Οστά κάτω από το χώμα της μνήμης

Οι διεσπαρμένες αγάπες είναι η ύλη, το απτό, αυτό που βλέπουμε μπροστά στα μάτια μας, αυτό που απομένει από εκείνους που αγαπάμε όταν πεθαίνουν

3' 17" χρόνος ανάγνωσης

ΜΑΫΛΙΣ ΜΠΕΣΣΕΡΙ
Οι διεσπαρμένες αγάπες
μτφρ.: Ειρήνη Παπακυριακού
εκδ. ύψιλον/βιβλία, 2024, σελ. 199

Οι διεσπαρμένες αγάπες είναι η ύλη, το απτό, αυτό που βλέπουμε μπροστά στα μάτια μας, αυτό που απομένει από εκείνους που αγαπάμε όταν πεθαίνουν. Είναι τα οστά που βρίσκουμε στον τάφο όταν ανασκάβουμε έπειτα από χρόνια, εκείνα που φυλάμε στα μεταλλικά κουτιά των νεκροταφείων, εκείνα που ρίχνουμε μαζί με άλλα όταν έχει περάσει πολύς καιρός κι όσοι υπηρετούν την τιμή να φυλάττουν, να φροντίζουν, να αγρυπνούν, λιγοστεύουν. Είναι εκείνα που μας συνδέουν με τις ρίζες της ύπαρξής μας, εκείνα που όταν χάνονται, μπερδεύονται, μετατοπίζονται, μας αποκόβουν από ένα κομμάτι μνήμης και σεβασμού προς τους αγαπημένους μας.

«Oσο οι νεκροί δεν έχουν επιστρέψει στους δικούς τους… όλοι οι ζωντανοί θα περιπλανιούνται με τα χέρια βουτηγμένα στο αίμα».

Eτσι δημιουργήθηκε ο σύλλογος των διεσπαρμένων. Χωρίς καμία προετοιμασία, χωρίς καμία υστεροβουλία. Από ένα σκάνδαλο. Oταν διέρρευσαν διπλωματικά έγγραφα από τα οποία προέκυπτε ότι τα λείψανα που μεταφέρθηκαν στην Ιρλανδία, στη γενέθλια γη του ποιητή Ουίλιαμ Μπάτλερ Γέιτς, μπορεί και να μην ήταν τα δικά του. Κι έτσι, όσοι έχουν μια πικρή οικογενειακή ιστορία να διηγηθούν, όσοι φοβούνται ότι κάποιος συγγενής, ένας παππούς, μια θεία, ένας ξάδερφος έχει σταλεί στην Ιρλανδία για να ταφεί, να τιμηθεί στη θέση κάποιου άλλου, μαζεύονται στο νεκροταφείο Σεν Πανκράς για να πάρουν πίσω τους νεκρούς τους.

Τούτους τους απλούς κι άπραγους ανθρώπους, που ξέρουν να τιμούν, να τηρούν παραδόσεις και ήθη που τους δεσμεύουν παντοτινά, τους έχει μαζέψει η Μαντλέν με το διαδικτυακό της κάλεσμα και είναι εκείνη που βρήκε την πηγή του σκανδάλου, εκείνη που θέλει να ανοίξουν οι φάκελοι, να συγκεντρωθούν τα στοιχεία, να εκκινήσει η διαδικασία ανάλυσης των λειψάνων που μεταφέρθηκαν στην Ιρλανδία. Είναι εκείνη που θέλει την αλήθεια. Μαζί της ενώνονται σιγά σιγά κι αυτές οι φιγούρες που εμφανίζονται μέσα στην καταχνιά του νεκροταφείου για να διεκδικήσουν αυτή την αλήθεια, αυτοί που πονούν όπως εκείνη και θα αποφασίσουν να γίνουν ένας επίσημος σύλλογος, όχι μια τυχαία ομάδα άμοιρων πονεμένων.

Ο ποιητής που τους ένωσε σαν να τους έχει περιγράψει ήδη: «Τώρα όπως παντοτινά, τους βλέπω με τα μάτια της ψυχής χλωμούς κι αλύγιστους – ρούχα πολύχρωμα – και είναι διψασμένοι. Μια φαίνονται, μια χάνονται. Σ’ ένα βαθύ ουρανό χαμένοι. Με αρχαία πρόσωπα. Πέτρες που σμίλεψε η βροχή». Η ανάγκη να μάθουν τι έγινε, θα οδηγήσει μια αντιπροσωπεία στην Ιρλανδία, στον τόπο που μεταφέρθηκε ο Γέιτς, που όμως μπορεί και να μην είναι ο ίδιος αυτός που τιμάται κάτω από το χώμα της μνήμης.

Η Μπεσερί δημιουργεί μία θολή, περιπετειώδη, μυστικιστική, κάποτε σκοτεινή ατμόσφαιρα στις σελίδες της. Προβάλλει την αξία του σεβασμού του νεκρού και της ανάπαυσης των οικείων του μέσα από την αναζήτηση των πραγματικών στοιχείων, αυτών που συγκροτούν την αλήθεια κι ανάμεσα απαιτητική ξεχωρίζει η ανάγκη για άρθρωση πολιτικού λόγου. Η αυτοδιάθεση της Ιρλανδίας, οι αγώνες της, η εθνική της ταυτότητα, η θέση του Γέιτς όχι μόνο ως ποιητή τιμημένου με Νομπέλ, «η πάντα εμπνευσμένη ποίησή του, της οποίας η υψηλή καλλιτεχνική μορφή εκφράζει το πνεύμα ενός ολόκληρου έθνους», αλλά και ως γερουσιαστή που τον κινητοποιεί ο πατριωτισμός, οδηγός έμπνευσης για αυτό το ολόκληρο έθνος.

Μα ο Γέιτς είναι απλά και ο Ουίλιαμ σε αυτές τις σελίδες. Ο Ουίλιαμ που έχει μικρά δικά του κεφάλαια μόνο με το όνομά του, o Ουίλιαμ που γοητεύεται από τη Μοντ Γκον, μια νεαρή οπαδό του εθνικιστικού κινήματος, που επανειλημμένα της ζητάει να τον παντρευτεί. Θα αποτύχει, όλες οι προτάσεις ακολουθούνται από όχι, θα μείνει στην ποίησή του το αποτύπωμα της οδυνηρά ανέφικτης σχέσης, τόσο στενά δεμένης με τον πολιτικό τους προσανατολισμό, τους αγώνες, τις φλογερές ομιλίες, τον ακτιβισμό.

Eνα χιούμορ πικρό στα όρια του κυνισμού, μια σταθερή παλινδρόμηση ανάμεσα στη ζωή και το θάνατο, ανάμεσα στην αλήθεια και το ψέμα, την πραγματικότητα και το όνειρο, δυο χώρες η Γαλλία και η Ιρλανδία σε συνεχή διάλογο, η κέλτικη μυθολογία παρούσα, η μνήμη ως παντοτινός οδηγός, «όσο οι νεκροί δεν έχουν επιστρέψει στους δικούς τους… όλοι οι ζωντανοί θα περιπλανιούνται με τα χέρια βουτηγμένα στο αίμα».

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT