί σε αμέτρητες ήττες. Ολοι γνωρίζουμε την ιστορία του Δαυίδ που νίκησε τον Γολιάθ, αλλά πόσοι Δαυίδ στην ιστορία της ανθρωπότητας έχουν συντριβεί τόσο ολοκληρωτικά από έναν Γολιάθ που κανείς δεν το πρόσεξε;
«Αντίσταση στον Πούτιν»
»Αν κοιτάξουμε από έξω τη σύγχρονη ρωσική αντίσταση, που έχει περάσει δεκαετίες αντιτιθέμενη χωρίς επιτυχία στον Πούτιν, τα αποτελέσματά της φαίνονται καταστροφικά. Στο εσωτερικό της χώρας, έχουμε μια αποδεκατισμένη κοινωνία των πολιτών, διαφθορά, ηγέτες της αντιπολίτευσης που έχουν δολοφονηθεί ή φυλακιστεί και ανθρώπους που έχουν πέσει σε μια κατάσταση απάθειας. Εξωτερικά, υπάρχει η επίθεση στην Ουκρανία και η συμμαχία με τα χειρότερα πολιτικά καθεστώτα του πλανήτη.
«Ολοι γνωρίζουμε την ιστορία του Δαυίδ που νίκησε τον Γολιάθ, αλλά πόσοι Δαυίδ στην ιστορία της ανθρωπότητας έχουν συντριβεί τόσο ολοκληρωτικά από έναν Γολιάθ που κανείς δεν το πρόσεξε;».
»Αλλά με βάση ποια αποτελέσματα πρέπει να αξιολογήσουμε την αντίσταση; Ιδιαίτερα δεδομένου ότι ο εχθρός διαθέτει πρακτικά απεριόριστους πόρους και δεν έχει ηθικά εμπόδια. Στη Ρωσία, για παράδειγμα, οι αρχές μπορούν να επιβάλουν ποινή φυλάκισης πολλών ετών σε κάποιον που άγγιξε –απλώς άγγιξε– έναν ένοπλο αστυνομικό και έτσι “του προκάλεσε ηθική βλάβη”. Είναι υπεύθυνοι οι άνθρωποι που βγήκαν χωρίς όπλα ενάντια στις ένοπλες δυνάμεις για το γεγονός ότι δεν μπόρεσαν να νικήσουν; Αλλωστε, ακόμη και ο Δαυίδ είχε σφεντόνα.

»Προς το παρόν, δεν γνωρίζουμε αν η αντίσταση εναντίον του Πούτιν στη Ρωσία θα συγκαταλεχθεί μεταξύ των ηρωικών κινημάτων που ανέτρεψαν τυράννους. Προς το παρόν, φαίνεται ότι είμαστε απείρως μακριά από αυτό το σημείο. Αλλά ακόμη και τώρα, γνωρίζουμε ανθρώπους που έχουν περάσει χρόνια καταγγέλλοντας τον αυταρχισμό, τη δικτατορία και τον πόλεμο. Γνωρίζουμε δημοσιογράφους που συνεχίζουν να κάνουν τη δουλειά τους ενώ το επάγγελμά τους είναι απαγορευμένο, ακτιβιστές που βοηθούν ανθρώπους να λιποτακτήσουν από τον ρωσικό στρατό και να βοηθήσουν τους Ουκρανούς. Γνωρίζουμε εκατοντάδες πολιτικούς κρατούμενους και τους αγαπημένους τους που δεν τους έχουν εγκαταλείψει, πολιτικούς που καταλήγουν στη φυλακή και πεθαίνουν εκεί, δασκάλους που προσπαθούν να κρατήσουν την προπαγάνδα μακριά από τα σχολεία τους, απλούς ανθρώπους που προσπαθούν να πείσουν τους αγαπημένους τους ότι αυτό που βλέπουν στην τηλεόραση δεν είναι η αλήθεια.
»Η αντίσταση εναντίον του Πούτιν έχει δύο δεκαετίες ζωής, αλλά η ρωσική παράδοση αντίστασης στο κακό έχει αιώνες και σπάνια βασίστηκε στην ελπίδα μιας γρήγορης νίκης. Ο Σοβιετικός αντιφρονών Αλέξανδρος Ντανιέλ είπε κάποτε στον συγγραφέα αυτού του κειμένου ότι “η πλειοψηφία, φαίνεται, ίσως και η συντριπτική πλειοψηφία [των αντιφρονούντων] δεν είχε καμία ελπίδα για το μέλλον”. Ο τσαρικός αντιφρονών και εξόριστος Αλέξανδρος Χέρτσεν έγραψε στο “Το παρελθόν μου και οι σκέψεις μου” για τη ζημιά που μπορεί να προκαλέσει η ελπίδα. Ωστόσο, αυτή η ζοφερή συνειδητοποίηση δεν εμπόδισε τον Ντανιέλ, τον Χέρτσεν ή πολλούς άλλους να αντισταθούν. Ακόμη και όταν είναι αδύνατο να νικήσουμε, μπορούμε να σώσουμε τον εαυτό μας, την οικογένειά μας, τους φίλους μας, τις αξίες μας και την αυτοεκτίμησή μας».
«Η Ευρώπη δεν θα είναι ασφαλής μέχρι να καταρρεύσει ο Πούτιν»

Η Meduza είναι ένα ρωσικό ηλεκτρονικό μέσο ενημέρωσης με έδρα στη Ρίγα της Λετονίας. Τον Απρίλιο του 2021 χαρακτηρίστηκε «ξένος πράκτορας», αποκτώντας την τιμωρητική ετικέτα που οι ρωσικές αρχές έχουν αποδώσει έκτοτε σε εκατοντάδες δημοσιογράφους, ακτιβιστές, ΜΚΟ και μέσα ενημέρωσης, απαγορεύοντας έτσι τη λειτουργία τους εντός Ρωσίας αλλά και οποιοδήποτε εισόδημα από την εγχώρια αγορά.
Ξεκίνησε λίγο πριν από την προσάρτηση της Κριμαίας το 2014, όταν ο Αλεξάντερ Μαμούτ, ιδιοκτήτης της Lenta.ru, της πιο δημοφιλούς ρωσικής ιστοσελίδας ειδήσεων εκείνη την εποχή, απέλυσε την αρχισυντάκτριά της, Γκαλίνα Τιμτσένκο. Την αντικατέστησε ο Αλεξέι Γκορεσλάβσκι, ο οποίος είχε προηγουμένως επιμεληθεί τη φιλοκρεμλινική ιστοσελίδα Vzglyad και αργότερα ήταν υψηλόβαθμος αξιωματούχος στο πρακτορείο ειδήσεων Interfax. Ο λόγος που δόθηκε για την απόλυση της Τιμτσένκο ήταν μια επίσημη προειδοποίηση από τους ρωσικούς κρατικούς λογοκριτές, η οποία εκδόθηκε επειδή ένα από τα άρθρα της ιστοσελίδας (συνέντευξη με έναν Ουκρανό εθνικιστή ηγέτη) περιείχε έναν υπερσύνδεσμο με υλικό που θεωρήθηκε εξτρεμιστικό. Περισσότεροι από 80 συντάκτες και δημοσιογράφοι της Lenta.ru –σχεδόν ολόκληρη η συντακτική ομάδα– παραιτήθηκαν σε ένδειξη διαμαρτυρίας, δημοσιεύοντας μια ανοιχτή επιστολή στην οποία χαρακτήρισαν την απομάκρυνση της Τιμτσένκο «πράξη λογοκρισίας» και παραβίαση της ρωσικής νομοθεσίας για τα ΜΜΕ. Η Τιμτσένκο, ο τότε επικεφαλής του τμήματος ερευνητικής δημοσιογραφίας στη Lenta.ru Ιβάν Κολπάκοφ και οι περισσότεροι από τους υπαλλήλους που παραιτήθηκαν μαζί της, ίδρυσαν τη Meduza. Η Τιμτσένκο είχε δηλώσει τότε στο Forbes ότι η απόφαση να εδραιωθεί η Meduza στη Λετονία και να καταχωριστεί εκτός της ζώνης domain.ru ελήφθη επειδή «αυτή τη στιγμή, η ίδρυση ενός ανεξάρτητου εκδοτικού οίκου στη Λετονία είναι εφικτή, ενώ στη Ρωσία δεν είναι».

