Ενας τρομερός, τρομερός κόσμος

«Θυμάστε τότε που νομίζαμε ότι η πολιτική ήταν βαρετή, ωραίες εποχές! Τώρα ανησυχώ για όλα, δεν ξέρω για ποιο πράγμα ν’ ανησυχήσω πρώτα. Είναι οι τράπεζες; Δεν νομίζω καν ότι φταίνε αυτές, οι εταιρείες, οι φίρμες, οι όμιλοι επιχειρήσεων, όλες οι ανώνυμες παγκοσμιοποιημένες επιχειρήσεις, όλοι αυτοί που μας αντιμετωπίζουν σαν αλγόριθμους…

4' 57" χρόνος ανάγνωσης

«Θυμάστε τότε που νομίζαμε ότι η πολιτική ήταν βαρετή, ωραίες εποχές! Τώρα ανησυχώ για όλα, δεν ξέρω για ποιο πράγμα ν’ ανησυχήσω πρώτα. Είναι οι τράπεζες; Δεν νομίζω καν ότι φταίνε αυτές, οι εταιρείες, οι φίρμες, οι όμιλοι επιχειρήσεων, όλες οι ανώνυμες παγκοσμιοποιημένες επιχειρήσεις, όλοι αυτοί που μας αντιμετωπίζουν σαν αλγόριθμους… και τώρα έχουμε και την Αμερική. Ποτέ δεν πίστευα ότι θα φοβόμουν την Αμερική – ούτε μία στο εκατομμύριο».

Οι φύρδην μίγδην αγωνίες, ενδεικτικές μιας συσσώρευσης ανησυχιών, εκφράζονται από τον Ντάνιελ, έναν από τους πρωταγωνιστές στη βρετανική μίνι σειρά του 2019 «Years and Years», στην οποία ο δημιουργός Ράσελ Τ. Ντέιβις απεικονίζει «γεγονότα» ενός πιθανού μέλλοντος, ξεκινώντας από ένα βράδυ του 2019 για να φτάσει στο 2034. Ακολουθεί την οικογένεια Λάιονς στο Μάντσεστερ, δείχνοντας πειστικά στιγμές και καταστάσεις σε μια συνύφανση προσωπικών ζωών και πολιτικών γεγονότων. Επιλογές αλλά και επιπτώσεις απρόβλεπτες και αθέλητες, πέραν της όποιας προσωπικής επιλογής, δημιουργούν έναν δυστοπικό ρεαλισμό και όχι μια σειρά επιστημονικής φαντασίας, όπως σε πολλά δημοσιεύματα έχει καταγραφεί. Ενα κοινωνικοπολιτικό θρίλερ, που ξεκινάει με την –τότε υποτιθέμενη– επανεκλογή του Ντόναλντ Τραμπ, για να συνεχίσει στη διάρκεια των έξι επεισοδίων με ένα αγωνιώδες, οικείο πορτρέτο πιθανού μέλλοντος που, αν και στην πραγματικότητα το 2025 έχει γίνει εν μέρει παρόν, παράγει φόβους για το επερχόμενο. Η οικονομία καταρρέει, οι πάγοι λιώνουν, η δημοκρατική πραγματικότητα φαίνεται πιο εύθραυστη από ποτέ, ο αυταρχισμός αυξάνεται, το μεταναστευτικό χάος επίσης, οι έφηβοι εμφυτεύουν τηλέφωνα στα χέρια τους, η τεχνητή νοημοσύνη εξυπηρετεί (;) καθημερινές ανάγκες, ενώ βεβαίως παράλληλα δημιουργεί ελπίδες θεραπείας ανίατων ασθενειών, οι εντάσεις μεταξύ Κίνας – ΗΠΑ κλιμακώνονται και μέχρι το τέλος του πρώτου επεισοδίου οι Αμερικανοί χτυπούν με πυρηνική βόμβα ένα τεχνητό νησί που έχουν δημιουργήσει οι Κινέζοι. Θα έλεγε κανείς ότι η έκρηξη μιας πυρηνικής βόμβας θα άλλαζε τα πάντα, αλλά όχι. Βλέπουμε την οικογένεια Λάιονς να ζει τη στιγμή μέσα σε ένα μπλακ άουτ και με κάποιες σειρήνες που κανείς δεν θυμόταν ότι υπήρχαν ν’ ακούγονται από μακριά – «έχουμε σειρήνες;», αναρωτιούνται, κοιτάζουν ο ένας τον άλλον αμήχανα, και τώρα τι κάνουμε; Αυτό ήταν; Τελειώσαμε;

