Την ερχόμενη Πέμπτη κλείνουν 80 χρόνια από τη λήξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου στην Ευρώπη (8 Μαΐου 1945, Victory-in-Europe ή αλλιώς VE-Day). Μία από τις λιγότερο γνωστές πτυχές του «τελευταίου καλού πολέμου» (όπως έχουν αποκαλέσει εκείνη την παγκόσμια σύρραξη οι Αμερικανοί) είναι η δράση διάσημων σκηνοθετών του Χόλιγουντ στη γραμμή των πρόσω. Για παράδειγμα, οι εικόνες που έδωσε η Βιβλιοθήκη του Κογκρέσου στη δημοσιότητα το 2019, με αφορμή την 75η επέτειο της απόβασης στη Νορμανδία, προέρχονται από ένα προσωπικό φιλμ που τράβηξε ο Τζορτζ Στίβενς, βραβευμένος με Οσκαρ καλύτερης σκηνοθεσίας για τις ταινίες του «Κάτω από τον ήλιο» (1951) και «Γίγας» (1956).
Οπως αναφέρει ο γιος του, που ανακάλυψε το υλικό το 1980, πέντε χρόνια μετά τον θάνατο του πατέρα του, «προέρχεται όλο από την προσωπική του κάμερα 16 mm, με αυτή αποτύπωνε τα γενέθλιά μου όταν ήμουν παιδί» και περιέχει έγχρωμες εικόνες από την απόβαση στην Νορμανδία, την απελευθέρωση του Παρισιού και τη μάχη του Αρδεννών.
Εθελοντής στην D-Day
Ο Στίβενς ήταν 39 ετών το 1943 και παρότι δεν υπήρχε περίπτωση να τον επιστρατεύσουν ο ίδιος κατετάγη στη Signal Corps, στο τμήμα επικοινωνίας του αμερικανικού στρατού. Ηταν ήδη φτασμένος σκηνοθέτης του Χόλιγουντ.

Η πρώτη του ανάθεση είναι να καλύψει τον πόλεμο στην Αφρική, μέχρι όμως να φτάσει εκεί, ο πόλεμος έχει τελειώσει. Μετατίθεται στο Λονδίνο και κατ’ εντολήν του στρατηγού Αϊζενχάουερ συγκεντρώνει ένα επιτελείο περίπου 45 ανδρών: συγγραφείς υπεύθυνοι ήχου, καμεραμάν, βοηθοί σκηνοθετών, όλοι από τους καλύτερους στον τομέα τους και οι περισσότεροι βραβευμένοι αργότερα από τη βιομηχανία του θεάματος, για να δημιουργήσει τη Special Coverage Unint (SPECOU) υπό την αρχηγία των συμμαχικών δυνάμεων με σκοπό να καλύψει την απόβαση στη Νορμανδία. Τα φιλμ των μαχών προβάλλονται στους κινηματογράφους ως επίκαιρα, ζωντανή εικόνα των μαχών του πολέμου.
Το υλικό που τράβηξε ο Στίβενς, ο οποίος επέμενε να βρίσκεται πάντα στην πρώτη γραμμή, είτε επρόκειτο για την υπογραφή της παράδοσης του Παρισιού, στον σιδηροδρομικό σταθμό του Μονπαρνάς (αναγκάζοντας τον Γάλλο στρατηγό Λεκλέρκ και τον Γερμανό Ντίτριχ φον Χόλτιτς να βγουν έξω από τον σταθμό μια και δεν είχε αρκετό φως για να κινηματογραφήσει), είτε την είσοδο των στρατευμάτων στο Νταχάου. Το συγκλονιστικό υλικό από το στρατόπεδο συγκέντρωσης στο Νταχάου θα χωριστεί σε δύο μέρη και οι δύο αυτές ταινίες θα χρησιμοποιηθούν αργότερα ως αποδεικτικό υλικό στη δίκη της Νυρεμβέργης.
Ο Στίβενς γυρίζει πίσω και οι κοντινοί του άνθρωποι λένε ότι δεν είναι πια ο ίδιος άνθρωπος. Το υλικό που έφερε μαζί του το κλειδώνει σε μια αποθήκη. Γυρίζει το οσκαρικό «Μια θέση στον ήλιο» με δύο από τους ομορφότερους ηθοποιούς στην ιστορία του σινεμά, την Ελίζαμπεθ Τέιλορ και τον Μοντγκόμερι Κλιφτ, δημιουργώντας τα πρώτα κοντινά πλάνα πάνω από τον ώμο των ηθοποιών στην ιστορία του κινηματογράφου για να καταγράψει τα υπέροχα πρόσωπά τους.
Ομως ένα από τα πιο σημαντικά χαρακτηριστικά στη μετέπειτα πορεία του Στίβενς, όπως καταγράφηκε στο ντοκιμαντέρ που γύρισε ο γιος του και στο οποίο μιλούν συνεργάτες του και σκηνοθέτες που τον γνώρισαν ή επηρεάστηκαν από τη δουλειά του, ήταν η ικανότητά του να καταφέρνει να δημιουργεί έντονα συναισθήματα στον θεατή για τον ήρωά του· η ικανότητά του να τον κάνει να συμπάσχει στο δράμα του και η πίστη του στα ιδανικά της αμερικανικής κοινωνίας.

Ο Στίβενς θα γυρίσει και άλλες ταινίες, ποτέ όμως πια κωμωδίες, αν και όλοι συμφωνούν ότι είχε έναν σπάνιο ρυθμό σε αυτές. Το υλικό της αποθήκης του το ανοίγει μόνο μία φορά για την ταινία «Το ημερολόγιο της Αννας Φρανκ» και το ξανακλειδώνει σχεδόν αμέσως. Δεν αντέχει να το δει.
Στην πρώτη γραμμή
Ισως ο ιδεαλισμός του Τζορτζ Στίβενς να ήταν αυτός που τον έσπρωξε να καταταγεί. Αλλά δεν ήταν ο μόνος· οι σκηνοθέτες που συμμετείχαν ενεργά στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο ήταν οι κορυφαίοι στη βιομηχανία. Υπήρξαν και άλλοι που ένιωσαν την ανάγκη όχι μόνο να αποτελέσουν το αντίπαλον δέος της Λένι Ρίφενσταλ για τη δημιουργία προπαγάνδας, αλλά και να εξηγήσουν στο κοινό τη σημασία της συμμετοχής σε αυτόν τον πόλεμο ή να δημιουργήσουν επίκαιρα από το πεδίο της μάχης για την ενημέρωση του κόσμου, κρατώντας πάντα το ηθικό ψηλά:
• Ο σκηνοθέτης Φρανκ Κάπρα, ο οποίος στα 44 χρόνια του κατετάγη στον στρατό αμέσως μετά την επίθεση στο Περλ Χάρμπορ για να δημιουργήσει τη σειρά ντοκιμαντέρ «Why we fight», που προσπαθούσε να ενημερώσει τους νέους άνδρες των ΗΠΑ γιατί έπρεπε να καταταγούν και τελούσε απευθείας υπό τις διαταγές του αρχηγού του Επιτελείου Στρατού Τζορτζ Μάρσαλ (γνωστού και από το σχέδιο Μάρσαλ, αργότερα).
• O σκηνοθέτης των 140 ταινιών και τεσσάρων Οσκαρ Τζον Φορντ, ο οποίος σχεδόν στα 50 του χρόνια κατετάγη και τραυματίστηκε κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων της βραβευμένης από την Ακαδημία «Ναυμαχίας του Μίντγουεϊ» και το 1944 συμμετείχε στην απόβαση της Νορμανδίας πάνω στο «USS Plunkett». Το μεγαλύτερο μέρος εκείνου του κινηματογραφικού υλικού αποτύπωσε με ρεαλισμό την αγριότητα της μάχης και τη θυσία των στρατιωτών και γι’ αυτόν τον λόγο δεν δόθηκε στη δημοσιότητα.
O Τζον Φορντ των 140 ταινιών και τεσσάρων Οσκαρ, σχεδόν στα 50 του χρόνια, κατετάγη και τραυματίστηκε κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων της βραβευμένης από την Ακαδημία «Ναυμαχίας του Μίντγουεϊ» και το 1944 συμμετείχε στην απόβαση της Νορμανδίας πάνω στο «USS Plunkett».
• Ο Γουίλιαμ Γουάιλερ γεννημένος στη Μιλούζ της Αλσατίας (η οποία τότε ήταν γερμανικό έδαφος) από Εβραίους γονείς, υποψήφιος 12 φορές για Οσκαρ σκηνοθεσίας και κάτοχος τριών αγαλματιδίων, ενθουσίασε τον Φράνκλιν Ρούζβελτ με την ταινία του «Mrs Miniver» (1942), που περιέγραφε τις θυσίες μιας μεσοαστικής βρετανικής οικογένειας στη διάρκεια του πολέμου. Ο Γουάιλερ θα καταγράψει εναέριες μάχες πάνω από τη Γερμανία και θα χάσει την ακοή του, ενώ ένας άλλος κινηματογραφιστής από το συνεργείο του θα σκοτωθεί. Τα ντοκιμαντέρ για τα βομβαρδιστικά B-17 «The Memphis Belle: A story of a Flying Fortres» (1944) και «Τhe Fighting Lady» (1944) για τα αεροπλανοφόρα θα παραμείνουν κλασικά και βραβευμένα. Μάλιστα, για το «Memphis Belle» οι New York Times θα δημοσιεύσουν για πρώτη φορά κριτική κινηματογράφου στην πρώτη τους σελίδα.

• Και ο Τζον Χιούστον, ο σκηνοθέτης των ταινιών «Το γεράκι της Μάλτας», «Η ζούγκλα της ασφάλτου», «Η βασίλισσα της Αφρικής», «Κάτω από το ηφαίστειο», «Ο θησαυρός της Σιέρρα Μάντρε» θα συμμετάσχει στο Army Signal Corps και θα γυρίσει μερικά από τα καλύτερα φιλμ για τον πόλεμο. Το «Report from the Aleutians» (1943), που περιγράφει την προετοιμασία των στρατιωτών για τη μάχη, το «Η μάχη του Σαν Πιέτρο» (1945) και το «Let there be Light» (1946), όπου για πρώτη φορά καταγράφονται τα προβλήματα των νέων ανδρών που γυρίζουν από τον πόλεμο και υποφέρουν από ψυχολογικά τραύματα. Η ταινία βγήκε στις κινηματογραφικές αίθουσες μόλις το 1980, καθώς είχε απαγορευτεί η προβολή της από τον στρατό.
Ενημέρωση και προπαγάνδα
Το Χόλιγουντ τελικά διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στην κάλυψη, ενημέρωση και προπαγάνδα του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Αν και τα στελέχη των μεγάλων στούντιο ήταν διστακτικά, το γεγονός ότι την εποχή εκείνη στις ΗΠΑ κάθε ενήλικος έβλεπε μία ταινία την εβδομάδα και πριν από την προβολή της όλοι έβλεπαν τα επίκαιρα με εύληπτα σκιτσάκια φτιαγμένα από την Ντίσνεϊ για την εξέλιξη του πολέμου, ήταν αρκετό για να καταλάβει κανείς εύκολα την επιρροή που μπορούσε να ασκήσει. Πράγματι το 1943, 27.677 άνθρωποι της κινηματογραφικής βιομηχανίας φόρεσαν τη στρατιωτική στολή και τα Οσκαρ καθιερώνουν για πρώτη φορά την κατηγορία ντοκιμαντέρ, με τη «Ναυμαχία του Μίντγουεϊ» να παίρνει το χρυσό αγαλματίδιο με την υπογραφή του Ναυτικού των ΗΠΑ.
Ο Τζον Χιούστον το 1946 γύρισε το «Let there be Light», όπου για πρώτη φορά έγινε λόγος για τους στρατιώτες που επέστρεψαν από τον πόλεμο με ψυχολογικά τραύματα. Το φιλμ βγήκε στις αίθουσες μόλις το 1980, καθώς είχε απαγορευθεί η προβολή του από τον στρατό.
Αν κάποιος θα ήθελε να καταλάβει τι κοινό είχαν αυτοί οι σκηνοθέτες ώστε να εγκαταλείψουν τα πάντα, να ρισκάρουν τις ζωές τους για να προσφέρουν έναν κόσμο ελευθερίας και ιδανικών στις επόμενες γενιές, ίσως θα πρέπει να ανατρέξει στον ευχαριστήριο λόγο του Φρανκ Κάπρα το 1982, όταν του απονέμουν το χρυσό αγαλματίδιο για τη συνολική προσφορά του στον κινηματογράφο: «Πιστέψτε στον εαυτό σας, μόνο ο γενναίος μπορεί να δημιουργήσει… και μόνο όποιος έχει το ηθικό σθένος είναι άξιος να μιλάει στον συνάνθρωπό του για δύο ώρες στα σκοτεινά».