Από τότε, μεγάλες αποκαλυπτικές έρευνες όπως αυτή για τα απαχθέντα Ουκρανόπουλα, τους υπεύθυνους για την απαγωγή τους, τη δύσκολη προσαρμογή και την ψυχολογική επιβάρυνση ιδίως των μεγαλύτερων σε ηλικία παιδιών, φέρουν την υπογραφή των δημοσιογράφων της Meduza. Σε αυτούς περιλαμβάνεται η Ελενα Κοστιούτσενκο, την οποία αποπειράθηκαν να δολοφονήσουν ή να «συμμορφώσουν» με δηλητηρίαση. Από το περιστατικό δηλητηρίασης στο Μόναχο, η Κοστιούτσενκο συνεχίζει να αντιμετωπίζει προβλήματα υγείας.
Μιλώντας με τον Ιβάν Κολπάκοφ ακούμε πράγματα που έχουμε διαβάσει πολλές φορές, αλλά αποκτούν εκείνη την ξεχωριστή αξία της επιβεβαίωσης από κάποιον που γνωρίζει καλά όταν μας επισημαίνει ότι: «Η Ρωσία είναι γνωστή ως μεγάλη εξαγωγέας διαφόρων αγαθών. Τώρα εξάγει εξελιγμένο σύγχρονο αυταρχισμό σε διάφορες μορφές. Τεχνολογίες λογοκρισίας, χειραγώγηση των μέσων ενημέρωσης, διαφθορά, ριζοσπαστικό πολιτικό κυνισμό – όλα αυτά εξαπλώνονται σε όλο τον κόσμο με την τεράστια συμμετοχή του καθεστώτος Πούτιν, και είναι δύσκολο να τα αντιμετωπίσει κανείς ακόμη και στην Ευρώπη. Ορισμένοι Ευρωπαίοι πολιτικοί μιμούνται τον Πούτιν και μαθαίνουν από αυτόν. Ο Πούτιν είναι ένα διεθνές πρόβλημα, και η Ευρώπη δεν θα είναι ποτέ ασφαλής μέχρι να καταρρεύσει το σύστημά του».
«Δικτατορία»

Υπάρχει τελικά μια κρίσιμη μάζα ανθρώπων εντός της Ρωσίας οι οποίοι διαφωνούν με το τρέχον καθεστώς και πώς εκφράζεται αυτή η διαφωνία; «Δεν γνωρίζουμε, επειδή οι Ρώσοι ζουν τώρα υπό μια πραγματική δικτατορία», μας απαντά ο αρχισυντάκτης της Meduza. «Είναι πολύ επικίνδυνο για οποιονδήποτε στη χώρα να αντιταχθεί ανοιχτά στο κράτος. Μπορεί να χάσει την καριέρα του, την ελευθερία του, τη ζωή του και να θέσει σε κίνδυνο τους αγαπημένους του. Είναι επίσης πολύ δύσκολο να αποκτήσει κάποιος σχετικές κοινωνιολογικές πληροφορίες από χώρες όπως η Ρωσία. Δεν έχουμε μια σαφή εικόνα της κοινωνίας αυτή τη στιγμή. Η προσωπική μου εντύπωση, με βάση τις επαγγελματικές μου παρατηρήσεις, είναι ότι ο αριθμός των ανθρώπων που έχουν εξαντληθεί από την τρέχουσα κατάσταση είναι τεράστιος. Η ΕΣΣΔ φαινόταν ισχυρή μέχρι το τέλος. Οπως συνηθίζουμε να λέμε στα ρωσικά, ήταν εκεί για πάντα, μέχρι που τελείωσε».
Εκθεση «No», Kunstraum Kreuzberg/Bethanien,Mariannenpl.2, Βερολίνο
Εως τις 6 Ιουλίου.