Οχι. Συνηθίζουμε. Και αποδεχόμαστε. Προσαρμοζόμαστε. Η ζωή της οικογένειας Λάιονς γίνεται όλο και πιο άβολη, ο κόσμος όλο και πιο χαοτικός, η ζωή –υπό «ατράνταχτους θεσμούς» που θεωρούσαν, μέσες – άκρες, δεδομένη– αποσταθεροποιείται με μια σειρά πολιτικών γεγονότων και κοινωνικών επιπτώσεων και η Βίβιεν Ρουκ (παρεμπιπτόντως εξαιρετική ερμηνεία της Εμα Τόμσον) ένας συνδυασμός Νάιτζελ Φάρατζ, Μαρίν Λεπέν και Τραμπ, ψηφίζεται πρωθυπουργός της Μεγάλης Βρετανίας. Είχε συστηθεί στους ψηφοφόρους σε τηλεοπτικές εκπομπές «λέγοντας τα πράγματα με τ’ όνομά τους»: «Κίεβο, Υεμένη, Ισραήλ, Παλαιστίνη… πολύ απλά δεν μου καίγεται καρφί! Οι τίτλοι των ειδήσεων μου φωνάζουν στα μούτρα κι εγώ το μόνο που θέλω είναι να μαζεύουν τα σκουπίδια στη γειτονιά μου, θέλω το σχολείο που είναι στα 200 μέτρα από το σπίτι μου να μαζεύει τα σκουπίδια του και… η μάνα μου περπατάει με μπαστούνι, θα μπορούσε ο κόσμος να σταματήσει να παρκάρει στα πεζοδρόμια παρακαλώ;!». Η Ρουκ είχε και ατάκες για πιο «προχωρημένους»: «Απλώς δεν καταλαβαίνω τον κόσμο πια. Ολα έβγαζαν νόημα μέχρι πριν από μερικά χρόνια, η Δεξιά ήταν η Δεξιά, η Αριστερά ήταν η Αριστερά, η Αμερική ήταν η Αμερική, μόλις έσβηνα τα φώτα έβαζα τα παιδιά για ύπνο, ανυπομονούσα να ξυπνήσω την επόμενη μέρα, τώρα το φοβάμαι κάθε μέρα». Την ψηφίζουν μέλη της οικογένειας Λάιονς, άνθρωποι που καθόλου δεν νιώθουν λαϊκιστές και δεν είναι εύκολο να τους χαρακτηρίσει κάποιος άλλος ως τέτοιους. Είναι άνθρωποι που δούλεψαν πολύ έχοντας μια προοπτική προόδου, ότι τα πράγματα θα πήγαιναν όλο και καλύτερα όταν η Δεξιά ήταν η Δεξιά, η Αριστερά ήταν η Αριστερά και η Αμερική ήταν η Αμερική. Γεννήθηκαν και γαλουχήθηκαν σε αυτό το ενδιάμεσο ειρηνικό τράνζιτ με κάποιους πολέμους μακρινούς από τις μητροπόλεις της Δύσης, βιωμένους ως ειδήσεις στα ΜΜΕ.

Η ρητορική του φόβου, η αδιαφορία των πολιτών και το «παράθυρο του Οβερτον», που μέρα με τη μέρα μετακινείται. Στοιχεία της επικαιρότητας που το 2019 ήταν σενάριο μίνι σειράς του BBC.

Τώρα προσαρμόζονται και συνηθίζουν, στηρίζοντας με τη στάση τους τη συνεχή μετατόπιση του περίφημου «παραθύρου Οβερτον» ως προς το τι είναι κοινώς αποδεκτό. Αυτού του παραθύρου, που σύμφωνα κατ’ αρχάς με τον Αμερικανό πολιτικό αναλυτή Τζόζεφ Οβερτον και μετά τον θάνατό του σύμφωνα με τον συνάδελφό του Τζόζεφ Λέμαν, οριοθετεί το φάσμα των πολιτικών που μπορεί να προτείνει ένας πολιτικός χωρίς να φαίνεται υπερβολικός, προκειμένου να κερδίσει ή να διατηρήσει δημόσιο αξίωμα, δεδομένου του κλίματος της κοινής γνώμης εκείνη τη συγκεκριμένη στιγμή. Βοηθούν αθέλητα να γίνει το αδιανόητο ριζοσπαστικό και στη συνέχεια αποδεκτό, λογικό, δημοφιλές και τελικώς πολιτική, σύμφωνα με έξι βαθμούς αποδοχής των δημόσιων ιδεών, έτσι όπως τους έχει περιγράψει ο –για πολλούς αμφιλεγόμενος ωστόσο– πολιτικός σχολιαστής Τζόσουα Τρεβίνο.

Ο συγγραφέας Κρίστοφερ Ισεργουντ στο βιβλίο «Αντίο Βερολίνο» έγραφε για τη σπιτονοικοκυρά του στο Βερολίνο το 1933: «Ηδη προσαρμόζεται, όπως θα προσαρμοστεί σε κάθε νέο καθεστώς. Σήμερα το πρωί μάλιστα την άκουσα να μιλάει με ευλάβεια για τον Ντερ Φέρχερ στη γυναίκα του θυρωρού. Αν κάποιος της υπενθύμιζε ότι στις εκλογές του περασμένου Νοεμβρίου ψήφισε κομμουνιστές, πιθανότατα θα το αρνιόταν έντονα και με απόλυτα καλή πίστη. Απλώς εγκλιματίζεται σύμφωνα με έναν φυσικό νόμο, όπως ένα ζώο που αλλάζει το τρίχωμά του για τον χειμώνα».

Αόρατοι άνθρωποι

Στο τέλος του «Years and Years» ο κόσμος ξεσηκώνεται όταν αποκαλύπτονται τα στρατόπεδα των «εξαφανισμένων ανθρώπων», κυρίως μεταναστών, αλλά και ολόκληρες περιοχές Βρετανών που έχουν μετατραπεί σε στρατόπεδα-γκέτο. Το τελευταίο επεισόδιο είναι μια περίπου παιδική, αισιόδοξη εκδοχή έργου επιστημονικής φαντασίας. Θυμίζει τα ψέματα που λέμε «για να μην τρομάξουμε τα παιδιά». Αλλά δε βαριέσαι, ας πειστούμε, διότι όπως λέει η γιαγιά Μίριελ, «είναι ένας τρομερός, τρομερός κόσμος, αλλά θέλω να δω κάθε δευτερόλεπτο από αυτόν». Ή ας πειστούμε επειδή μια ρεαλιστική εκδοχή θα απεικόνιζε αυτό που βλέπουμε να συμβαίνει παντού γύρω και μέσα μας και δεν θέλουμε να δεχθούμε αυτή την πιθανότητα: ότι οι άνθρωποι μπορεί να σοκαριστούμε –ποιος θυμάται με την ίδια ένταση την πρωτόγνωρη κατάσταση της πανδημίας;– για άλλη μια φορά και μετά να σηκώσουμε τους ώμους και να μην κάνουμε τίποτα.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT